Η Άρτεμις Μπαλτογιάννη περιέλαβε στην «The Intermission» όλη της την αγάπη για την τέχνη

Δάφνη Καραβοκύρη
Η Άρτεμις Μπαλτογιάννη περιέλαβε στην «The Intermission» όλη της την αγάπη για την τέχνη

Μια διαφορετική πρόταση στην προσέγγιση και την προώθηση της τέχνης, σήμερα.

Και τί είναι τέχνη σας ρωτώ;

Σωστή και λάθος απάντηση, προφανώς δεν χωρά, διότι η τέχνη είναι τίποτα και τα πάντα.

Σε μια καθημερινότητα απαιτητική, που οι οθόνες έχουν κατακλύσει τη ζωή μας, μένει ελάχιστος χώρος και χρόνος για έμπνευση, Αληθινή έμπνευση, με χρώμα, με υφή, με αφήγηση για νοητά ταξίδια που συμβαίνουν ενώ εμείς στεκόμαστε ακίνητοι.

Μια τέτοια μορφή ταξιδιού, συμβαίνει με την παρουσία μας σε έναν χώρο τέχνης, όπου στεκόμαστε εμείς, ακίνητοι, μπροστά από ένα έκθεμα. Από ένα installation, από έναν πίνακα, από ένα δημιούργημα.

Θέλοντας και μη, το μυαλό ταξιδεύει, η λογική καλό θα ήταν να χαθεί και η ανάγκη για ανακάλυψη ξυπνά.

Ποιος είναι ο καλλιτέχνης; Ποιος είναι ο δημιουργός; Tί να ήθελε να επικοινωνήσει άραγε μέσω του έργου του και τελικά αυτό πως φτάνει στη δική μας ψυχή; Ποια είναι η μετάφραση;

Αυτή η υποκειμενικότητα που προκύπτει, λέγεται σύνδεση.

Αυτό μας συμβαίνει, μεταξύ άλλων, όταν αφήνουμε τις αισθήσεις μας να εκτεθούν μπρος σε εκθέματα και έργα τέχνης.

Και αυτή η συγκυρία είναι αναζωογονητικά μαγική.

Επί σειρά ετών, έχω βάλει μια gallery στο «μάτι». Έχει μπει στο radar μου, για τη διαφορετικότητά της και την αυθεντικότητά της και αυτή η gallery oνομάζεται TheIntermission.

Μιας και είναι καλοκαίρι – αν και η τέχνη είναι άχρονη και σεζόν δεν λογαριάζει – σκέφτηκα πως θα ήταν μια καλή ευκαιρία να σας την συστήσω (σε όσους δεν την γνωρίζετε ήδη) και όπως το καλοκαίρι μας αφήνει παράθυρα να ερωτευτούμε, έτσι και η τέχνη μας ανοίγει παράθυρα για να ταξιδέψουμε, να σκαλίσουμε και να μπούμε σε περιπέτειες ανακάλυψης.

Ήρθα σε επαφή με την ιδρύτρια της The Intermission, την Άρτεμις Μπαλτογιάννη για να μάθω όσα περισσότερα μπορώ και να τα μοιραστώ μαζί σας.

Άρτεμις, σε ευχαριστώ από καρδιάς.

Ένα διαμάντι καλλιτεχνικό γεννήθηκε το 2019 στον Πειραιά. Ένας χώρος που στόχο είχε και έχει να δώσει μια άλλη πνοή στην καλλιτεχνική ροή και σκέψη σε ό,τι αφορά φιλοξενίες νέων ή παλιών καλλιτεχνών με στόχο να εμπνεύσει. Άρτεμις, ο λόγος σε σένα. Ποια είσαι;

Είμαι η ιδρύτρια του καλλιτεχνικού διαμαντιού. Παράλληλα εργάζομαι ως σύμβουλος τέχνης και μοιράζω τη ζωή μου ανάμεσα στην Αθήνα και το Λος Άντζελες. Αυτή τη στιγμή φιλοξενούμε στο The Intermission την πρώτη έκθεση του Jean-Michel Basquiat που δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ στην Ελλάδα. Αγαπώ βαθιά την τέχνη και τη δημιουργία, και το πιο όμορφο κομμάτι όλου αυτού του ταξιδιού είναι ότι χτίζεται μια κοινότητα γύρω από τη γκαλερί — από ανθρώπους με κοινές ανησυχίες, διάθεση για πειραματισμό και ανάγκη για ουσιαστική σύνδεση. Στον ελεύθερο μου χρόνο, θα με βρεις είτε μέσα στο νερό είτε κάπου που υπάρχει τουλάχιστον μία γάτα (ιδανικά περισσότερες).

