Χρήστος Φερεντίνος: «Έχουν αυξηθεί οι συμμετοχές στα τηλεπαιχνίδια, το κίνητρο παραμένει το κέρδος»
Στο αφιέρωμα του Queen.gr για την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης, εστιάζουμε στα τηλεπαιχνίδια, το μακροβιότερο και αυτούσιο ψυχαγωγικό τηλεοπτικό είδος. Ο master του είδους Χρήστος Φερεντίνος, μιλά για όλα όσα άλλαξαν από την εποχή που εκείνος πρωτοξεκίνησε ως παρουσιαστής, μέχρι σήμερα που απολαμβάνει την κάθε του στιγμή στο The Wall στον ΣΚΑΙ.
Εδώ και 27 χρόνια ο Χρήστος Φερεντίνος είναι συνυφασμένος με την έννοια του τηλεοπτικού παιχνιδιού στην ελληνική τηλεόραση. Είναι ο μοναδικός παρουσιαστής που έχει παρουσιάσει τα περισσότερα και τα πιο δημοφιλή ταυτόχρονα.
Από το «Κολλητοί» το 1998, τον «Μονομάχο», το «Κληρονόμοι», το «Fort Boyard», τη «Λίστα», το «Άκου τι είπαν» το «Deal» και «Super Deal», «Show me the money», το «Τέλεια απόδραση» το «Still Standing» και τώρα το «The Wall».
Δίκαια θεωρείται ο master του είδους και είναι ο καταλληλότερος να μας εξηγήσει και τις μεταβολές που έχουν γίνει στο πιο αυτούσιο ψυχαγωγικό είδος προγράμματος. Ο παρουσιαστής μιλά στο Queen.gr για το πόσο επηρέασε η τεχνολογία την παραγωγή αυτών των προγραμμάτων, την αύξηση των συμμετοχών λόγω και της δύσκολης οικονομικής κατάστασης για την πλειοψηφία του κοινού, τον τρόπο που ο ίδιος προσπαθεί να βρει την ισορροπία ανάμεσα στους παίκτες και το project και τον λόγο που φέτος με το The Wall είναι πραγματικά ενθουσιασμένος.
Ο Χρήστος Φερεντίνος υψώνει το The Wall και έρχεται αντιμέτωπος με όλα τα φαβορί του prime time
«Πριν από χρόνια δίνονταν εξωπραγματικά ποσά ως έπαθλα, τώρα έχουν μειωθεί, κυρίως μετά την οικονομική κρίση»
Παρόλο που ξεκίνησες από μία διαφορετική τηλεοπτική αφετηρία, φαίνεται ότι αυτό το τηλεοπτικό είδος ψυχαγωγίας είναι στα μέτρα σου, ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία σου.
Στην ουσία στην τηλεόραση ξεκίνησα με εκπομπές δρόμου, στην αρχή με το «Άκου να δεις», αργότερα με το «Μπαμ», το «Ακούνα Ματάτα», αλλά και εκείνη την εποχή, έκαναν επιτυχία τα τηλεπαιχνίδια. Υπήρχε για παράδειγμα ο μέγιστος Γιώργος Πολυχρονίου, ο Ανδρέας Μικρούτσικος, ο Μίλτος Μακρίδης, υπήρχαν δηλαδή δυνατοί παρουσιαστές. Μετά μπήκα και εγώ σε αυτόν τον τομέα της ψυχαγωγίας, ουσιαστικά το 2000 με τον «Μονομάχο» ενώ ήδη είχα κάνει μία μικρή απόπειρα στον ΑΝΤ1 με το «Οι κολλητοί». Ακολούθησαν «Οι κληρονόμοι», το «Fort Boyard». Σε κάθε ένα από αυτά ανακάλυπτα κάτι διαφορετικό, ανοίχτηκε μπροστά μου ένας συναρπαστικός διαφορετικός κόσμος.
