Κάθε φορά που κάποιος άσχετος αναφέρεται ως αντισυμβατικός, ο Δημήτρης Πουλικάκος ίσως γελάει

Το αντίβαρο στις επιφανειακές αντιλήψεις και στα προφίλ καλλιτεχνών που χτίζονται στο όνομα της αντισυμβατικότητας, με μουσικά χαλιά σε αφιερώματα, τραγούδια όπως Born to be Wild ή Paint it Black, και το -όταν ο Μήτσος έκανε διασκευή Καζαντζίδη τραγουδώντας το Υπάρχω το 1983, η αντισυμβατικότητα ήταν πάνω στα δέντρα. Σαν σήμερα, πριν από 82 χρόνια, γεννιέται ο Δημήτρης Πουλικάκος.
Εκεί που ξεκινάει να καταχράζεται η λέξη «αντισυμβατικός» για προφίλ κάποιων που δεν έχουν ιδέα κατά πού πέφτει η αντισυμβατικότητα, τελειώνει η λογική. Και στο πλαίσιο της παράνοιας, for the record, δεν είναι ελάττωμα ή προτέρημα το να είναι κάποιος αντισυμβατικός. Ή είσαι, ή δεν είσαι. Και το να είσαι έχει ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο που δεν αντιπροσωπεύει κάποια άτομα που, καλώς ή κακώς, δεν είναι. Το να είσαι αντισυμβατικός έχει σαφώς και μεγάλο κόστος. Ένα κόστος που δεν υπολογίζουν προφανώς κάποιοι άνθρωποι που κάνουν αφιερώματα σε τηλεόραση ή γραπτώς, με φόντο ροκ μουσικό χαλί, κανένα Born to be Wild ή Paint it Black, μπας και δείξουν ότι γνωρίζουν το προφίλ του καλλιτέχνη ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν ιδέα.
Ένα Όσκαρ στο χιλιοειπωμένο Καληνύχτα Κεμάλ του Μάνου & τον κόσμο του Χατζιδάκι που δεν άλλαξε ποτέ
Κάθε φορά που ένας καλλιτέχνης «βαφτίζεται» αντισυμβατικός, ο Δημήτρης Πουλικάκος ίσως γελάει
Γεννημένος σαν σήμερα, στις 21 Ιανουαρίου του 1943, ο κατά τον Παύλο λεξιλόγιο πάντα «Θείος Νώντας» του ραδιοφώνου, συνήθιζε κι εκείνος να αποκαλεί τον Σιδηρόπουλο «ανιψιό», ενώ η συνεισφορά του στον δίσκο Zorba The Freak υπήρξε πολλαπλή.
Ως ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της ελληνικής ροκ οικογένειας, ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του '60, ως μέλος του συγκροτήματος MGC και, μετά τη διάλυσή τους, σχημάτισε τον Εξαδάκτυλο, ένα από τα πιο ιστορικά ελληνικά συγκροτήματα, που δημιουργήθηκε στα τέλη του 1970. Παρά το γεγονός ότι κυκλοφόρησαν μόνο έναν μικρό δίσκο, το έργο τους διασώθηκε μέσα από οκτώ τραγούδια που ξεχωρίζουν για την πρωτοτυπία και τη δυναμική τους.
Η προσωπική του δισκογραφία, με κορυφαίο το εμβληματικό άλμπουμ «Μεταφοραί - Εκδρομαί ο Μήτσος», το οποίο κυκλοφόρησε το 1976 εν μέσω του μεταπολιτευτικού αναβρασμού, αποτέλεσε μια ρηξικέλευθη καλλιτεχνική δήλωση, γεμάτη κοινωνικούς υπαινιγμούς και πειραματική διάθεση. Με επιρροές από τη διεθνή ροκ σκηνή, αλλά ταυτόχρονα με μια αυθεντικά ελληνική οπτική, ο Πουλικάκος δεν ακολούθησε ποτέ τις νόρμες της εποχής, δημιουργώντας μουσική που παραμένει πιο ροκ από ροκ.
