Το θέμα δεν είναι ότι τα Όσκαρ πάνε στο YouTube από το 2029. Είναι ότι η τηλεόραση έμεινε στο ’90

Ανθή Μιμηγιάννη
Το θέμα δεν είναι ότι τα Όσκαρ πάνε στο YouTube από το 2029. Είναι ότι η τηλεόραση έμεινε στο ’90

Η μεταφορά των Όσκαρ στο YouTube από το 2029 δεν είναι μια τεχνολογική μόδα ούτε μια επικοινωνιακή κίνηση εντυπωσιασμού. αλλά η παραδοχή ότι ένα παγκόσμιο πολιτιστικό γεγονός δεν μπορεί πια να χωρέσει σε ωράρια, σύνορα και φορμάτ που σχεδιάστηκαν για έναν άλλο κόσμο. Το κύρος δεν αλλάζει επειδή αλλάζει πλατφόρμα. Αυτό που αλλάζει είναι η ανοχή απέναντι στην ακινησία. Και αυτή η μετατόπιση αφορά άμεσα και την Ελλάδα, όπου η τηλεόραση εξακολουθεί να λειτουργεί σαν κλειστό σύστημα, ανακυκλώνοντας τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες αφηγήσεις, την ώρα που το κοινό έχει ήδη φύγει μπροστά.

Η είδηση δόθηκε χωρίς τυμπανοκρουσίες, όμως η μετατόπιση που περιγράφει είναι από αυτές που αλλάζουν τον χάρτη. Από το 2029, τα Όσκαρ μεταδίδονται αποκλειστικά στο YouTube, όχι ως παράλληλη επιλογή, όχι ως δοκιμή, αλλά ως κύριος και μοναδικός φορέας της μεγαλύτερης κινηματογραφικής τελετής στον κόσμο. Όσοι έσπευσαν να μιλήσουν για υποβάθμιση, για απώλεια κύρους ή για τέλος μιας εποχής, διάβασαν την είδηση επιφανειακά. Γιατί αυτό που αλλάζει δεν είναι το κύρος των Όσκαρ αλλά η αδυναμία της τηλεόρασης να τα κρατήσει.

https://www.instagram.com/p/DSX5RU8jL7n/

Όταν το γεγονός παύει να ανήκει στο κανάλι

Για δεκαετίες, η τηλεόραση δεν φιλοξενούσε απλώς τα Όσκαρ. Τα όριζε. Τα τοποθετούσε σε συγκεκριμένη ώρα, σε συγκεκριμένο πλαίσιο, με συγκεκριμένους όρους πρόσβασης. Αυτό το μοντέλο λειτούργησε όσο ο κόσμος ήταν μικρότερος, το κοινό πιο ομοιογενές και η ροή της πληροφορίας ελεγχόμενη. Όταν όμως το κοινό έγινε παγκόσμιο, ασύγχρονο και πολυεπίπεδο, η τηλεόραση συνέχισε να συμπεριφέρεται σαν να είναι η μοναδική πύλη προς το γεγονός. Δεν ήταν. Και η απόσταση άρχισε να φαίνεται.

Τα Όσκαρ δεν φεύγουν από την τηλεόραση επειδή γοητεύτηκαν από το YouTube. Φεύγουν επειδή το γεγονός έπαψε να χωρά σε ένα γραμμικό πρόγραμμα που προϋποθέτει φυσική παρουσία μπροστά σε μια οθόνη, σε μια συγκεκριμένη ώρα, σε μια συγκεκριμένη χώρα. Το γεγονός μεγάλωσε. Το κανάλι έμεινε ίδιο.

Το YouTube δεν είναι πλατφόρμα αλλά υποδομή

Το YouTube δεν κέρδισε τα Όσκαρ επειδή είναι trendy ή επειδή μιλά τη γλώσσα των νέων. Τα κέρδισε επειδή λειτουργεί ως παγκόσμια υποδομή ζωντανής εμπειρίας, χωρίς γεωγραφικά φίλτρα, χωρίς ωράρια, χωρίς την ψευδαίσθηση ότι το κοινό πρέπει να προσαρμοστεί στο μέσο. Εκεί βρίσκεται η κρίσιμη διαφορά. Η τηλεόραση ζητούσε από τον θεατή συνέπεια. Το YouTube προσφέρει διαθεσιμότητα.

Όταν η Ακαδημία μιλά για διεύρυνση πρόσβασης, δεν επικαλείται αφηρημένες έννοιες. Περιγράφει μια πραγματικότητα στην οποία το ίδιο της το σώμα έχει αλλάξει. Ένα σημαντικό ποσοστό των μελών της βρίσκεται εκτός Ηνωμένων Πολιτειών, το κοινό της είναι διεθνές και η επιρροή της δεν μπορεί πια να μετριέται με εθνικούς δείκτες τηλεθέασης. Το γεγονός έπρεπε να απελευθερωθεί από τα σύνορα του παλιού του φορέα.

Το prestige δεν κατοικεί στο σήμα του καναλιού

Η εύκολη κριτική περί «πτώσης κύρους» βασίζεται σε μια παλιά σύγχυση. Το κύρος των Όσκαρ δεν προήλθε ποτέ από το ποιος τα μετέδιδε. Προήλθε από τις ταινίες που τίμησαν, από τις συγκρούσεις που πυροδότησαν, από τις στιγμές που συντονίστηκαν με την εποχή τους ή απέτυχαν να το κάνουν. Η τηλεόραση δεν τα έκανε σπουδαία. Απλώς συνυπήρξε μαζί τους σε μια εποχή που η κυριαρχία της ήταν δεδομένη.