Από την εποχή που εσύ ξεκίνησες να παρουσιάζεις τα τηλεπαιχνίδια πριν από 25 χρόνια μέχρι σήμερα, πόσο και σε τι έχουν αλλάξει;
Έχουν ανέβει σκάλες, κατηγορίες, έχει ανέβει πολύ το επίπεδο παραγωγής. Αλλά και αριθμητικά έχει αυξηθεί η συμμετοχή του κόσμου που θέλει να παίξει σε αυτά. Γενικά νομίζω πως στον χώρο των τηλεπαιχνιδιών η ελληνική τηλεόραση έχει βελτιωθεί πολύ τα τελευταία χρόνια.
Πόσο έχει βοηθήσει σε αυτό και η εξέλιξη της τεχνολογίας, τα μέσα που πια χρησιμοποιούνται σε σκηνικά, props αλλά και στα γραφικά;
Έχει βοηθήσει και η τεχνολογία στην εξέλιξή τους αλλά και ο ανταγωνισμός λόγω της ύπαρξης αρκετών προγραμμάτων αυτού του είδους. Όλα τα κανάλια επιδιώκουν να έχουν ένα καλό τηλεοπτικό προϊόν, αλλά αυτός ο ανταγωνισμός από την άλλη πλευρά, δεν έχει δώσει την ευκαιρία στα τηλεπαιχνίδια να έχουν τον χώρο και τον χρόνο για να αναπτυχθούν. Παλαιότερα υπήρχε αυτή τη πολυτέλεια του χρόνου, μέχρι να βρουν τα προγράμματα τον ρυθμό τους. Γιατί ο τηλεθεατής σε μερικά project χρειάζεται αυτό τον χρόνο για να τα παρακολουθήσει, να τα κατανοήσει, να τα αγαπήσει για να τα ακολουθήσει πιστά.
Επίσης κάποια χρόνια πριν, θεωρούνταν το παιχνίδι ένα εύκολο τηλεοπτικό προϊόν στο να στηθεί ως παραγωγή, αλλά πλέον έχουν αλλάξει τα δεδομένα γιατί έχουν αυξηθεί οι απαιτήσεις του κοινού. Υπάρχει επίσης μία ακόμη διαφοροποίηση τα τελευταία χρόνια, με τη μείωση των χρημάτων που δίνονται στους παίκτες. Πριν από δέκα χρόνια για παράδειγμα ήταν έως και εξωπραγματικά τα ποσά που δίνονταν ως έπαθλα.
Λόγω και της οικονομικής κρίσης;
Επηρεάστηκαν όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, όλα τα προγράμματα εκείνη την εποχή από την οικονομική κρίση, γιατί άλλαξε η έννοια του χρήματος και όλοι μας προσγειωθήκαμε σε μία άλλη πραγματικότητα.
Παραμένει ο οικονομικός παράγοντας το κύριο κίνητρο συμμετοχής για έναν παίκτη ή παίκτρια; Όλοι έρχονται για να κερδίσουν και λιγότερο για την εμπειρία, ή τη χαρά της νίκης:
Το πρώτο κίνητρο συμμετοχής φυσικά και παραμένει το κέρδος, όλοι έρχονται για να κερδίσουν χρήματα. Άλλα τηλεπαιχνίδια δίνουν λιγότερα άλλα περισσότερα χρήματα, είτε είναι γνώσεων, είτε εκείνα που έχουν αρκετά challenge ή αυτά που βασίζονται μόνο στην τύχη.
Βλέπεις πως αριθμητικά τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί οι συμμετοχές γιατί ο κόσμος έχει ανάγκη από χρήματα για να καλύψει τις καθημερινές του ανάγκες;
Για να το πω απλά, η πίτα σε αυτό το κομμάτι των συμμετοχών έχει καταμεριστεί τα τελευταία χρόνια λόγω του ανταγωνισμού, της ύπαρξης πολλών προγραμμάτων. Αλλά για να μιλήσω πιο ειδικά για τη δική μας περίπτωση με το The Wall, από τα πρώτα επεισόδια αυξήθηκε ο αριθμός εκείνων που επιθυμούσαν να λάβουν μέρος. Τους άρεσε πολύ το παιχνίδι μας και χωρίς μάλιστα να έχουν συμμετάσχει κατά το παρελθόν σε κάποιο άλλο.