Το καυστικό του χιούμορ και η ανατρεπτική του στάση τον καθιστούν κάτι περισσότερο από έναν μουσικό.
Ο Μήτσος δεν περιορίστηκε μόνο στη μουσική σκηνή, καθώς συμμετείχε ενεργά στην έκδοση του περιοδικού Πάλι, μαζί με εμβληματικές μορφές όπως ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο Παναγιώτης Κουτρουμπούσης, ο Κώστας Ταχτσής και ο Ανδρέας Εμπειρίκος, συμβάλλοντας με δικά του κείμενα και μεταφράσεις. Το βιογραφικό της εμβληματικής μορφής της ελληνικής ροκ σκηνής, που δεν φοίτησε ούτε στο Ωδείο ούτε σε σχολή υποκριτικής, περιλαμβάνει τόσο κινηματογράφο όσο και τηλεόραση: από Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας και Δράκουλα των Εξαρχείων μέχρι Αυθαίρετους και τον κρατούμενο στις φυλακές στους Δύο Ξένους.
Ο κάποτε κρατούμενος και στον έξω κόσμο είχε πει τούτο στη Real και στην Κορύνα Μανταγάρη για τη γνωστή υπόθεση με τον θάνατο της πρώην συζύγου του:
«Με τον Χατζιδάκι δεν κάναμε κολλητή παρέα, αλλά τον ήξερα και με ήξερε. Είχαμε καλή σχέση και είχα δουλέψει και στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Είχα κάνει τότε έξι μήνες φυλακή προφυλακισμένος για τη δήθεν δολοφονία της πρώην συζύγου μου. Άλλη ιστορία για αγρίους. Είχε η Βραδινή τίτλο: «Από τον Κορυδαλλό κατευθείαν στο Τρίτο». Γιατί να κινηθώ νομικά εναντίον τους; Δέκα χρόνια δεν μου έφταναν που με διέσυραν; Είχα λεφτά να πληρώνω δικηγόρους; Με έγραφαν αυτοί, τους έγραφα κι εγώ. Έχω ωραίους τίτλους μαζεμένους. «Στο σκαμνί για φόνο ο Πουλικάκος» με τεράστια γράμματα. Η Ελεύθερη Ώρα είχε κυκλοφορήσει για πάρτη μου. Τα δύο πρώτα φύλλα μόνο για μένα έλεγαν. Τι έχουν δει τα ματάκια μου, είμαι και 82 ετών».
Ανιψιός του κάποτε πρωθυπουργού Παναγιώτη Κανελλόπουλου και ξάδερφος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο γιος ευκατάστατων γιατρών που μεγάλωσε στο μεγαλοαστικό Κολωνάκι, προοριζόταν από τους γονείς του για μια λαμπρή διπλωματική καριέρα φοιτώντας στο Αμερικανικό Κολέγιο. Ο ορισμός της αντισυμβατικότητας που μιλούσε από μικρή ηλικία 5 γλώσσες και κανείς τη δική του, πήρε όμως άλλη διαδρομή. Τραγουδιστής, συνθέτης, ηθοποιός, ραδιοφωνικός παραγωγός, εκφωνητής διαφημιστικών, συγγραφέας, αλλά και μεταφραστής υπερρεαλιστικής ποίησης και λογοτεχνίας, ήταν το 2021 σε συνέντευξή του στον Θεοδόση Μίχο που είχε πει το άλλο κορυφαίο, ο άνθρωπος που έχει δει τα πάντα:
«Το χάος υπάρχει ούτως ή άλλως. Θέλουμε, δεν θέλουμε. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Η αλητεία θέλει ευγένεια. Ειδεμή είσαι απλώς τσόγλανος. Οι παλιοί μάγκες, ας πούμε, έτσι ήταν. Είχαν κάποιους κανόνες. Είχαν μια ευγένεια. Η σωστή μαγκιά εμπεριέχει κάποιο πολιτισμό. Τον οποίο πολιτισμό ως γνωστόν σε αυτή τη χώρα τον εξοβελίζουμε. Ποιος δεν ξέρει, για παράδειγμα, ότι το ρεμπέτικο κυνηγήθηκε άγρια και από τα δεξιά και από τ’ αριστερά; Κι ας είναι από τις πιο ισχυρές παρακαταθήκες νεοελληνικού πολιτισμού».

