Γυναίκα προς γυναίκα. Ξηγημένα και παντελονάτα

Tnν μεγαλύτερη βία, την έχω δεχθεί από γυναίκες.
Εν όψη της ημέρας της γυναίκας, δεν γράφω αυτό εδώ το κείμενο επειδή είμαι γυναίκα... Κι ας είμαι γυναίκα.
Δεν γράφω αυτό εδώ το κείμενο επειδή είμαι μια δυναμική γυναίκα. Κι ας είμαι δυναμική.
Δεν τοποθετούμε σήμερα εδώ, επειδή το παγκόσμιο κίνημα του women empowerment είναι της μόδας και επειδή τώρα πια οι δυνατές γυναίκες πουλάνε.
Παίρνω θέση, εδώ σήμερα γιατί ως άνθρωπος, είχα και έχω την ανάγκη για βοήθεια.
Γιατί χρειάστηκα βοήθεια από άλλες γυναίκες, και συνάντησα μπροστά μου τοίχους απόρριψης.
Συχνά και σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
Παίρνω θέση εδώ σήμερα, γιατί θέλω να μοιραστώ την αλήθεια μου με άλλες γυναίκες.
Η βοήθεια και η μοιρασιά ιστοριών δεν έχουν φύλο, δεν έχουν ηλικία δεν έχουν εθνικότητα.
Είναι πάντα και παντού τα ίδια.
Και έτσι πρέπει να είναι.
Η λογική λέει πως όταν συναισθάνεσαι τα ίδια πράγματα με κάποιον άλλον έρχεσαι πιο κοντά.
Η λογική επίσης θα έπρεπε να λέει πως όταν ανήκεις στο ίδιο φύλο με κάποιον άλλον, λόγω του ότι τον καταλαβαίνεις εξ ορισμού και εκ φύσεως θα έπρεπε να υπάρχει αλληλεγγύη μεταξύ σας.
Έλα όμως που τα αυτονόητα δεν είναι αυτονόητα και τα δεδομένα δεν είναι δεδομένα. Αλλά αυτό το ξέρετε.
Αυτό που δεν ξέρετε είναι πως τη μεγαλύτερη βία την έχω δεχθεί από γυναίκες. Όχι άνδρες.
Γυναίκες που φαινομενικά διαλαλούσαν πως η ισχύς βρίσκεται εν τη ενώση.
Γυναίκες που φαινομενικά εμφανιζόντουσαν ως άλλες μητέρες τερέζες.
Γυναίκες που κρατούσαν 2 πρόσωπα. Εκείνο της δημόσιας εικόνας τους, μέσα σε ένα γραφείο παραδείγματος χάριν και εκείνο που εξέφραζαν σε προσωπικό επίπεδο.
Συγκλονιστικό αν το καλοσκεφτείς.
Τι σημασία έχει λοιπόν να πούμε ότι σήμερα δίνουμε ομιλίες ή γράφουμε ή τοποθετούμαστε, ως δυναμικές γυναίκες όταν οι γυναίκες είναι εκείνες που αποδυναμώνουν γυναίκες; Όταν είναι εκείνες που ασκούν ψυχολογική βία;
Ξέρετε εάν όντως στηρίζαμε η μια την άλλη, όλα θα ήταν πολύ διαφορετικά.
Αυτό ξαναλέω δεν έχει φύλο αλλά πόσο μάλλον λόγω του ότι εμείς οι γυναίκες καταλαβαίνουμε η μια τις ανάγκες της άλλης θα έπρεπε να μας αγκαλιάζουμε και όχι να μας ποδοπατάμε εκμεταλλευόμενες την γνώση που έχουμε για τις αδυναμίες μας, τις αγαπημένες μας αδυναμίες που τις κληρονομούμε εκ γενετής λόγω της ανθρώπινής μας φύσης.
Ανταγωνισμός, ζήλεια, ηλικιακός ρατσισμός.
Ρατσισμός επειδή κάποια έχει κάνει παιδιά ενώ μια άλλη όχι.
