Στην Ozempic-Mounjaro εποχή, η Fatphobia (προκατάληψη στο βάρος) γίνεται πιο επιθετική από ποτέ

Ανθή Μιμηγιάννη
Στην Ozempic-Mounjaro εποχή, η Fatphobia (προκατάληψη στο βάρος) γίνεται πιο επιθετική από ποτέ

Οι πλατφόρμες γεμίζουν με before-and-after φωτογραφίες, με influencers που μιλούν για «body goals», με hashtags που εξιδανικεύουν την απώλεια βάρους σαν ηθική νίκη. Η γλώσσα μπορεί να είναι πιο κομψή -λέμε «wellness», «self-care», «self-improvement», αλλά το μήνυμα μένει ίδιο. Το λεπτό σώμα αξίζει περισσότερο. Εκφράσεις όπως «δεν έχω κορμί για παραλία», «νιώθω χάλια» ή «δεν έπρεπε να φάω γλυκό» μοιάζουν αθώες, όμως χτίζουν μια κουλτούρα ενοχής και αυτοαπόρριψης.

Στην viral εποχή του Ozempic, των Mounjaro ενέσεων και της διαρκούς αυτοβελτίωσης, η fatphobia -δηλαδή η προκατάληψη, ο στιγματισμός ή ακόμη και ο φόβος απέναντι στα μεγαλύτερα σώματα, επανέρχεται πιο επιθετική από ποτέ. Με τον όρο fatphobia δεν εννοούμε μόνο τις προσβολές ή τα υποτιμητικά σχόλια. Μιλάμε για ένα ολόκληρο πλέγμα προκαταλήψεων, θεσμικών και κοινωνικών, που ξεκινά από τις ιατρικές οδηγίες και φτάνει μέχρι την pop κουλτούρα και τα hashtags, με κοινό παρονομαστή την ιδέα ότι το λεπτό σώμα είναι ανώτερο, πιο υγιές, πιο ηθικό.

Η κουλτούρα της δίαιτας υπήρχε πολύ πριν τις ενέσεις αδυνατίσματος

Από τις δεκαετίες των περιοδικών με τις «τέλειες σιλουέτες» μέχρι την εποχή των influencers, η κοινωνία έμαθε να κρίνει το σώμα σαν έργο προς διόρθωση. Αυτό που αλλάζει σήμερα είναι η υπόσχεση της τεχνολογίας. Φάρμακα όπως το Ozempic παρουσιάζονται σαν επαναστατικά εργαλεία που λύνουν το «πρόβλημα» του βάρους, μετατρέποντας το σώμα σε project αυτοβελτίωσης. Όμως κάθε υπόσχεση γρήγορης λύσης φέρνει και μια σιωπηρή απειλή. Αν μπορείς να αδυνατίσεις και δεν το κάνεις, φταις εσύ. Αν δεν τα καταφέρνεις, είσαι αδύναμος. Αν παραμένεις σε μεγαλύτερο σώμα, γίνεσαι στόχος ντροπής.

Εδώ βρίσκεται η πιο σκοτεινή πλευρά της fatphobia

Δεν αφορά μόνο την αισθητική ή το «γουστόζικο» χιούμορ της καθημερινότητας. Συνδέεται με διακρίσεις στην υγειονομική περίθαλψη, με γιατρούς που αντιμετωπίζουν τους ασθενείς σε μεγαλύτερα σώματα ως «μη πειθαρχημένους». Με εργοδότες που προτιμούν «ευπαρουσίαστους» υπαλλήλους. Με σχολεία όπου τα παιδιά γίνονται στόχοι bullying λόγω κιλών. Με μέσα ενημέρωσης που συνεχώς προβάλλουν τη λεπτότητα σαν ιδανικό ζωής. Το weight stigma δεν είναι αόρατο, είναι μετρήσιμο. Έρευνες δείχνουν αυξημένα ποσοστά άγχους, κατάθλιψης, διατροφικών διαταραχών και αποφυγής ιατρικής φροντίδας ανάμεσα σε ανθρώπους που βιώνουν διαρκή κριτική για το σώμα τους.