Πως γεννήθηκε το όνομα The Intermission και γιατί έχει γίνει αυτή επιλογή γραφής του ονόματος;

Το όνομα The Intermission προέρχεται από το μοντέλο λειτουργίας της γκαλερί, που βασίζεται στη φιλοξενία άλλων γκαλερί. Σκεφτόμουν πως θα μπορούσε να λειτουργεί σαν ένα διάλειμμα από το συνηθισμένο τους πρόγραμμα — μια ευκαιρία να παρουσιάσουν μια έκθεση στον Πειραιά, σε ένα διαφορετικό πλαίσιο και ρυθμό.

Πότε ανοίξατε τις πόρτες σας;

Ανοίξαμε τις πόρτες μας τον Σεπτέμβριο του 2019 — πάνω στην ώρα για να υποδεχτούμε τον COVID.

jmb-1983-untitled-3487.jpg

©️ Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York

Την πρωτοβουλία για τη δημιουργία του χώρου αυτού ποιος την ανέλαβε;

Την πρωτοβουλία την ανέλαβα εγώ. Η ιδέα γεννήθηκε σε μια κουβέντα με φίλους και την υλοποίησα σχεδόν αμέσως. Ήθελα να δημιουργήσω έναν ζωντανό τόπο που να φιλοξενεί εκθέσεις και καλλιτέχνες που δεν έχουν παρουσιαστεί ξανά στην Ελλάδα — αλλά και να υπάρχει η ελευθερία να δοκιμάζουμε πράγματα που δεν χωρούν απαραίτητα σε κατηγορίες.

Από πόσα άτομα απαρτίζεται η ομάδα σας και τι έχει αναλάβει ο καθένας;

Η ομάδα μας αποτελείται από τρία άτομα. Επειδή είμαστε μια μικρή δομή, οι αρμοδιότητες μοιράζονται οριζόντια — όλοι συμμετέχουμε σε πολλά επίπεδα. Ο Σάββας Σαγιόγλου είναι υπεύθυνος της γκαλερί και ασχολείται με τους συλλέκτες, την παραγωγή, την οπτική μας ταυτότητα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.Η Βασιλεία Κάγκα είναι υπεύθυνη καταγραφής και έχει αναλάβει τα λογιστικά, τις μεταφορές, καθώς και τα κείμενα των καλλιτεχνών, μιας και είναι και ανεξάρτητη επιμελήτρια.Η Κατερίνα Πατάκα ασχολείται με την παραγωγή, την οργάνωση του προγράμματος και την έρευνα.

Ήταν εύκολη και ξεκάθαρη η επιλογή του χώρου και του μέρους ή ήταν περισσότεροι οι προβληματισμοί και τα διλήμματα;

Η επιλογή του χώρου ήταν σχεδόν αυτόματη. Η παλιά μου φίλη και συνεργάτης είχε ήδη ανοίξει τη γκαλερί Rodeo (σήμερα Sylvia Kouvali) και, εκτός του ότι μου άρεσε πολύ αρχιτεκτονικά ο χώρος, ήθελα να βρίσκομαι κοντά της. Ο Γιάννης Καϋμενάκης του wine bar Paleo υπήρξε επίσης πολύ υποστηρικτικός από την αρχή. Δεν αμφέβαλα ούτε για μια στιγμή ότι ήταν το ιδανικό μέρος.

Πώς προέκυψε η δική σου αγάπη για την τέχνη ή τις τέχνες;

Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο καλλιτέχνες, έργα τέχνης, μουσική και θέατρο. Ως παιδί ήθελα να γίνω ζωγράφος. Δεν μπορώ να πω ότι «προέκυψε» η αγάπη μου για τις τέχνες — ήταν μάλλον η πρώτη μου γλώσσα.

