Γιατί το πρόσωπο της Claire Danes στο Netflix αλλάζει τον τρόπο που βλέπουμε την ηλικία
Το να βλέπεις μια γυναίκα να μεγαλώνει φυσικά στην οθόνη έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όσο νομίζεις. Δεν είναι μόνο αισθητικό ζήτημα, είναι κοινωνικό, συναισθηματικό και βαθιά πολιτισμικό. Η φυσική γήρανση στηρίζει την ψυχική υγεία μας, ενισχύει την ενσυναίσθηση και μας επιτρέπει να μοιραζόμαστε τις πραγματικές εκφράσεις και συναισθήματά μας – κάτι που ο κόσμος έχει αρχίσει να ξεχνά.
Η Claire Danes το αποδεικνύει καθημερινά. Από τα χρόνια του My So-Called Life μέχρι σήμερα, στα 46 της, πρωταγωνιστεί στο νέο Netflix show The Beast in Me, δείχνοντας κάτι που λείπει από την οθόνη: ένα πρόσωπο που κινείται. Που τσαλακώνει, φωτίζεται, σκοτεινιάζει. Που νιώθει.
Και αυτό –στην εποχή των fillers, των lifting και της πίεσης να μοιάζεις για πάντα 25– είναι απίστευτα σπάνιο.
Όταν οι περισσότερες γυναίκες ηθοποιοί στην ηλικία της (ή και μικρότερες) λειαίνουν, γεμίζουν, διορθώνουν για να “αντέξουν” στον φακό, το να βλέπεις ένα πρόσωπο που θυμίζει την ηλικία του μοιάζει σχεδόν επαναστατικό. Η Danes θυμίζει ότι υπάρχει χώρος και για μια γυναίκα με κανονικό, αληθινό χρόνο επάνω της – με την ευγνωμοσύνη πολλών από εμάς και με μια μικρή καλημέρα στην αείμνηστη Diane Keaton, που περπάτησε το μονοπάτι πρώτη.
Στο The Beast in Me υποδύεται μια σαραντάρα συγγραφέα, gay, διαλυμένη από την απώλεια και το διαζύγιο, με μηδενική διάθεση για make-up και στενά ρούχα. Το φιλμικό στερεότυπο το ξέρουμε: η γυναίκα που δεν ασχολείται με την εμφάνισή της είναι αυτή που κουβαλά το βάθος, το βάρος, το νόημα. Και πράγματι, η Danes λειτουργεί ως αντίβαρο στη «τέλεια», λευκή, λεπτή, ξανθιά σύζυγο του άντρα-πρωταγωνιστή. Αλλά πέρα από τους ρόλους και τις σημειολογίες, υπάρχει κάτι άλλο: ο κόσμος το αγκάλιασε. Η σειρά έγινε mainstream επιτυχία και σε Reddit, media και σχόλια παντού, γυναίκες γράφουν πως νιώθουν καλύτερα με το δικό τους πρόσωπο μετά τη θέαση.
Και εσύ το νιώθεις: μια ρυτίδα μπορεί να μοιάζει πιο ανθρώπινη όταν τη βλέπεις να ζει στην οθόνη.
Η φυσική εκφραστικότητα δεν βοηθά μόνο την υποκριτική. Μας βοηθά να νιώθουμε καλύτερα. Η θεωρία της «ανατροφοδότησης του προσώπου» λέει πως καταλαβαίνουμε πώς νιώθουμε και από τις ίδιες μας τις εκφράσεις. Χαμογελάς; Ο εγκέφαλος διαβάζει «ευχάριστο». Συνοφρυώνεσαι; «Κάτι σε ενοχλεί». Αν περιοριστεί η κινητικότητα του προσώπου –με Botox ή παράλυση– μειώνεται και η δυνατότητα να διαβάσουμε τη δική μας ψυχολογία.
Ακόμη πιο κρίσιμο: η εκφραστικότητα είναι ο τρόπος με τον οποίο καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον. Η ενσυναίσθηση είναι μικρή μίμηση. Το πρόσωπο μπροστά σου συσπάται; Το δικό σου ακολουθεί μικρο-κινητικά. Και ο εγκέφαλος μεταφράζει: «Καταλαβαίνω». Όταν λοιπόν το πρόσωπο δεν κινείται, η ενσυναίσθηση μπλοκάρει. Μελέτες δείχνουν ότι άνθρωποι με πρόσφατο Botox δυσκολεύονται να ερμηνεύσουν σωστά συναισθήματα των άλλων και έχουν μειωμένη συναισθηματική ανταπόκριση σε ευχάριστα ή δυσάρεστα βίντεο.
Και κάπου εδώ επιστρέφουμε στη Danes. Το πρόσωπό της –όπως είναι– επιτρέπει να σηκώσει το φρύδι με απορία, να δείξει φόβο, ντροπή, ελπίδα, οργή, τρυφερότητα. Είναι μια υπενθύμιση ότι μια γυναίκα δεν χρειάζεται να μοιάζει έφηβη για να είναι ελκυστική, πολύτιμη ή δυνατή στην οθόνη και στη ζωή.
Οι «γραμμές του γέλιου» γύρω από τα μάτια δεν είναι σημάδια φθοράς. Είναι αρχείο ζωής.
Και σε μια εποχή απανωτής αβεβαιότητας, τεχνολογικής, κοινωνικής και γεωπολιτικής, το να μπορείς να κοιτάζεις ένα ανθρώπινο πρόσωπο που διηγείται την ιστορία του χωρίς φίλτρα, χωρίς μάσκες και χωρίς παγωμένη ομοιομορφία, λειτουργεί σαν ανάσα. Σαν υπενθύμιση ότι η σύνδεση δεν χτίζεται με τελειότητα, αλλά με ανθρώπινη έκφραση.
Όταν ένα πρόσωπο κινείται, κινείται και η ψυχή γύρω του.
