Έμφυλη βία: Όταν το προσωπικό γίνεται πολιτικό - Η Αγγελική Σεραφείμ εξηγεί το νομικό πλαίσιο

Ανθή Μιμηγιάννη

Κάθε γυναίκα προσπαθεί να κατανοήσει το μέγεθος και τις προεκτάσεις της φράσης «το προσωπικό είναι πολιτικό» και κάθε προσπάθεια -με όλα αυτά που συμβαίνουν- γίνεται όλο και πιο σύνθετη. Η 25η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Έμφυλης Βίας, επιβάλλει να δούμε καθαρά το σημείο όπου η προσωπική εμπειρία μιας γυναίκας συναντά τους θεσμούς που ορίζουν την ασφάλειά της. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τοποθετήθηκε και η συζήτηση με την Αγγελική Σεραφείμ, Δικηγόρο, Νομική Ερευνήτρια και Επιμορφώτρια στην έμφυλη βία, την εμπορία ανθρώπων και τη διαδικτυακή κακοποίηση παιδιών.

Προσπαθώ συνεχώς να κατανοήσω το μέγεθος και τις προεκτάσεις της φράσης «το προσωπικό είναι πολιτικό». Και κάθε φορά που προσπαθώ, η διαδικασία γίνεται πιο σύνθετη. Η 25η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Έμφυλης Βίας, δεν επιτρέπει επιφανειακές αναγνώσεις. Αναγκάζει να δούμε καθαρά το σημείο όπου το προσωπικό μιας γυναίκας διασταυρώνεται με τους θεσμούς που ορίζουν την ασφάλειά της.

Δικηγόρος, Νομική Ερευνήτρια και Επιμορφώτρια στην έμφυλη βία, την εμπορία ανθρώπων και τη διαδικτυακή κακοποίηση παιδιών. Μία γυναίκα που γνωρίζει σε βάθος το νομικό πλαίσιο και τις προκλήσεις που δημιουργεί η συνεχής μεταμόρφωση των μορφών βίας σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτητα.

Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του μεγάλου αφιερώματος του Queen.gr στην έμφυλη βία. Στόχος της δεν ήταν να προσφέρει θεωρητικές διαδρομές αλλά να αποτυπώσει τι συμβαίνει όταν η ανάγκη για προστασία συναντά την πραγματική διαδικασία. Από το τι σημαίνει «πρώτο ασφαλές βήμα» μέχρι το πώς τεκμηριώνεται σήμερα μία υπόθεση. Από τον ρόλο των Αρχών μέχρι το πού ακριβώς δυσκολεύεται το σύστημα.

Σημαντικό κομμάτι της συζήτησης ήταν η μετατόπιση της βίας στο ψηφιακό περιβάλλον. Η καθημερινότητα των γυναικών δεν περιορίζεται στον φυσικό χώρο. Αντίστοιχα δεν περιορίζονται και οι μορφές κακοποίησης. Απειλές, παρακολούθηση, έλεγχος λογαριασμών, δημοσιοποίηση ή διαρροή υλικού, παρεμβατικό λογισμικό. Όλα αυτά αποτελούν πλέον ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίζονται όχι μόνο κοινωνικά αλλά και νομικά. Η τεχνολογική εξέλιξη δημιουργεί συνεχώς νέους τρόπους βίας και το ζητούμενο είναι πώς μπορεί να ανταποκριθεί το πλαίσιο που ήδη υπάρχει.

Η συζήτηση άγγιξε αναπόφευκτα τη θέση των ψηφιακών ιχνών. Τι έχει πραγματική χρησιμότητα, τι μπορεί να αξιοποιηθεί, σε ποιο βαθμό καταγράφεται μία απειλή ή μία πράξη παρενόχλησης. Επίσης άνοιξε το θέμα των deepfakes και των παραποιημένων οπτικών υλικών που παράγονται με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης. Πρόκειται για μια πραγματικότητα που δεν αφορά το μέλλον αλλά το παρόν των γυναικών.

Η ενδοοικογενειακή βία παραμένει ο πυρήνας της συζήτησης. Οι καθυστερήσεις στις διαδικασίες, η δυσκολία πρόσβασης στη βοήθεια, η ψυχολογική πίεση και η καθημερινή ανασφάλεια είναι ζητήματα που δεν λύνονται μόνο με άρθρα του Ποινικού Κώδικα. Χρειάζονται χρόνο, γνώση και έναν μηχανισμό που να ανταποκρίνεται στην αλήθεια των περιστατικών και όχι στην ιδεατή εκδοχή τους.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στη βία που βιώνουν γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Είναι μια περιοχή σχεδόν αόρατη για την κοινωνία. Χωρίς ψηφιακά ίχνη, χωρίς εύκολη πρόσβαση σε υποστήριξη και συχνά χωρίς μάρτυρες. Το νομικό πλαίσιο καλείται να αντιμετωπίσει κάτι που η δημόσια συζήτηση δεν έχει ακόμη αναγνωρίσει επαρκώς.

Στον αντίποδα βρίσκονται τα νέα κορίτσια, για τα οποία η κακοποίηση συχνά ξεκινά διαδικτυακά. Μέσα από σχέσεις που χτίζονται στα social, μέσα από έλεγχο, ζήλια, εκβιασμό με φωτογραφίες, μέσω εφαρμογών εντοπισμού. Η έμφυλη βία σε αυτές τις ηλικίες δεν εμφανίζεται απαραίτητα με εμφανή σημάδια. Το αφήγημα αλλάζει και το πλαίσιο πρέπει να προσαρμοστεί σε αυτό.

Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με το ερώτημα της αλλαγής. Όχι σε επίπεδο θεωρίας αλλά σε επίπεδο θεσμών. Τι χρειάζεται να αλλάξει ώστε ο μηχανισμός να λειτουργεί προστατευτικά, να λειτουργεί εγκαίρως και να ανταποκρίνεται σε αυτό που ζουν οι γυναίκες σήμερα τόσο στον φυσικό κόσμο όσο και στον ψηφιακό.

Η συνέντευξη της Αγγελικής Σεραφείμ δεν επεδίωξε απλουστεύσεις, αλλά καθαρότητα. Και αυτή η καθαρότητα είναι ίσως το πιο ουσιαστικό εργαλείο σε μία συζήτηση όπου το προσωπικό δεν ήταν ποτέ απλώς προσωπικό. Είναι κοινωνικό. Είναι θεσμικό. Είναι πολιτικό.