Μια οροθετική μητέρα εξομολογείται: «Ο άντρας μου με κόλλησε AIDS»

Μια οροθετική μητέρα εξομολογείται: «Ο άντρας μου με κόλλησε AIDS»

«Ο άντρας μου δεν μου είχε πει ότι είναι φορέας του HIV» λέει η Μιμόζα Κ., μητέρα τεσσάρων παιδιών. Σήμερα, ακολουθεί αντιρετροϊκή αγωγή και η ζωή της όπως λέει, «είναι κανονική».

«Στην εποχή μας, ζεις μαζί με το AIDS, δεν λιώνεις σαν κερί» μου είχε πει στο τηλέφωνο. Άνοιξε την πόρτα της παιδικής χαράς στα Κάτω Πατήσια, κρατώντας από το χέρι τις δυο μικρές κόρες της- η μεγαλύτερη, 8 ετών είχε ήδη προλάβει να ανέβει στην τσουλήθρα. Η Μιμόζα, 37 ετών από την Αλβανία, δούλευε κάποτε ως δασκάλα πιάνου στην Αλβανία και τα τελευταία 4 χρόνια φιλοξενείται σε ένα κέντρο κοινωνικής φροντίδας στην Αθήνα, μαζί με τα τέσσερα παιδιά της. «Αρρώστησα στην Αλβανία. Ο άντρας μου με κόλλησε» λέει και αφήνει έναν βαθύ αναστεναγμό. Δείχνει ήρεμη και υγιής. «Ξέρεις κάτι; το έχω αποδεχτεί. Κάθε μέρα που ξυπνάω, δεν λέω στον εαυτό μου "είσαι άρρωστη", "έχεις μεταδοτική ασθένεια". Προσπαθώ να είμαι καλά, γιατί έχω παιδιά να μεγαλώσω».

«Ο άντρας μου» συνεχίζει η ίδια «ήταν γυναικάς. Το ήξερα ότι πήγαινε με άλλες γυναίκες. Το καταλάβαινα τα βράδια όταν γύριζε σπίτι, όμως δεν τολμούσα να μιλήσω. Έτσι είχα πει, "Μιμόζα κράτα την οικογένεια, για να ζήσουν τα παιδιά σου ευτυχισμένα" Οι μικρές τότε ήταν μωρά ενός και δυο χρονών. Δεκέμβριο του 2010, εκείνος μπήκε στο νοσοκομείο».

«Τι έχει γιατρέ;» ρωτούσα κάθε πρωί. «Κοιμόμουν στο πλάι του». Οι γιατροί, όπως ισχυρίζεται η ίδια, της απέκρυψαν την αλήθεια «Μου έλεγαν ότι έχει βαριά πνευμονία. Καλά τί πνευμονία ήταν αυτή όμως που κάθε βδομάδα γινότανε χειρότερη; Πέρασαν πολλές μέρες, με πολύ υψηλό πυρετό. Είχα φίλους εδώ στην Ελλάδα και μου είπαν "Μιμόζα, πάρτον και ελάτε σε ελληνικό νοσοκομείο"».

Με τις πρώτες εξετάσεις, ήρθε και η επίσημη διάγνωση. «Εγώ δεν ήξερα ελληνικά, ούτε αγγλικά. Δεν ήξερα τί είναι o ΗΙV. Όταν πήραμε τα αποτελέσματα, δεν κατάλαβα. "Τί είναι παιδιά;" ρωτούσα. Η φίλη μου που ήταν μαζί, μου το μετέφρασε στα αλβανικά. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. "Παναγία μου!" είπα. "Τα παιδιά μου!". Για μένα, το θεώρησα σίγουρο ότι έχω κολλήσει.»

«Μπήκα στο δωμάτιό του και μόνο μια ερώτηση του έκανα: "Το ήξερες; Ηξερες και δεν μου το είπες;". Με κοίταζε και δεν απαντούσε. "Ασε με τώρα κι εσύ είπε". Είμαι σίγουρη πως του το είχαν πει στην Αλβανία και το κρατούσε μυστικό» συνεχίζει η Μιμόζα.

