Nouvelle Vague x Sani Festival 2025: Το αξέχαστο live, η αποκλειστική συνέντευξη, η «ηχηρή» δήλωση
Κάπου ανάμεσα στην International Infinity Day στις 8/8 και στην αυγουστιάτικη πανσέληνο στις 9/8, «παράπεσε» το αξέχαστο live των Nouvelle Vague και η αποκλειστική συνέντευξη του αρχιτέκτονα της μπάντας, Marc Collin, στο Queen.gr. Στο όνομα του In a Manner of Speaking, του This Is Not a Love Song και του Should I Stay or Should I Go?, η βραδιά κύλησε με την ευγένεια που αρμόζει σε μια αναρχία ή αλλιώς σε μια επανάσταση με αιτία. Amen!
9 Αυγούστου, Sani Hill. Πανσέληνος ως φόντο, set-up αυστηρό, κοινό πυκνό. Σαν να πατάς pause στην International Infinity Day της προηγούμενης και να θυμάσαι ότι η έννοια του «άπειρου» στη μουσική δεν είναι μέγεθος, αλλά τρόπος χρήσης της μνήμης.
Για τους Nouvelle Vague, η μνήμη δεν είναι μουσείο αλλά η πρώτη ύλη για επανεγγραφή. Διάρκεια live: μιάμιση ώρα. Όσο χρειάζεται για να καταλάβεις γιατί ο όρος cover είναι μερικές φορές πολύ μικρός για ό,τι συμβαίνει επί σκηνής.
Nouvelle Vague @ Sani Festival 2025: Το σωστό context, στις 9/8 με φόντο την αυγουστιάτικη πανσέληνο
Το σχήμα και η μέθοδος
Στα πλήκτρα ο Marc Collin -αρχιτέκτων και επιμελητής. Κιθάρα ο Jérôme Pichon (στεγνή, καθαρή, με comping που χτίζει ρυθμικό καμβά αντί για επίδειξη), ρυθμική ατσαλένια πνοή από τον Julien Boyé στα τύμπανα (ghost notes, υπομονή), και ο François Poitou στο κοντραμπάσο που «γράφει» μελωδία, όχι απλώς χαμηλές. Δύο φωνές μπροστά Marine Quéméré και Shanice Alonya Sloan -το δίπολο που επιτρέπει στη μπάντα να μετακινείται από το νωχελικό στο επικίνδυνο χωρίς να χάνει ισορροπία. Η Nouvelle Vague πρακτική είναι γνωστή: new wave/post-punk ύλη, βουτηγμένη σε bossa-nova/latin γραμματική, αλλά με post-production σκέψη pop στο σήμερα. Αν το πεις απλά: μετατόπιση συμφραζομένων. Αν το πεις σωστά: πολιτισμική μεταγραφή.
Το setlist ως χάρτης
- Love Song
- Girls on Film
- Girlfriend
- A Forest
- Marian
- Teenage Kicks
- Should I Stay (or Should I Go)
- Just Can’t Get Enough
- She’s in Parties
- Guns of Brixton
- Too Drunk to Fuck
- Shout
- Spin Me (You Spin Me Round)
- Melt with You
- Ever Fallen in Love
- This Charming Man
- In a Manner of Speaking
Η αξία δεν είναι οι τίτλοι, αλλά το πώς τους χειρίζονται
Οι Cure στιγμές (Love Song, A Forest) παίζονται με υπομονή και χώρο. Oι συγχορδίες ακούγονται σαν να ανοίγουν παράθυρο, όχι σαν να χρωστούν στη μελαγχολία. Το Marian (Sisters of Mercy) σβήνει τον γοτθικό στόμφο και κρατά την υπόγεια ένταση, ώστε η φωνή να γίνει φορέας υπαινιγμού αντί για κραυγή. Το Just Can’t Get Enough (Depeche Mode) γλιστρά σε χαμηλό τέμπο: η χαρά δεν εξαφανίζεται -ενηλικιώνεται. Το Guns of Brixton κρατά το οστέινο skank αλλά χωρίς να το κάνει ρέγκε παράσταση, επιτρέπει στους στίχους να πέσουν καθαρά. Το Ever Fallen in Love (Buzzcocks) γίνεται σχεδόν κομμάτι νυχτερινού ραδιοφώνου: ο ρυθμός μένει, η υστερία αντικαθίσταται από ηχητική ειρωνεία. Το This Charming Man δεν σηκώνει φρύδι, χαμογελά. Και το Shout λειτουργεί σαν μάθημα για το πώς η καθαρτική pop μπορεί να μετακινηθεί από τα 80s στο παρόν χωρίς να χάσει την πρόθεσή της.