Ρατσισμός επειδή κάποια είναι πιο όμορφη και άλλη λιγότερο.
Ρατσισμός επειδή κάποια έχει πιο μακριά μαλλιά και άλλη πιο κοντά.
Ρατσισμός επειδή κάποια έχει μια επιτυχημένη σχέση ενώ άλλη όχι.
Ρατσισμός επειδή κάποια πληρώνεται καλύτερα ενώ άλλη όχι.
Μια γυναίκα είναι αξιαγάπητη, μέχρι να αισθανθεί πως απειλείται.
Και φυσικά αυτό ισχύει για κάθε άνθρωπο αλλά μιας και πλησιάζει η ημέρα της γυναίκας θα καταθέσω την δική μου οπτική.
Πάμε να δούμε πως θα ήταν ένας κόσμος που η μια γυναίκα θα στήριζε την άλλη ουσιαστικά.
Όταν αυτή η γυναίκα πετύχαινε, η άλλη γυναίκα θα την στήριζε.
Όταν αυτή η γυναίκα βάλλονταν, η άλλη γυναίκα θα την προστάτευε.
Όταν αυτή η γυναίκα πονούσε, η άλλη θα την φρόντιζε.
Όταν αυτή η γυναίκα κακοποιούνταν, η άλλη θα την υπερασπιζόταν.
Όταν αυτή η γυναίκα ήθελε να κάνει παιδί αλλά δεν μπορούσε, η άλλη γυναίκα θα της κρατούσε το χέρι.
Όταν αυτή η γυναίκα χρειαζόταν βοήθεια, η άλλη θα την προσέφερε.
Βλέπετε, θα ήταν όλα πολύ διαφορετικά αν βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον.
Πιστεύω βαθιά και ακράδαντα ότι τα γρανάζια αυτού του ρολογιού, δηλαδή του ρολογιού της ανθρώπινης φύσης και ευκολίας θα ήταν πάντα λαδωμένα και θα δούλευαν σωστά!
Η πρώτη μου απογοήτευση με γυναίκα ήταν στα 15 όταν με πήγε πρώτη φορά ο πατέρας μου να κάνω ψυχοθεραπεία. Ήταν τότε που οι γονείς μου είχαν χωρίσει και εγώ είχα νικήσει τη νευρική ανορεξία.
Πήγαινα στο σπίτι αυτής της γυναίκας, ο πατέρας μου με πήγαινε και με έφερνε δηλαδή, στο Μετς κοντά, και ένιωθα γαλήνη. Αφενός μου έλειπε η μητέρα μου (γιατί για λόγους υγείας της έμενα με τον μπαμπά μου ο οποίος και με μεγάλωσε) αφετέρου ένιωθα πως αφήνομαι στα χέρια μιας ειδικού ψυχικής υγείας που έχει ως μόνη πρόθεση να με βοηθήσει.
Με το πέρας των συνεδριών, συνειδητοποίησα πως κάτι πηγαίνει λάθος.
Η γυναίκα αυτή άρχισε να μου λέει τα προσωπικά της, άρχισε να μου αποκαλύπτει ονομαστικά τα προβλήματα των ασθενών της, μου έλεγε να μείνω σπίτι της και πως δεν χρειάζεται να έρθει να με πάρει ο πατέρας μου..
Όλα αυτά μου φαινόντουσαν πολύ περίεργα. Δεν τα είχα μοιραστεί όμως με κάποιον γιατί η ανάγκη της ανακούφισης της παιδικής μου ψυχής είχε προτεραιότητα και ένιωθα και λίγο γαμάτη που μια γυναίκα μεγαλύτερη από εμένα μου εκμυστηρευόταν τόσα πράγματα. Αντί να με δει σαν παιδί με είδε σαν μεγάλη και ξέρετε πως όταν είσαι μικρός ένα από τα πράγματα που θέλεις διακαώς είναι να μεγαλώσεις ή τέλος πάντων να ανήκεις στον κόσμο των μεγάλων.