Η πρώτη της αντίδραση ήταν να βγάλει εισιτήριο για τα παιδιά. «Ευτυχώς οι εξετάσεις βγήκαν καλές. Ένα ένα μου έλεγε τα αποτελέσματα ο γιατρός. Βασανιζόμουν. "Ολα τα παιδιά είναι καλά" μου είπε στο τέλος. "Εσύ όμως, πρέπει να πάρεις φάρμακα". Τα συναισθήματά μου ήταν μίσος. Μίσος για τον άντρα μου. Από τότε δεν τον ξαναείδα. Ούτε εκείνος με βρήκε ποτέ. Έμαθα πως γύρισε στην Αλβανία. Σήμερα είμαστε ξένοι» συνεχίζει η ίδια.

«Σήμερα είμαι ασφαλισμένη. Παίρνω τα φάρμακά μου και είμαι καλά. Δεν νιώθω άρρωστη. Μόνο που δυσκολεύομαι να βρω δουλειά. Ποιος θα δώσει δουλειά σε μια Αλβανίδα με AIDS; Μια κυρία μου είπε "εσείς οι Αλβανίδες δεν προσέχετε με ποιους κοιμάστε". Νομίζουν ότι είσαι του δρόμου.». Η Αθήνα είναι για την ίδια «ο τόπος της ελευθερίας μου» ωστόσο κι εδώ συνειδητοποιεί ότι υπάρχει ελλειπής ενημέρωση γύρω από τον ιό του HIV: «Δεν τους κατηγορώ. Γιατί ούτε κι εγώ ήξερα. Όμως όταν πω σε κάποιον ότι είμαι άρρωστη και έχω AIDS κάνει ένα βήμα πίσω. Πού πας; Έλα εδώ. Δεν κολλάει με το σάλιο!»

«Να μην το λες» της είπαν οι φίλες της. «Δεν μπορώ να μπω σε ένα σπίτι, να με πληρώνουν για καθαρίστρια και να μην ξέρουν. Κι εγώ θα ήθελα να ξέρω. Δυστυχώς είναι μεγάλος ο ρατσισμός» λέει η Μιμόζα.

«Τα δυο μεγάλα παιδιά ξέρουν» συνεχίζει. «Τους τα έχω πει όλα. Γιατί φύγαμε από την Αλβανία και γιατί ήρθαμε εδώ. Πρέπει να ξέρουν αυτό που έχει συμβεί. Δε μου αρέσουν τα ψέματα. Αν έμενα εκεί, θα είχα τη στάμπα και εγώ και τα παιδιά. Το σπίτι μου, είναι σε ένα μικρό χωριό, κλειστή κοινωνία, λίγοι άνθρωποι. Στην Αθήνα χάνεσαι. Δε σε ξέρει κανείς.».

Όλα τα παιδιά πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο και μιλούν άπταιστα ελληνικά. «Οι μικρές δεν έχουν αναμνήσεις από την Αλβανία. Ξέρουν ότι έχουν εκεί παππού και γιαγιά αλλά για τα άλλα τίποτα. Είναι ακόμα πολύ μικρές για να καταλάβουν. Τρέμω, Παναγία μου, μην γίνει κάτι! Έχω τον νου μου πάντα.».

Ακόμα και στις απλές, καθημερινές συνήθειες, είναι υπ' ατμόν. Μου περιγράφει πώς τους καθαρίζει μήλα: «είμαι σε συναγερμό, για να μην κοπώ. Προσέχω στο μπάνιο, τη δική μου οδοντόβουρτσα την κρύβω. Κι αν πέσουν και χτυπήσουν και τρέξουν στη μαμά, βλέπω από μακριά, αν έχει καμιά γρατζουνίτσα μικρή, λέω "πήγαινε αγάπη μου στον αδερφό σου να σου βάλει ιώδιο και γάζα. Είναι καλύτερος γιατρός από μένα"».