Έφυγε ο Μιχάλης Κακογιάννης

Έφυγε ο Μιχάλης Κακογιάννης

Ταξίδεψε το ελληνικό σινεμά στα πέρατα του κόσμου απεικονίζοντας την χώρα μας μέσα από τον φακό του και έφυγε πλήρης ημερών σήμερα το πρωί.

Ο «Ζορμπάς» του συγκέντρωσε 7 υποψηφιότητες για τα βραβεία της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου και απέσπασε 3 Όσκαρ. Η «Ηλέκρα», η «Ιφιγένεια», η «Στέλλα» και άλλες ταινίες του βρέθηκαν στις Κάννες, στο Βερολίνο και σε όλα τα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ του κόσμου.

Γεννημένος στη Λεμεσό της Κύπρου το 1922 ο Μιχάλης Κακογιάννης σπούδασε νομικά και θέατρο στο Λονδίνο και ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός και σκηνοθέτης στην Αγγλία αρχικά αλλά στην «Κυπριακή Ώρα» του BBC στην αρχή ως μεταφραστής και εκφωνητής αρχικά και ως διευθυντής μετέπειτα. Το 1951 επέστρεψε στην Ελλάδα και διέπρεψε στο θέατρο και στο σινεμά. Το «Κυριακάτικο Ξύπνημα», το 1954, σηματοδότησε την αρχή της διεθνούς καριέρας του η οποία συνεχίστηκε με τη «Στέλλα», το «Κορίτσι με τα Μαύρα», το «Τελευταίο Ψέμα» και με την τριλογία «Ηλέκτρα», «Τρωάδες» και «Ιφιγένεια» αλλά και πολλές ακόμα ταινίες που τον γέμισαν με υποψηφιότητες, βραβεία σκηνοθεσίας και τιμητικές διακρίσεις. Ο «Ζορμπάς» του τον έκανε γνωστό, μαζί με την Ελλάδα, στα πέρατα του κόσμου. Βραβεύθηκε, επίσης, από την Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στο έθνος, από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το συνολικό έργο του και αναγορεύθηκε διδάκτωρ Τεχνών στο Columbia College, και επίτιμος διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Εκτός από τα σενάρια και στη σκηνοθεσία ο Μιχάλης Κακογιάννης είχε, επίσης, γράψει και στίχους για πολλά ελληνικά τραγούδια ενώ δικό του έργο ήταν ο φωτισμός των μνημείων της Ακρόπολης τον οποίο ανέλαβε ο διάσημος Γάλλος φωτιστής Pierre Bideau. Το 2004, ο Μιχάλης Κακογιάννης ίδρυσε, επίσης, το κοινωφελές ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» με σκοπό τη μελέτη, την υποστήριξη και διάδοση των τεχνών του θεάτρου και του κινηματογράφου, καθώς και την καταγραφή και διαφύλαξη των δημιουργημάτων των τεχνών αυτών.

Μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά, έζησε σε όλες τις πρωτεύουσες του κόσμου «ως πλάνητας με προίκα και εφόδιο την ελληνικότητα, που έφερα μέσα μου, αρετή όντως», όπως λέει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του με τίτλο «Σε πρώτο πλάνο», που έγραψε ο δημοσιογράφος Χρήστος Σιάφκος και τα τελευταία χρόνια ζούσε στην Πλάκα και λάτρευε την Αθήνα την οποία αποχαιρέτισε σήμερα το πρωί μετά από δέκα μέρες νοσηλείας στον Ευαγγελισμό λόγω καρδιολογικών προβλημάτων, στα 89 του χρόνια.