Κάποια στιγμή λοιπόν, αποφάσισε πως είναι η κατάλληλη στιγμή να κάνει προξενιό στην κολλητή της με τον φρεσκοχωρισμένο πατέρα μου και εκεί η κατάσταση έφτασε το ταβάνι της όταν κατάλαβα ότι προσπαθούσε να με κάνει να καταλάβω ότι η ζωή προχωράει και πως πρέπει να το αποδεχτώ, αγνοώντας τις δικές μου παιδικές ανάγκες, δηλαδή την έλλειψη της μητέρας μου και προσπαθώντας να την αντικαταστήσει με μια νέα γυναίκα.
Θυμάμαι την τελευταία φορά, εκείνη που για ακόμη μια φορά μου είπε να μείνω σπίτι της, να της λέω πως θεωρώ λίγο περίεργο να μου λέει να μείνω μαζί της. Θυμάμαι να έρχεται να με πάρει ο μπαμπάς μου, να μπαίνω στο αυτοκίνητο, να του διηγούμαι όλα αυτά και να του ξεκαθαρίζω πως εγώ εκεί δεν ξαναπάω.
Θυμάμαι αρκετά χρόνια αργότερα να έχω πάει θέατρο με την τότε, τώρα και για πάντα κολλητή μου, να την έχω δει, και να έχω γυρίσει την πλάτη ούτως ώστε να μην διασταυρωθούν τα βλέμματά μας. Η ψυχή μου δεν το είχε ξεπεράσει αυτό, τότε.
Στην πρώτη μου δουλειά, είχα γυναίκα διευθύντρια.
Μια γυναίκα πολύ δυναμική.
Έλυνε και έδενε.
Ήταν παντρεμένη με έναν αδύναμο άνδρα (όπως έλεγε και όπως φαινόταν και από την όψη του την κουρασμένη), που μάλλον είχε αποδυναμώσει η ιδιά με το πέρας των χρόνων, είχε ένα γιό με τον οποίο ήταν κυριολεκτικά ερωτευμένη, έμπαινε σε αίθουσες κατά βάση ανδροκρατούμενες και έδενε και έλυνε, οι άνδρες την αντιμετώπιζαν σχεδόν ως ίση τους. Αυτή η γυναίκα για εμένα αποτελούσε πρότυπο. Γιατί όμως; Διότι ένιωθα πως τίποτα δεν μπορούσε να την αποσταθεροποιήσει και πως πραγματικά ότι ήθελε το έκανε χωρίς να σκεφτεί αν την παίρνει ή όχι πετυχαίνοντας πολλά στη δουλειά της. Δεν θα ήθελα να πω περισσότερα γιατί δεν θα ήθελα να την φωτογραφίσω. Αυτή η γυναίκα σε εμένα παρουσίαζε δύο πρόσωπα. Σε εμένα την 21 ετών Δάφνη. Εκείνο της μητέρας που με φρόντιζε ας πούμε και με προστάτευε και αναγνώριζε τις προσπάθειές μου να μάθω και να εξελιχθώ και να είμαι σωστή στις υποχρεώσεις μου και εκείνη που δεν λογάριαζε τίποτα, ξεσπούσε πάνω μου και μου έκανε την ζωή κόλαση.
Αυτή η γυναίκα που θεωρούσα μέντορά μου, μια μέρα, καθόταν στην δική μου θέση στο δικό μου γραφείο μετά από μια κουραστική της ημέρα όπου εγώ είχα πάει σε άλλον όροφο να παραδώσω κάτι φακέλους που μου ζήτησε, με τα πόδια πάνω στο γραφείο και μπροστά της είχε ένα κουτί με σοκολατάκια. Ήταν πολύ λιχούδο καλά να ναι η γυναίκα όπου και να είναι αυτή τη στιγμή. Μπαίνω στο γραφείο, θυμάμαι να μιλάει με μια άλλη γυναίκα και να γελάει και μου λέει:
Έλα εδώ.
Πλησιάζω στο γραφείο.