Tί σπούδασες και γιατί;

Σπούδασα Ιστορία και Θεωρία της Τέχνης στο Goldsmiths. Στη συνέχεια έκανα μεταπτυχιακό στο NYU πάνω σε ArtBusiness, γιατί ήθελα να αποκτήσω μια πιο πρακτική προσέγγιση στον χώρο της τέχνης — να κατανοήσω όχι μόνο την ιστορία και τη θεωρία, αλλά και το πώς λειτουργεί το οικοσύστημα της τέχνης στην πράξη.

Η τέχνη ήταν κάτι που διδάχτηκες να αγαπάς από το σπίτι σου ή κάτι που αγάπησες μόνη σου στην πορεία;

Μεγάλωσα μέσα στην τέχνη — ήταν παρούσα στο σπίτι και στο περιβάλλον μου από πολύ νωρίς. Όμως, όπως είναι φυσικό, ο χαρακτήρας και τα προσωπικά μου βιώματα με οδήγησαν στις δικές μου προτιμήσεις: στους καλλιτέχνες, τα ρεύματα και τα μουσικά ακούσματα που αγαπώ και που πάντα εξελίσσονται μαζί μου.

Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με αυτό που λέμε τέχνη και ποια ήταν η αφορμή; Τι αντίκρισες, τι ένιωσες;

Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη μου επαφή με την τέχνη. Θυμάμαι όμως πολύ έντονα το πρώτο σύγχρονο έργο που με ενθουσίασε όταν ήμουν παιδί: ένα βίντεο της Pipilotti Rist, σε μια οθόνη τοποθετημένη στο πάτωμα του Μουσείου της Γενεύης. Έδειχνε μια γυναίκα στις φλόγες — σαν να μας φώναζε από την κόλαση. Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση το ότι η οθόνη ήταν στο πάτωμα. Ήμουν πολύ μικρή· δεν νομίζω ότι είχα καταλάβει τότε το χιούμορ ή την ειρωνεία της εικόνας, αλλά σίγουρα συνέβαλε στο να δω την τέχνη ως κάτι που μπορεί να είναι και διασκεδαστικό — όχι αποστειρωμένο.

Η τέχνη στην Ελλάδα που βρίσκεται; Ξέρουμε να της δίνουμε το χώρο και το χρόνο που της πρέπει;

Μου ζητούν συχνά να περιγράψω τη «σκηνή» της Ελλάδας ή την τέχνη στην Ελλάδα — και η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι. Είναι ένας μεγάλος και πολύπλευρος χώρος, με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, φορείς και προσεγγίσεις. Εγώ συνεργάζομαι κυρίως με ανθρώπους από το εξωτερικό, κυρίως επειδή ζω πολλά χρόνια έξω. Ο ρόλος της The Intermission είναι να λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στην ελληνική πραγματικότητα και τη διεθνή σκηνή. Σίγουρα υπάρχει έντονη δραστηριότητα με διεθνείς καλλιτέχνες τα τελευταία χρόνια, τόσο από ανεξάρτητους χώρους όσο και από τα μεγάλα ιδρύματα — και αυτό είναι κάτι που το εξωτερικό πλέον το αναγνωρίζει. Υπάρχει ενδιαφέρον, κινητικότητα και μια αίσθηση ότι κάτι διαμορφώνεται, αλλά είναι δύσκολο να το συνοψίσει κανείς εύκολα.

Υπάρχει κάτι που σε στεναχωρεί στην αντιμετώπισή μας, ως ελληνική κοινωνία προς το στοιχείο της Τέχνης;

Παρατηρώ ότι πολλοί συλλέκτες στην Ελλάδα εξακολουθούν να προτιμούν την αγορά έργων από το εξωτερικό, καθώς δεν έχει ακόμη εδραιωθεί η αντίληψη πως αξίζει να στηρίζουν τις ελληνικές γκαλερί που παρουσιάζουν διεθνείς καλλιτέχνες. Αυτή η τάση, αναπόφευκτα, επηρεάζει τη βιωσιμότητα και τη δυναμική των γκαλερί: περιορίζει τις δυνατότητές τους να επενδύσουν σε νέες συνεργασίες και να αναπτύξουν συνεκτικά και φιλόδοξα εκθεσιακά προγράμματα με συνέχεια και βάθος.