Τρεις στιγμές που έγραψαν
Το Should I Stay or Should I Go?: η Alonya κατεβαίνει από τη σκηνή και μπαίνει στο κοινό. Όχι ως εύκολο crowd-pleasing τερτίπι, αλλά ως πράξη κατάργησης της απόστασης.
Η ερώτηση του τίτλου μεταφέρεται ξαφνικά στις θέσεις: «μένουμε ακροατές ή πάμε μαζί;» Εκείνο το δίλεπτο «μαζί» είναι ο ορισμός της Nouvelle Vague στρατηγικής.
Το Too Drunk to Fuck: σαμπάνια που ανοίγει live. Όχι για lifestyle -για σημειολογία. Το τραγούδι των Dead Kennedys, διαβασμένο με βραδινή ειρωνεία, δηλώνει ότι το punk, όταν ωριμάζει, δεν γίνεται φολκλόρ, γίνεται κοινωνικό σχόλιο με ρυθμό.
Το Shout: το κοινό μετατρέπεται σε χορωδία. Το τραγούδι έχει γραφτεί για εκτόνωση και εδώ λειτουργεί σαν συλλογική υπόμνηση ότι η εκτόνωση μπορεί να είναι και πολιτική, ειδικά «μέσα σε έναν κόσμο με πολέμους», όπως θα μας πει αργότερα ο Collin.
Το In a Manner of Speaking το άφησαν για το τέλος
Δέκα λεπτά πριν το κλείσιμο, το συγκρότημα ανακοινώνει: «Έχουμε κάποια δυσάρεστα νέα -αυτό θα είναι το τελευταίο μας κομμάτι». Έξοδος. Κενό. Και επιστροφή μόνο και μόνο για να «πληρωθεί» η εκκρεμότητα: το In a Manner of Speaking. Όχι ως encore-ρουτίνα, αλλά ως σωστός επίλογος μιας παράστασης που θεμελιώθηκε στο πώς μιλάς «με τρόπο» -δηλαδή με επιλογές. Η εκδοχή τους παραμένει οριστική: ο στίχος παίρνει την απόσταση που χρειάζεται, η αρμονία δεν εκλιπαρεί για συναίσθημα· το αφήνει να έρθει. Έτσι πρέπει να τελειώνει μια βραδιά όταν έχει ήδη ειπωθεί ό,τι χρειαζόταν: με μια ήσυχη αλλά ανατρεπτική τελεία.
Γιατί δούλεψε
Γιατί η μπάντα τιμά τη μνήμη των τραγουδιών χωρίς να την ευνουχίζει. Ο ρυθμός γίνεται μέσο ανάγνωσης, όχι άλλοθι vintage αισθητικής.
Γιατί οι δύο φωνές λειτουργούν σαν διπλό πρίσμα: η μία κρατά τη μελωδική ευγένεια, η άλλη φέρνει τη μικρή απειλή που χρειάζεται για να μην κοιμηθείς πάνω στη βossa.
Γιατί ο Collin σκηνοθετεί σιωπές και διάρκεια. Τα κομμάτια δεν παίζονται για να «τελειώσουν»· παίζονται για να πουν κάτι συγκεκριμένο.
Γιατί η μπάντα αντιμετωπίζει το κοινό σαν συνεργό. Η κάθοδος στο Should I Stay or Should I Go δεν είναι χειρονομία -είναι μέθοδος.