Μου τραβάει το χέρι, μου γυρνάει την παλάμη του χεριού face up και φτύνει στο χέρι μου το σοκολατάκι που είχε δοκιμάσει και δεν της άρεσε.
Καλό;
Θυμάμαι πως τη στιγμή που έφτυνε το σοκολατάκι στο χέρι μου δημιουργήθηκε μια κλωστή από σάλιο μετά του στόματός της και της παλάμης μου.
Ξέρετε πως το διάβασα εκείνη τη στιγμή;
Ξέρετε πως διάβασα εκείνη την κίνηση;
Ως κίνηση εμπιστοσύνης.
Γιατί ήμουν 21 ετών και μεγάλωνα χωρίς μαμά, με τον πατέρα μου και αυτό με έκανε να χρειάζομαι τις μεγαλύτερες γυναίκες γύρω μου και να τις μεταφράζω ως προστάτιδές μου.
Ξέρετε τι κατάλαβα με το πέρας των χρόνων για την κίνηση αυτή;
Ήταν ξεκάθαρα μια κίνηση υποτίμησης και χειρισμού.
Ήταν ξεκάθαρα ψυχολογική βία.
Σου δείχνω ότι σε στηρίζω αλλά κατά τα άλλα σου δείχνω και πως να σε βάζω στην θέση σου για να μην χαθεί η ισορροπία.
Λάθος.
Λάθος της.
Στα 22 μου, αμέσως μετά τη δουλειά αυτή, που ήταν σε Τράπεζα και εγώ ανήκα στο τμήμα του E-learning της τράπεζας αυτής, που σχεδίαζε επιμορφωτικά προγράμματα για ξένους και εμένα η μητρική μου γλώσσα είναι τα αγγλικά λόγω της Βραζιλιάνας μητέρας μου, έπιασα δουλειά σε ένα μεγάλο ιδιωτικό κανάλι. Περνώντας από διάφορα τμήματα γιατί ήθελα να δοκιμάσω όσα περισσότερα πράγματα μπορούσα, ζήτησα να δουλέψω στο τμήμα Δορυφορικών Καναλιών του καναλιού αυτού. ΤΙ σημαίνει Δορυφορικά Κανάλια? Σημαίνει πως το συγκεκριμένο μέσο, είχε άλλα κανάλια που απευθυνόντουσαν στους Έλληνες του εξωτερικού σε Αμερική, Ευρώπη και Αυστραλία. Εγώ λοιπόν είχα αναλάβει την παρουσίαση και την προετοιμασία των Δελτίων Ειδήσεων για τους Έλληνες του εξωτερικού. Εκεί λοιπόν είχα και διευθύντρια και προϊσταμένη.
Η διευθύντρια μου λοιπόν, μου διόρθωνε σε χαρτί ότι έκρινε πως ήταν λάθος με κόκκινο στυλό. Μια γυναίκα που έκανε ότι ήθελε γιατί είχε παντρευτεί έναν μεγαλοδημοσιογράφο από τον Όμιλο, ερχόταν ότι ώρα ήθελε, έφευγε ότι ώρα ήθελε, αν δεν ήθελε δεν ερχόταν και μοιραζόταν σχεδόν όλα της τα προσωπικά στο γραφείο. Στην όψη ήταν πολύ γλυκιά, σαν άγγελος και ειλικρινά ήθελες να είσαι φίλη μαζί της αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο διότι ήταν πολύ ειρωνική, έβριζε τους πάντες, έλεγε πράγματα πίσω από τις πλάτες των ανθρώπων και δεν συγχωρούσε κανένα μα κανένα λάθος. Εκείνη λάθη δεν έκανε διότι δεν δούλευε επί της ουσίας, και άνθρωπος που δεν δουλεύει πως να κάνει λάθη άλλωστε;
Η προϊσταμένη μου από την άλλη, ήταν μια γυναίκα πολύ σκληρή αλλά και μαλακή ταυτόχρονα. Ήταν μια γυναίκα που είχε μάθει να είναι μόνη της και επέβαλλε στο γραφείο την εκάστοτε ψυχολογική της κατάσταση. Ούρλιαζε έκλεινε τις πόρτες δυνατά έβριζε και σου έλεγε μέσα στα μούτρα πολύ προσβλητικά πράγματα. Παράλληλα επειδή ήθελα να με θεωρεί άξια, ήθελα να είμαι κοντά της, ήθελα να αναγνωρίζει τη δουλειά μου οπότε όταν με μείωνε το κατάπινα, όταν με πρόσβαλε έκλαιγα στην τουαλέτα. Ήταν η ίδια γυναίκα με την οποία θα πηγαίναμε για καφέ γιατί ήταν πολύ μόνη και την οποία θα κάλυπτα όποτε δεν ερχόταν στη δουλειά.