Η ιδέα ότι η αλλαγή φορέα μειώνει την αξία του γεγονότος προϋποθέτει ότι το prestige είναι εξωτερικό χαρακτηριστικό. Δεν είναι. Είναι εσωτερικό φορτίο. Και αυτό παραμένει ακέραιο όσο η ίδια η Ακαδημία συνεχίζει να έχει βαρύτητα στις επιλογές της, στις αντιφάσεις της, στις συζητήσεις που προκαλεί.

Η τηλεόραση δεν ηττήθηκε. Παρέμεινε ακίνητη

Η τηλεόραση δεν έχασε τα Όσκαρ επειδή κάποιος της τα άρπαξε. Τα έχασε επειδή επέλεξε να μην αλλάξει όταν το περιβάλλον γύρω της μετακινήθηκε. Επέμεινε σε φορμά, σε ρυθμούς, σε αισθητικές και σε μοντέλα μέτρησης που δεν αντανακλούσαν πια τον τρόπο με τον οποίο καταναλώνεται ένα παγκόσμιο πολιτιστικό γεγονός. Το κοινό δεν απομακρύνθηκε επειδή έπαψε να ενδιαφέρεται. Απομακρύνθηκε επειδή ο τρόπος παρουσίασης δεν του μιλούσε.

Το YouTube, αντίθετα, δεν ζήτησε ποτέ από το γεγονός να προσαρμοστεί σε αυτό. Προσαρμόστηκε το ίδιο. Έδωσε χώρο, χρόνο, πολλαπλά επίπεδα πρόσβασης και μια εμπειρία που δεν τελειώνει με το τέλος της τελετής. Εκεί βρίσκεται η ουσία της συμφωνίας.

Από τη μία βραδιά στον πολιτισμικό κύκλο

Η μετάδοση της τελετής είναι μόνο ένα κομμάτι. Το πραγματικό βάθος της συμφωνίας βρίσκεται στο σύνολο του οικοσυστήματος που τη συνοδεύει. Red carpet, παρασκήνιο, Governors Ball, συνεντεύξεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, συζητήσεις που μέχρι τώρα ήταν κατακερματισμένες, περιορισμένες ή αόρατες στο ευρύ κοινό. Το γεγονός παύει να είναι μια βραδιά και γίνεται ένας διαρκής πολιτισμικός κύκλος. Κάτι που η τηλεόραση, με τη φύση της, δυσκολευόταν πάντα να υποστηρίξει χωρίς αποκλεισμούς.

Η αλήθεια που ενοχλεί τη βιομηχανία

Το σοκ που προκάλεσε η ανακοίνωση δεν αφορά μόνο ένα συμβόλαιο. Αφορά την αποδοχή ότι τα μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα δεν χρειάζονται πια την τηλεόραση για να υπάρξουν. Χρειάζονται κοινό. Και το κοινό έχει ήδη μετακινηθεί. Όχι από αχαριστία, αλλά από ανάγκη. Εκεί όπου ο χρόνος είναι ελαστικός, η πρόσβαση άμεση και η εμπειρία λιγότερο περιοριστική.

Τα Όσκαρ δεν γίνονται content. Η τηλεόραση ήταν που μετατράπηκε σε μουσειακό αντικείμενο, κρατώντας σφιχτά μια εποχή που δεν επιστρέφει. Η αλλαγή δεν είναι προδοσία της ιστορίας -προφανώς- αλλά προσπάθεια να παραμείνει ζωντανή.

Το θέμα δεν είναι ότι τα Όσκαρ πάνε στο YouTube από το 2029. Είναι ότι η τηλεόραση έμεινε στο ’90

Όταν ένας παγκόσμιος θεσμός επιλέγει να μετακινηθεί, δεν το κάνει για να φανεί σύγχρονος, αλλά για να μην παριστάνει ότι ζει σε μια δεκαετία που έχει τελειώσει. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η διαφορά.

Στην Ελλάδα, η συζήτηση συνήθως σταματά στο «πού θα παίζει». Σπάνια φτάνει στο «γιατί μετακινείται». Την ίδια στιγμή, η εγχώρια τηλεοπτική πραγματικότητα ανακυκλώνει σταθερά τα ίδια πρόσωπα, τις ίδιες φωνές, τις ίδιες ιδέες, συχνά με ελάχιστες παραλλαγές και διαφορετικούς τίτλους. Δεν πρόκειται για έλλειψη ταλέντου, αλλά για έλλειψη ρίσκου και φαντασίας. Το κοινό αλλάζει, αλλά η εικόνα επιμένει να μοιάζει οικεία, σχεδόν καθησυχαστική, σαν να αρκεί η συνήθεια για να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον.

Κι όμως, το κοινό έχει ήδη φύγει αλλού. Όχι από αχαριστία, αλλά από ανάγκη, γιατί η πρόσβαση, η επιλογή και ο χρόνος δεν είναι πια διαπραγματεύσιμα. Όταν οι ίδιες παρουσίες επιστρέφουν ξανά και ξανά, σε διαφορετικές εκπομπές αλλά με τον ίδιο τρόπο αφήγησης, το πρόβλημα δεν είναι η πλατφόρμα. Είναι η αδυναμία να ειπωθεί κάτι αλλιώς.

Τα Όσκαρ δεν εγκαταλείπουν την ιστορία τους. Αρνούνται να την παγώσουν. Και όσο πιο γρήγορα καταλάβουμε ότι το ζήτημα δεν είναι το YouTube του 2029, αλλά η τηλεόραση που συνεχίζει να σκέφτεται σαν να βρίσκεται στο ’90, τόσο πιο εύκολα θα σταματήσουμε να αιφνιδιαζόμαστε από αλλαγές που έχουν ήδη συμβεί.

DPG Network