Γιατί πουλάει τόσο ο ανθρώπινος πόνος;

Γιατί πουλάει τόσο ο ανθρώπινος πόνος;

Όταν οι τραγωδίες έχουν πολλούς θεατές

Όταν πριν χρόνια κάποιοι συνάδελφοι είχαν πάει για λίγες μέρες στην Νέα Υόρκη, προκειμένου να "εκπαιδεύουν" στα γραφεία διάσημου περιοδικού - μια και το συγκεκριμένο ξένο περιοδικό θα κυκλοφορούσε στην Ελλάδα- με την επιστροφή έφεραν πίσω κάποια μυστικά που αφορούν στις πωλήσεις. Και ο νόμος των πωλήσεων και των πετυχημένων εξωφύλλων είναι παγκόσμιος.
Η βασική αρχή λοιπόν για μια πετυχημένη ιστορία εξωφύλλου συνοψίζεται στα εξής:

Ένα παιδί πουλάει περισσότερο από μια μαμά μόνη της.
Μια εγκυμοσύνη πουλάει περισσότερο από ένα παιδί
Ένας χωρισμός πουλάει περισσότερο από μια εγκυμοσύνη
Αλλά τίποτε δεν πουλάει περισσότερο από ένα νεκρό celebrity.


Δεν ήταν κανένα άγνωστο απόσταγμα σοφίας που αγνοούσαμε στην Ελλάδα, αλλά για πρώτη φορά ήταν καταγεγραμμένο αυτό που γνωρίζαμε εκ πείρας ότι ενδιαφέρει το κοινό, αναγνωστικό ή τηλεοπτικό. Η ανθρώπινη τραγωδία και ο ξένος πόνος πουλάει και επίσημα πλέον γιατί κανείς δεν παραβλέπει μια μεγάλη έρευνα. Το ίδιο περίπου λένε και οι ευρωπαίοι βρετανοί που είναι μανούλες στα tabloid. Το τρίπτυχο της επιτυχίας είναι: Αίμα, στέμμα, σπέρμα.

Με αφορμή την είδηση του τραγικού θανάτου του συζύγου της δημοσιογράφου Λίζας Δουκακάρου, (μια είδηση που ήταν μέσα στις πιο πολυδιαβασμένες της βδομάδας) ανακαλύψαμε ξανά την ανάγκη του κοινού για τον ανθρώπινο πόνο, γιατί όντως υπάρχει. Το γιατί υπάρχει και γιατί πουλάει τόσο πολύ ο πόνος, επιδέχεται πολλές ερμηνείες και αρκετοί προσπάθησαν να δώσουν μια λογική εξήγηση.
Ο Κωστής Παπαγιώργης είχε γράψει για την τραγωδία και το κοινό της ότι "το αναπότρεπτο και το μοιραίο όταν τελούνται με ξένα έσοδα βρίσκουν αμέσως πελάτες". Μοιάζει σχεδόν με ιεροσυλία το να παρακολουθούμε από την ασφάλεια του σπιτιού μας σκηνές από το τσουνάμι με τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα στην Ινδονησία ή την κατάρρευση των διδύμων πύργων στη Νέα Υόρκη, από τον καναπέ μας, σκεπασμένοι με καμιά κουβερτούλα και τσιμπολογώντας σνακς. Δεν είναι όμως, ούτε έχουμε όλοι μας αισθήματα αποκτήνωσης ή χαιρεκακίας. Απλά (όπως λέει και ο συγγραφέας) η φρίκη άγνωστο γιατί, όταν πλήττει τους άλλους, ασκεί μια ανεξήγητη έλξη ακόμη και στα πιο υγιή πνεύματα. Είναι σχεδόν ηδονικό να συμμετέχεις στον πόνο του άλλου, χωρίς να τον επωμίζεσαι και δεν υπάρχει κάποια διαστροφή σε αυτό, έτσι είναι πλασμένη οι ανθρωπινή ψυχή ή έτσι τουλάχιστον ισχυρίζονται κάποιοι ψυχολόγοι. Η ευτυχία του άλλου σε κάνει να νιώθεις τόσο εκμηδενισμένος που η δυστυχία γίνεται ο κοινός τόπος, εκεί που οι άνθρωποι αναγνωρίζονται.

Το να παρακολουθούμε από την οθόνη της τηλεόρασης τη Λίζα Δουκακάρου να θρηνεί και να είναι έτοιμη να καταρρεύσει μοιάζει σαν το παράδειγμα της πυρκαγιάς: Όταν ένα κτήριο φλέγεται η πρώτη μας σκέψη είναι να τρέξουμε να βοηθήσουμε, αλλά ποιος μπορεί καλύτερα να βοηθήσει από τους εκπαιδευμένους πυροσβέστες; Μπροστά στους πυροσβέστες, ο μάρτυρας της καταστροφής, γίνεται απλός θεατής. Μπορεί ο θεατής εκείνη την ώρα να σκεφτεί τι θα γινόταν αν ήταν αυτός στη θέση των ιδιοκτητών του κτηρίου και μπορεί να νιώθει οίκτο για την ξένη περιουσία που καταστρέφεται. Εκείνη τη στιγμή καταβάλλει το δικό του μερίδιο πόνου στη θλίψη, αλλά ταυτόχρονα βλέπει και την φωτιά σαν "σκηνικό θέαμα".
Τώρα στη θέση της πυρκαγιάς βάλτε κάθε γνωστή τραγωδία ή οποιαδήποτε πονεμένη ιστορία που "καταβροχθίσαμε" κυριολεκτικά.