Στην μετέπειτα πορεία μου, ναι, υπήρξαν και άλλες δύσκολες καταστάσεις, κι άλλες ταλαιπωρημένες γυναίκες, που με είδαν ως σάκο του μποξ, ως αποχέτευση των ανασφαλειών τους αλλά έκανα δουλειά, πολλή δουλειά με τον εαυτό μου ψυχοθεραπευτικά, ούτως ώστε να μπορέσω να διαχειριστώ αυτές τις δυσκολίες. Να διαχειριστώ την έλλειψη δουλειάς τους με τους δικούς τους εαυτούς.
Έχω 8 κολλητές φιλές. Όπου πάμε, πάμε, όλες μαζί.
Έχω μια μητέρα που έχει νικήσει 3 καρκίνους.
Τις γυναίκες τις αγαπώ και ο ρόλος και η σημασία τους στις ζωές άλλων γυναικών είναι τεράστια και καταλυτικής δύναμης τελικά.
Όταν βρίσκομαι ανάμεσα σε ισορροπημένες γυναίκες νιώθω μεγαλύτερη ασφάλεια απ΄ότι θα αισθανόμουν αν είχα μια φρουρά από 10 άνδρες γύρω μου.
Τις γυναίκες τις θαυμάζω. Για πολλούς λόγους.
Θαυμάζω τη φύση μας, τα όσα καταφέρνουμε, τους αγώνες που δίνουμε, την κοριτσίστικη μας πλευρά, με τα γελάκια μας, τα παραπονάκια μας, τα κουτσομπολιά μας, τους σχολιασμούς μας.
Λατρεύω να βλέπω γυναίκες σε θέση ισχύος. Γυναίκες που έφτασαν οργανικά στη θέση ή στο σημείο που έφτασαν, και πέτυχαν για τα δικά τους προσωπικά δεδομένα ή για τα δεδομένα της εκάστοτης αγοράς. Είτε επαγγελματικά, είτε ξεπερνώντας έναν καρκίνο, είτε ξεφεύγοντας από μια βίαιη και κακοποιητική σχέση, που ξεπέρασαν έναν χωρισμό, που έγιναν υπέροχες μανούλες, που υποστήριξαν με νύχια και δόντια τα πιστεύω τους, που μπήκαν μπροστά, για να προστατέψουν άλλες, χωρίς δόλο, χωρίς δεύτερες σκέψεις και αναγνώσεις.
Αρνούμαι να πιστέψω και δεν θέλω, παρ’΄ότι έχω πολλά βιωματικά παραδείγματα ακόμη να παραθέσω, πως οι ανασφάλειες μιας γυναίκας μπορεί να γίνουν η «αυτοκτονία» μιας άλλης. Είναι πολύ ρηχό για να είναι πάγιο.Πιστεύω πολύ στις γυναίκες.
Αλλά πρέπει να πιστέψουν και η μια στην άλλη γιατί πραγματικά η ένωσή μας έχει ανακουφιστικά αποτελέσματα – έχει θεραπευτικά αποτελέσματα.Δεν υπάρχει μεγαλύτερος σύμμαχος για μια γυναίκα από μια άλλη γυναίκα.
Προϋπόθεση φυσικά είναι να κάνει η καθεμία δουλειά με τον εαυτό της.