Μικρή μουσικολογική σημείωση
Η Nouvelle Vague φόρμα (bossa-nova ρυθμική αγκύρωση, λακωνικό comping κιθάρας, κοντραμπάσο που οδηγεί, φωνητικές γραμμές μπροστά και ξηρή percussive παλέτα) δεν είναι αισθητικό gimmick. Είναι θεωρία μεταγραφής. Τα tracks post-punk/new wave γράφτηκαν αρχικά με ένταση, νεύρο, μερικές φορές επιθετικότητα. Η μεταφορά τους σε χαμηλότερα tempi και σε syncopated feel κάνει δύο πράγματα:
α) Αποκαλύπτει τους στίχους. Χωρίς wall of sound, οι λέξεις αναπνέουν- ακούς τι λένε πραγματικά το Guns of Brixton ή το Ever Fallen in Love.
β) Μεταθέτει το κέντρο βάρους από την ορμητική έκρηξη στη συνειδητή ακρόαση. Αυτό είναι πολιτική πράξη: προτείνει άλλο τρόπο κατανάλωσης του ίδιου υλικού.
Η ενέργεια του πλήθους
Πολύς κόσμος, πολλή ενέργεια -αλλά όχι περιττή και άνευ λόγου φασαρία. Αυτή η εμφάνιση δεν στηρίχτηκε σε decibels, αλλά σε δόμηση προσδοκίας. Η μέρα (9/8) βοήθησε: πανσέληνος σημαίνει οπτική μονοχρωμία και αυξημένη προσοχή. Το Sani Hill δούλεψε σαν φυσικό αμφιθέατρο. Ο ήχος κράτησε καθαρότητα, οι δυναμικές είχαν χώρο να ανασάνουν. Στα κομμάτια με «ανοιχτό» ρεφρέν (Just Can’t Get Enough, Melt with You) οι φωνές του κοινού δεν έπνιξαν την ενορχήστρωση αλλά την επιβεβαίωσαν.
Μικρές στιγμές που άξιζαν σημείωση
Έναρξη χωρίς φανφάρες -κατακτητική ηρεμία. Μεταξύ κομματιών, λίγα λόγια, καθαρές μεταβάσεις -πειθαρχία.
Στο She’s in Parties, το groove έμεινε σφιχτό αλλά υπόγειο, σαν να σε τραβάει χωρίς να το καταλάβεις.
Το Spin Me απέφυγε το camp, έμεινε ρυθμικά «στεγνό», ώστε να αναδειχτεί το hook χωρίς υπερβολή.
Κι έτσι, όταν έσβησε και το τελευταίο sustain, αυτό που έμεινε δεν ήταν «ωραία περάσαμε», αλλά ότι η βραδιά έκανε δήλωση: η παράδοση δεν είναι βιτρίνα και ποζεριά αλλά υλικό δουλειάς. Και η διασκευή, όταν ξέρεις τι κάνεις, γίνεται σχόλιο για το παρόν.
Απόσπασμα συνέντευξης με τον Marc Collin μετά το live
Δεν είναι όλοι οι μουσικοί που μιλούν για διασκευές σαν να μιλούν για στρατηγικές κινήσεις σε σκάκι. Στους Nouvelle Vague, όμως, η διασκευή δεν είναι ποτέ απλώς επιλογή ρεπερτορίου, είναι πράξη αναδόμησης. Ένα είδος ήσυχης πολιτικής, μια μορφή αντίστασης απέναντι στη λογική ότι η μουσική έχει ήδη ειπωθεί.
Μετά το live ρωτάω τον αρχηγό της μπάντας, Marc Collin, αν υπάρχει τραγούδι που θεωρεί πιο «Nouvelle Vague» από «Nouvelle Vague». Το «As Tears Go By της Nancy Sinatra θα μπορούσε να είναι ένα από αυτά» λέει γελώντας, αφήνοντας χώρο στη σιωπή, η οποία σημαίνει πως μέσω αυτού του κομματιού αναγνωρίζει απόλυτα κάτι από τη δική τους μουσική ταυτότητα. Σαν ένα βασικό κομμάτι του μεγάλου παζλ που συνθέτει την πολυεπίπεδη φιλοσοφία τους.