Τα social media επιτείνουν την πίεση

Οι πλατφόρμες γεμίζουν με before-and-after φωτογραφίες, με influencers που μιλούν για «body goals», με hashtags που εξιδανικεύουν την απώλεια βάρους σαν ηθική νίκη. Η γλώσσα μπορεί να είναι πιο κομψή -λέμε «wellness», «self-care», «self-improvement», αλλά το μήνυμα μένει ίδιο. Το λεπτό σώμα αξίζει περισσότερο. Εκφράσεις όπως «δεν έχω κορμί για παραλία», «νιώθω χάλια» ή «δεν έπρεπε να φάω γλυκό» μοιάζουν αθώες, όμως χτίζουν μια κουλτούρα ενοχής και αυτοαπόρριψης.

Ακόμα πιο ύπουλη είναι η ιατρικοποίηση του βάρους. Ο Δείκτης Μάζας Σώματος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σαν βασικό εργαλείο υγείας, παρότι αγνοεί παράγοντες όπως η μυϊκή μάζα, η γενετική, οι κοινωνικοί προσδιοριστές υγείας. Όταν οι πολιτικές δημόσιας υγείας αντιμετωπίζουν το βάρος σαν μεμονωμένο πρόβλημα, αγνοούν τις κοινωνικές ανισότητες, την ψυχική υγεία, ακόμη και το δικαίωμα των ανθρώπων να λαμβάνουν φροντίδα χωρίς προκατάληψη.

Υπάρχει, βέβαια, και η αντίσταση

Το Body Positivity και το Fat Acceptance Movement προτείνουν έναν άλλον τρόπο θέασης. Ότι όλα τα σώματα αξίζουν σεβασμό, ότι η υγεία είναι πολυπαραγοντική και ότι η ανθρώπινη αξία δεν μετριέται με κιλά. Οργανώσεις όπως το Health at Every Size (HAES) ζητούν ίση ιατρική φροντίδα, αλλαγή στη γλώσσα, εκπαίδευση επαγγελματιών ώστε να μην αναπαράγουν στερεότυπα.

Η αλλαγή χρειάζεται και θεσμικά μέτρα

Νομοθεσία κατά των διακρίσεων βάρους, σχεδιασμό δημόσιων χώρων με καθίσματα και εξοπλισμό για όλα τα σώματα, εκπαιδευτικά προγράμματα που μαθαίνουν στα παιδιά την αξία της διαφορετικότητας. Χρειάζεται, επίσης, μια νέα γλώσσα. Ουδέτεροι όροι αντί για στιγματιστικούς, λιγότερη ηθική φόρτιση γύρω από το φαγητό, λιγότερα «καλό» και «κακό» σώμα.

Η τεχνολογία και η ιατρική μπορούν να προσφέρουν λύσεις για την υγεία, αλλά όχι να επιβάλουν ιδανικά. Το πρόβλημα αρχίζει όταν η απώλεια βάρους γίνεται προϋπόθεση αποδοχής, όταν η χρήση ή η αποτυχία χρήσης φαρμάκων όπως το Ozempic χωρίζει τους ανθρώπους σε «πειθαρχημένους» και «αμελείς».

Η κοινωνική εποχή του Ozempic μάς δείχνει ότι η fatphobia δεν είναι μόνο προσωπική στάση αλλά πολιτισμική, πολιτική και θεσμική. Η αντιμετώπισή της απαιτεί συλλογική αλλαγή. Να δούμε την υγεία πιο σφαιρικά, να μιλήσουμε για σεβασμό και ισότητα, να σταματήσουμε να φορτώνουμε στους ανθρώπους το βάρος -κυριολεκτικά και μεταφορικά- μιας κοινωνίας που κρίνει πριν ακούσει. Γιατί καμία ένεση δεν μπορεί να θεραπεύσει την προκατάληψη.

1757593432565-65737045-123775864963433.jpg