jmb-1981-untitled-314.jpg

©️ Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York

Τι θεωρείς πως λείπει;

Αυτό που θεωρώ ότι λείπει είναι η εξωστρέφεια — κυρίως μέσα από τις σχολές και τις μορφωτικές δομές που εκπαιδεύουν τους καλλιτέχνες. Θα ήθελα να βλέπω περισσότερες ευκαιρίες για διεθνείς ανταλλαγές, συνεργασίες, ανοιχτούς διαλόγους με το εξωτερικό.

Τα social media πως έχουν επιδράσει στη δική σου δουλειά, στη δική σας προώθηση της gallery και της όλης φιλοσοφίας σας;

Τα social media είναι ο βασικός μας τρόπος επικοινωνίας με το κοινό. Προσφέρουν ορατότητα σε παγκόσμιο επίπεδο και, αν χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορούν να λειτουργήσουν ως εξαιρετικό εργαλείο για τη διάδοση της δουλειάς μας και της φιλοσοφίας του χώρου. Παράλληλα όμως, είναι κι άλλο ένα «πρέπει» στη μεγάλη λίστα με όσα οφείλουμε να κάνουμε — και δεν το διασκεδάζω καθόλου.

Πώς αγκάλιασε ο κόσμος την gallery σας;

Αρχικά είχαμε μεγάλη επισκεψιμότητα από το δικό μου δίκτυο ανθρώπων — φίλους, συνεργάτες, γνωστούς. Αυτό είναι φυσικό να φθίνει με τον καιρό, ειδικά αν αυτό που παρουσιάζουμε δεν βρίσκεται στα άμεσα ενδιαφέροντά τους. Αυτό που μου δίνει πραγματικά χαρά είναι ότι πλέον, στα εγκαίνιά μας, δεν αναγνωρίζω μεγάλο μέρος του κόσμου που έρχεται — και ακόμη περισσότερο όταν γνωρίζω άτομα που δεν με ξέρουν προσωπικά, αλλά ξέρουν τη γκαλερί.

Είχες άγχος και φοβίες ότι μπορεί να μην «πιάσει τόπο»;

Όχι, δεν είχα άγχος αν θα «πιάσει τόπο», γιατί δεν το έκανα με αυτό το κριτήριο. Ήμουν πάντα συγκεντρωμένη στο επόμενο project ή την επόμενη έκθεση. Όταν δουλεύεις εσωτερικά πάνω σε κάτι που σε αφορά, νιώθεις ότι έχει νόημα — ανεξάρτητα από την εξωτερική ανταπόκριση. Το άγχος, όταν εμφανίζεται, είναι συνήθως οικονομικής φύσης: πώς θα συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που κάνουμε, ειδικά όταν σχεδιάζουμε projects μεγαλύτερης κλίμακας.

Τι είχες ανάγκη να δείξεις με τη δημιουργία αυτού του χώρου και πως ήθελες να διαφοροποιηθείς;

Ως σύμβουλος τέχνης δουλεύεις κυρίως με συλλέκτες. Εγώ, όμως, είχα ανάγκη να συνεργάζομαι με καλλιτέχνες — και η γκαλερί ήταν ο τρόπος για να το κάνω. Ήθελα επίσης να ξανασυνδεθώ με την πόλη στην οποία μεγάλωσα, με έναν τρόπο ενεργό και δημιουργικό. Δημιούργησα αυτό το ιδιαίτερο μοντέλο συνεργασιών σκεπτόμενη τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γκαλερί σήμερα, τη δική μου ανάγκη για ευελιξία, αλλά και το γεγονός ότι ήδη εργάζομαι ως σύμβουλος τέχνης.

Μίλησέ μου για τις συνεργασίες σας. Ξέρω δεν μπορείς να ξεχωρίσεις αγαπημένες δουλειές αλλά θα ήθελα να σταθείς στα ονόματα των καλλιτεχνών με τους οποίους έχετε έρθει σε επαφή και έχετε δημιουργήσει συνέργειες.