Ο Μήτσος δεν υπάρχει
Στον Δράκουλα των Εξαρχείων είπε το πιο λαϊκό τραγούδι με τον πιο ροκ τρόπο και για τη δική του μουσική ταυτότητα, ο άνθρωπος που μεγάλωσε με κλασική μουσική, είχε πει πριν από περίπου 8 χρόνια στη Χάρις Γεωργίου:
«Πιστεύω ακράδαντα ότι η μουσική είναι μία. Δε χρειάζεται καν λόγια η μουσική για να μεταφέρει τα συναισθήματα. Ανάλογα με το πώς παίζεται κάτι, το καταλαβαίνεις, αν είναι θλιμμένο, νοσταλγικό, χαρούμενο ή επιθετικό. Λόγια δε χρειάζονται. Επειδή η μουσική έχει δρόμους διαφορετικούς – όπως είναι στο ρεμπέτικο το χιτζάτζ, το ουσάκ – εγώ προτιμώ να λέω ότι είμαι των πέντε δρόμων. Η μουσική είναι μία».
«Είναι σαν ευνουχισμένο σήμερα το λαϊκό τραγούδι. Η δημοτική μουσική είναι, μπορώ να πω, σε καλύτερη κατάσταση. Το αυθεντικό, φευ, βρίσκεται γενικά σε ύφεση», θα έλεγε το 2019 στη Lifo για τη λαϊκή μουσική.
Crazy Love στα Εξάρχεια
Έχοντας κάνει τόσο χιλιόμετρα σε όλα όσα ήθελε να περπατήσει, ο κάτοικος Εξαρχείων, που σήμερα γίνεται 82 ετών, είχε πει εκείνη τη συνέντευξη του '19 στον Θοδωρή Αντωνόπουλο.
«Πάλι στο μηδέν βρισκόμαστε κάθε τόσο. Είπαμε, ένας-ένας μπορεί να είμαστε οι καλύτεροι. Αλλά γενικότερα μιλώντας, έχει γίνει ο "άνθρωπος", άνθρωπος; Φοβάμαι πως όχι, κι από ό,τι βλέπουμε γύρω μας, μάλλον ξαναπάμε προς τα χειρότερα! Υπάρχει μια φράση, κάπως σαν σκωπτικό ανέκδοτο, που θα μπορούσε να είχε πει, και ίσως να την είπε κιόλας, ο Ηράκλειτος: "Ώσπου να 'ρθουν τα καλύτερα, θα περάσουμε τα χειρότερα... Τα πάντα ρει"».
Στην ίδια συνέντευξη, ο άνθρωπος που είναι «Πανεπιστήμιο» ως συνεντευξιαζόμενος, είχε πει για το ιδιαίτερο ταλέντο του στα ευφυολογήματα και τις καυστικές ατάκες:
«Α, έχω προϋπηρεσία, ήμουν διευθυντής δημιουργικού σε μία από τις μεγαλύτερες διαφημιστικές εταιρείες! (γέλια). Στη διαφήμιση (και όχι μόνο!) πρέπει να λες ή να εννοείς όσο περισσότερα πράγματα με όσο το δυνατόν λιγότερα λόγια. Ο κόσμος έχει βαρεθεί τα πολλά "σεντόνια" και τις αναλύσεις επί αναλύσεων, κι αυτή την "ξύλινη" γλώσσα της πολιτικής ειδησεογραφίας που μιλάει πολύ αλλά δεν λέει τίποτα».
Ps. Με την ελπίδα κάποια στιγμή να πάρω και εγώ μία συνέντευξη από τον Μήτσο, και μέχρι τότε I rest my case για κάθε φορά που κάποιος άσχετος αναφέρεται ως αντισυμβατικός.
Ps2. Εγώ τον Δημήτρη Πουλικάκο δεν τον είπα Θεό, εκείνος όμως ίσως γελάει.