Όταν στη συνέχεια μιλάμε για τη διασκευή του iconic Should I Stay or Should I Go? η κουβέντα πάει κατευθείαν στον πυρήνα. Αλήθεια, πώς ισορροπείς ανάμεσα στο να μείνεις πιστός στις ρίζες σου και να αλλάζεις όταν ο κόσμος γύρω σου αλλάζει; Ο Marc εξηγεί: «Δημιουργούμε τη δική μας εκδοχή της ιστορίας, της ιστορίας της μουσικής, των τραγουδιών. Δεν υπάρχει κάτι πραγματικά καινούργιο, εκτός από το συναίσθημα που δημιουργούμε όταν ξανά ακούγονται. Παίρνουμε τραγούδια που ήδη γνωρίζεις και τα παρουσιάζουμε διαφορετικά. Αυτοί είμαστε».
Σαν να λέει, δηλαδή, πως η επανάσταση δεν είναι πάντα να σπας τον τοίχο. Ίσως μερικές φορές είναι να τον βάφεις έτσι που κανείς να μη θυμάται το χρώμα του πριν.
Η ονομασία «Nouvelle Vague» κουβαλά την ευθύνη του «νέου κύματος». Μια υπόσχεση επικίνδυνη σε εποχές όπου η μουσική σκηνή γερνάει και ανακυκλώνεται. «Όταν είμαι στη σκηνή, είμαι ήρεμος, cool. Αλλά υπάρχει πάντα και μια διαφορετική ενέργεια… πολλά διαφορετικά είδη και επιρροές. Μου αρέσει να εκπλήσσω τους ανθρώπους. Δεν παίζουμε απλώς κάθε φορά. Ούτε παίζουμε με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Ξαναφτιάχνουμε το παρελθόν, κάθε φορά». Μια τοποθέτηση που δεν είναι απλώς σκηνικό σχόλιο αλλά «ηχηρή» δήλωση. Γιατί η πραγματική ανανέωση δεν βρίσκεται στην αλλαγή για την αλλαγή, αλλά στην ικανότητα να ανασκάπτεις το χθες μέχρι να βρεις το αύριο που κρυβόταν μέσα του.
Κι όταν η κουβέντα πάει στην πολιτική διάσταση της μουσικής, η απάντηση έρχεται σαν χειροβομβίδα με ασφάλεια τραβηγμένη: «Το Shout είναι ένα από αυτά τα κομμάτια. Έχει αυτή τη δύναμη, αυτή την ενέργεια που σε κάνει να θες να αλλάξεις τον κόσμο. Για μένα, η μουσική είναι δικαιοσύνη κι αυτό το τραγούδι την κουβαλά μέσα του».
Κάπου ανάμεσα στις κουβέντες για μουσική και πολιτική, μπαίνει αναπόφευκτα και η Ελλάδα στο τραπέζι. Τι παίρνουν μαζί τους από το Sani Festival; Όχι κάτι που μπαίνει σε βαλίτσα, αλλά κάτι που κουβαλιέται στον ήχο: οι άνθρωποι, η ατμόσφαιρα, η αίσθηση ότι η μουσική δεν είναι ποτέ ξένη όταν παίζεται μπροστά σε κοινό που αναπνέει μαζί σου. «Την Ελλάδα δεν μπορείς να την καταλάβεις αν δεν τη ζήσεις. Στην αρχή ήξερα ελάχιστα… εδώ, όμως, η κουλτούρα είναι παντού, και οι άνθρωποι την κρατούν ζωντανή, ό,τι κι αν συμβαίνει».
Σε έναν κόσμο γεμάτο αντιγραφές και γυαλισμένα κενά, οι Nouvelle Vague επιμένουν να μένουν αληθινοί. Γιατί, όπως μου λένε, «οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη από αυθεντική τέχνη, αυθεντική μουσική. Αλλιώς, όλα καταρρέουν. Και η αλήθεια, όπως η καλή διασκευή, δεν χάνει ποτέ το νόημά της».