Όλοι οι καλλιτέχνες που έχω επιλέξει να εκθέσω είναι, προφανώς, σημαντικοί για μένα. Παρ’ όλα αυτά, θα ξεχωρίσω κάποιες εκθέσεις, γιατί πιστεύω ότι ήταν πιο ολοκληρωμένες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι καλλιτέχνες είχαν περισσότερο χρόνο να ετοιμάσουν μια έκθεση εξ ολοκλήρου για το The Intermission. Αναφέρω χαρακτηριστικά την έκθεση του Cooper Jacoby, σε συνεργασία με τη γκαλερί Robbie Fitzpatrick, καθώς και την έκθεση της Stella Zhong, σε συνεργασία με τη Chapter NY.

Πώς γίνεται η επιλογή των καλλιτεχνών που θα φιλοξενήσετε;

Επιλέγω καλλιτέχνες που θεωρώ ότι έχουν — ή θα έχουν — ένα σημαντικό αποτύπωμα στην ιστορία της τέχνης. Δίνω προτεραιότητα σε καλλιτέχνες που δεν έχουν ξαναεκθέσει στην Ελλάδα, γιατί με ενδιαφέρει να φέρνω στο ελληνικό κοινό φωνές και πρακτικές που δεν έχει ξαναδεί από κοντά. Φυσικά, υπάρχει και η πρακτική διάσταση: τι είναι διαθέσιμη να παραχωρήσει η συνεργαζόμενη γκαλερί, τι έργα μπορούν να ταξιδέψουν, και πώς διαμορφώνεται το πλαίσιο κάθε έκθεσης.

Πώς λειτουργεί η TheIntermission;

Η The Intermission δεν εκπροσωπεί καλλιτέχνες όπως κάνουν συνήθως οι γκαλερί. Διοργανώνουμε ατομικές εκθέσεις σε συνεργασία με τη γκαλερί που εκπροσωπεί ή συνεργάζεται με τον εκάστοτε καλλιτέχνη. Η συνεργαζόμενη γκαλερί καλύπτει τα έξοδα της έκθεσης, ενώ εμείς αναλαμβάνουμε πλήρως την υλοποίησή της — από την παραγωγή μέχρι την επικοινωνία — μέσα από το δίκτυο συνεργατών μας.

Tα έργα των καλλιτεχνών πωλούνται ή είναι μόνο προς παρουσίαση;

Τα έργα των καλλιτεχνών είναι συνήθως προς πώληση, αλλά η διάθεσή τους γίνεται από τη γκαλερί που φιλοξενούμε.

Υπάρχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια φιλοξενίας των καλλιτεχνών;

Οι εκθέσεις διαρκούν συνήθως δύο με τρεις μήνες. Πιστεύω ότι είναι ένα επαρκές διάστημα, ώστε να προλάβει κάποιος να μας εντάξει στο πρόγραμμά του.

Φαντάζομαι πως έχουν ήδη δρομολογηθεί συμπράξεις για το αύριο. Θα ήθελες να μου πεις δύο λόγια γι’ αυτές;

Δυστυχώς δεν μπορώ ακόμη να μιλήσω — ούτε καν για την έκθεση του Σεπτεμβρίου. Ετοιμάζουμε όμως μια σειρά ομιλιών και γεγονότων γύρω από τη μουσική ιστορία του Πειραιά, που θα ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο και θα συνεχιστεί για αρκετούς μήνες.

jmb-1981-untitled-fly-weight-316.jpg

©️ Estate of Jean-Michel Basquiat. Licensed by Artestar, New York

Υπάρχει κάτι άλλο που θέλεις να προσθέσεις;

Η έκθεση του Basquiat που φιλοξενούμε αυτή την περίοδο διεύρυνε σημαντικά το κοινό μας, συστήνοντας τη γκαλερί σε ανθρώπους που μας επισκέφθηκαν για πρώτη φορά. Είμαι πραγματικά ενθουσιασμένη για το πώς αυτό το νέο και πιο ποικιλόμορφο κοινό θα αγκαλιάσει το μελλοντικό μας πρόγραμμα.

* Credit για installation shots: Paris Tavitian / Courtesy of The Intermission.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε την επίσημη ιστοσελίδα της gallery εδώ: www.theintermission.art