Θέλουν να ζήσουν την εμπειρία και δεν μιλάμε μόνο για παίκτες που ζουν στις μεγάλες πόλεις ή στην Αθήνα, αλλά από όλη την Ελλάδα.
Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία στην παρουσίαση ενός τέτοιου project, κάποιος πιο ειδικός συντονισμός;
Ένας παρουσιαστής ή παρουσιάστρια γενικότερα στην τηλεόραση πρέπει να είναι συντονισμένος με την εκπομπή του, αλλά στη δική μας περίπτωση υπάρχουν οι κανόνες. Άρα θα πρέπει να τους ακολουθήσεις πιστά και παράλληλα να μη χάσεις τη φυσικότητα και τον αυθορμητισμό σου. Αυτός ο συνδυασμός μαζί με την πειθαρχία που πρέπει να έχεις, φέρνουν την ισορροπία. Για να μην «καπελώνεις» τους παίκτες, αλλά να έχεις και τη δυνατότητα να το «οδηγείς» εσύ το παιχνίδι όπως πρέπει.
Κάθε επεισόδιο όμως είναι ένα διαφορετικό όχημα και διαφορετικά το οδηγείς, γιατί εξαρτάται και από την προσωπικότητα των παικτών που έχεις κάθε φορά μαζί σου και τις διαφορετικές ανάγκες που προκύπτουν. Από την άλλη πλευρά αλλιώς είναι ένα παιχνίδι που ο παρουσιαστής είναι 100% με την πλευρά του παίκτη είναι δίπλα του, τον στηρίζει και τον εμψυχώνει, εντελώς διαφορετικό είναι εκείνο που βρίσκεται ανάμεσα σε πολλούς παίκτες και εκεί παίζει τον ρόλο του διαιτητή και είναι πιο αποστασιοποιημένος.
Κάθε τηλεπαιχνίδι χρειάζεται διαφορετικό χειρισμό και αυτό για εμένα ως παρουσιαστή, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ισχύει όμως, αυτό που λέμε για όλα τα προγράμματα, ότι δεν μπορεί ως παρουσιαστής να είσαι καλός σε όλα. Γιατί δεν ταιριάζουν όλα στην προσωπικότητά σου.
Φέρνω ως παράδειγμα εμένα που έχω κάνει πολλά και διαφορετικά σε δομή προγράμματα. Σε κάποια ένιωθα και απέδιδα καλύτερα, γιατί ήμουν περισσότερο ο εαυτός μου. Αυτό βέβαια σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι δεν μπορώ να κάνω καλά αυτά που δεν ταιριάζουν στη δική μου ιδιοσυγκρασία. Κάθε ένα το βιώνω ως μία μοναδική και ξεχωριστή εμπειρία, πραγματικά το απολαμβάνω, όπως φέτος το Τhe Wall.
Τι πρέπει να προσέξει ο παίκτης και η παίκτρια που θα έρθει στο The Wall; Υπάρχει μία συμβουλή, ένα μυστικό που τους δίνεις πριν μπουν στο στούντιο;
Στο The Wall είναι όλα θέμα τύχης. Μπορεί ένας παίκτης να μην απαντήσει σε καμία από τις ερωτήσεις, αν και στον πρώτο γύρο είναι εύκολες και να φύγει από το παιχνίδι με χρήματα. Μας έχει συμβεί με παίκτρια που δεν απάντησε σωστά σε καμία ερώτηση και έφυγε από το The Wall με ένα μεγάλο ποσό. Πρέπει ωστόσο να προσέξεις το πώς θα κινηθείς, πώς θα τοποθετήσεις τις μπάλες, περιλαμβάνει μία στρατηγική, έναν σχεδιασμό, σε άλλες περιπτώσεις ο παίκτης μπορεί να σκίσει το συμβόλαιο και να κερδίσει και κάποιος να το υπογράψει και να μην πάρει τίποτε. Ακόμη και εγώ ανακαλύπτω συνέχεια κάτι καινούργιο στο παιχνίδι για αυτό και με έχει ενθουσιάσει.
