Ευρωπαϊκή Ημέρα Κατάθλιψης: Αν η κατάθλιψη είχε χρώμα, δεν θα ήταν μαύρο
Σήμερα, 5 Οκτωβρίου που τιμάται η Ευρωπαϊκή Ημέρα Κατάθλιψης, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η κατάθλιψη δεν είναι ατομικό ελάττωμα αλλά συλλογικό σύμπτωμα. Και δεν είναι ντροπή, είναι κραυγή σε αργή ταχύτητα. Μια μέρα αφιερωμένη όχι στην ασθένεια, αλλά στους ανθρώπους που τη ζουν σιωπηλά. Το «Όλοι οι εξαιρετικοί άνδρες, είτε στην ποίηση είτε στις τέχνες είτε στην πολιτική, είναι μελαγχολικοί», τα ποσοστά στη Ευρώπη, τι άλλαξε στην Ελλάδα από το 2020.
Η πιο δύσκολη φράση της εποχής δεν είναι το «σ’ αγαπώ», είναι το «δεν είμαι καλά».
Η ημέρα αυτή έρχεται κάθε Οκτώβριο σαν υπενθύμιση ότι πίσω από τη βιτρίνα της «κανονικότητας», εκατομμύρια άνθρωποι στην Ευρώπη παλεύουν με έναν αόρατο πόνο. Έναν πόνο που δεν φωνάζει, δεν αιμορραγεί, δεν προκαλεί σκάνδαλο. Μόνο σιωπά.
Στις μέρες του «να είσαι θετικός», η θλίψη είναι σχεδόν απρέπεια. Και το πιο επικίνδυνο είδος σιωπής είναι αυτό που μεταμφιέζεται σε «όλα καλά».
Η κατάθλιψη δεν είναι έλλειψη χαράς, είναι απώλεια νοήματος. Είναι η ψυχή που κουράστηκε να παλεύει με προσδοκίες, deadlines, ειδοποιήσεις, συμβουλές αυτοβελτίωσης και quotes αυτοβεβαίωσης. Είναι η παύση ανάμεσα σε δύο αναπνοές, εκεί όπου ο άνθρωπος ακούει μόνο τη δική του απουσία.
Η μελαγχολία ως ένδειξη νοημοσύνης και η κατάθλιψη ως κοινωνικό σύμπτωμα
Από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Φρόυντ, η μελαγχολία υπήρξε άλλοτε προνόμιο των στοχαστών. «Όλοι οι εξαιρετικοί άνδρες, είτε στην ποίηση είτε στις τέχνες είτε στην πολιτική, είναι μελαγχολικοί», έγραφε ο Σταγειρίτης. Η μελαγχολία σήμαινε ευαισθησία, βάθος, ικανότητα να συλλαμβάνεις την τραγικότητα του κόσμου.
Σήμερα αυτό το βάθος θεωρείται πρόβλημα. Η σκέψη χαρακτηρίζεται «overthinking», η σιωπή «ψυχρότητα», η ευαισθησία «αδυναμία». Ζούμε σε μια εποχή που προωθεί τη διαρκή χαρά ως κοινωνική υποχρέωση. Αν δεν χαμογελάς, είσαι «τοξικός». Αν πονάς, είσαι «αρνητικός». Αν ζητάς χώρο, είσαι «δραματικός».
Η κατάθλιψη δεν προκύπτει απλώς από χημική ανισορροπία. Είναι, σε μεγάλο βαθμό, πολιτισμικό προϊόν. Είναι η φυσική αντίδραση μιας ψυχής που πνίγεται σε ένα περιβάλλον επιφανειακής ευτυχίας. Η κοινωνία που αποθεώνει την εικόνα, τη νιότη και την παραγωγικότητα γεννά ανθρώπους που νιώθουν ελαττωματικοί μόνο και μόνο επειδή κουράστηκαν.
Η μελαγχολία δεν είναι εχθρός της ζωής. Είναι απόδειξη ότι η ζωή ακόμα συγκινεί.
Η πιο ήσυχη επιδημία: όταν η ψυχή κουράζεται απ’ την επιβίωση
Σύμφωνα με την European Depression Association, πάνω από σαράντα εκατομμύρια Ευρωπαίοι υποφέρουν από κατάθλιψη. Είναι η πιο διαδεδομένη ψυχική ασθένεια στην ήπειρο και όμως η λιγότερο ορατή.
Δεν συνοδεύεται από γάζες, ούτε από γύψους. Μόνο από χαμόγελα που δεν φτάνουν στα μάτια.
Στην Ελλάδα, οι έρευνες δείχνουν πως η κατάθλιψη αυξήθηκε δραματικά μετά το 2020. Ο συνδυασμός οικονομικής ανασφάλειας, πανδημίας, κοινωνικής αποξένωσης και ψηφιακής υπερφόρτωσης δημιούργησε ένα περιβάλλον συνεχούς ψυχικής έντασης.
Η νέα γενιά ενηλικιώνεται μέσα σε μια κουλτούρα προσαρμοσμένης αντοχής: να είσαι πάντα λειτουργικός, ανεξάρτητα από το τι νιώθεις.
Η ψυχική υγεία παραμένει ταμπού. Ο εργαζόμενος που ζητά άδεια για burnout αντιμετωπίζεται σαν «ευαίσθητος». Ο έφηβος που χάνει το ενδιαφέρον του για ζωή θεωρείται «κακομαθημένος». Η γυναίκα που μιλά για μελαγχολία μετά τη γέννα απομονώνεται αντί να αγκαλιαστεί.
Η κατάθλιψη, λοιπόν, δεν είναι ατομική υπόθεση. Είναι το συλλογικό burnout μιας κοινωνίας που δεν προλαβαίνει να νιώσει.
Είναι η ψυχή που κουράστηκε απ’ την επιβίωση πριν προλάβει να ζήσει.
Αν η κατάθλιψη είχε χρώμα, δεν θα ήταν μαύρο
Μας έμαθαν να τη φανταζόμαστε σκοτεινή. Μα η κατάθλιψη δεν είναι πάντα μαύρη, έχει αποχρώσεις. Το γαλάζιο της κόπωσης. Το γκρι της αποξένωσης. Το λευκό της απάθειας. Το θαμπό πράσινο μιας Κυριακής που δεν τελειώνει ποτέ.
Είναι οι ώρες που κοιτάς το ταβάνι και δεν καταλαβαίνεις αν είναι πρωί ή βράδυ. Είναι το σώμα που πονά χωρίς λόγο, το βλέμμα που δεν μπορεί να σταθεί πουθενά.
Η κατάθλιψη είναι σαν να βλέπεις τη ζωή πίσω από τζάμι: οι άλλοι γελούν, κι εσύ ακούς μόνο τον ήχο της αναπνοής σου.
Δεν είναι αδυναμία. Δεν είναι έλλειψη πίστης. Είναι ο τρόπος του νου να λέει «σταμάτα, κάτι δεν πάει καλά».
Ο εγκέφαλος στέλνει συναγερμό, μα η κοινωνία απαντά «κράτα το μέσα σου». Κι έτσι, το μέσα γίνεται βυθός.
Αν η κατάθλιψη είχε χρώμα, δεν θα ήταν μαύρο. Θα ήταν το χρώμα του ανθρώπου που ακόμα προσπαθεί, που θέλει να επιστρέψει στο φως αλλά χρειάζεται χρόνο.
Πόσο ακριβό είναι ένα «είσαι καλά;»
Μερικές φορές, η πιο απλή φράση μπορεί να σώσει μια ζωή. Όχι από λύπηση, αλλά από αναγνώριση. Η κατάθλιψη δεν θεραπεύεται μόνο με φάρμακα ή ψυχοθεραπεία. Χρειάζεται παρουσία. Ένα βλέμμα που δεν αποστρέφεται. Έναν άνθρωπο που θα ακούσει χωρίς να δώσει λύση.
Ζούμε σε εποχή που όλοι μιλούν αλλά κανείς δεν ακούει. Που τα social media έχουν μετατρέψει τη λύπη σε περιεχόμενο και την εξομολόγηση σε trend. Μα η πραγματική επικοινωνία παραμένει το πιο δύσκολο πράγμα.
Το «είσαι καλά;» κοστίζει τόσο λίγο, αλλά φοβόμαστε να το πούμε, γιατί δεν ξέρουμε αν αντέχουμε την απάντηση.
Η Ευρωπαϊκή Ημέρα Κατάθλιψης δεν είναι αφορμή για εκστρατείες ευαισθητοποίησης αλλά note to ourselves πως, πίσω από κάθε «όλα καλά», μπορεί να υπάρχει ένας άνθρωπος που παλεύει να μείνει όρθιος.
Το φως δεν θεραπεύει, αλλά αποκαλύπτει
Μη ξεχνάς πως η κατάθλιψη δεν εξαφανίζεται με αποφθέγματα ούτε με θετική ενέργεια. Θέλει χώρο, χρόνο και ειλικρίνεια.
Το φως δεν σε θεραπεύει, απλώς σε βοηθά να δεις καθαρότερα το σκοτάδι σου. Και μέσα σ’ αυτό το σκοτάδι, αν σταθεί κάποιος δίπλα σου χωρίς να φοβάται, αρχίζει σιγά σιγά να επιστρέφει η ζωή.
Η Ευρωπαϊκή Ημέρα Κατάθλιψης δεν αφορά «τους άλλους». Μας αφορά όλους. Γιατί η πιο βαθιά μορφή ανθρωπιάς είναι να αναγνωρίζεις τον πόνο του άλλου χωρίς να τον εξηγείς.
Να θυμάσαι:
Και η πιο γενναία μορφή ελπίδας είναι να παραδέχεσαι: «Δεν είμαι καλά, αλλά θέλω να ξαναγίνω».
