Ούτε στο «δεν αξιώνω ούτε 1 ευρώ», που επαναλαμβάνει από πάντα η Τούνη, ο userΝόμος4000 δεν πείθεται
Το κέντρο της υπόθεσης δεν είναι το αν κάποιος τη συμπαθεί, δεν είναι το αν το feed της ενοχλεί, δεν είναι το αν βγάζει χρήματα από το Instagram, δεν είναι το αν έχει επιρροή, δεν είναι το αν κάποιοι τη φθονούν επειδή απέκτησε οικονομική ανεξαρτησία με τρόπους που δεν καταλαβαίνουν. Το κέντρο της υπόθεσης είναι ότι παραβιάστηκε η ιδιωτικότητά της με μια παράνομη καταγραφή και μια διαρροή που την ακολούθησε -και την ακολουθεί- εδώ και οκτώ χρόνια. Και πάνω σε αυτήν τη διαρροή διογκώθηκαν ο φθόνος για το σώμα της και την επιτυχία της, το slut shaming που αντιμετωπίζει κάθε γυναίκα που τολμά να έχει σεξουαλικότητα και να φορά ό,τι θέλει, το victim blaming που μετατρέπει το θύμα σε θύτη, ο διαδικτυακός σαδισμός που χαίρεται με την πτώση του άλλου και ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός που κάνει άντρες και γυναίκες να μισούν γυναίκες, με αποτέλεσμα η δευτερογενής κακοποίηση να γίνει ένα μαρτύριο μεγαλύτερο από το ίδιο το αρχικό έγκλημα και όσοι τη λοιδόρησαν να γίνουν συνένοχοι στη διάρκειά του. Η δικαίωση σε μια υπόθεση revenge porn είναι υπόθεση αξιοπρέπειας, όχι αποζημίωσης. Ξύπνα. Από γυναίκα γεννήθηκες, ίσως έχεις αδερφή, μπορεί μια μέρα να γίνεις πατέρας ή μητέρα. Η στοιχειώδης ενσυναίσθηση δεν είναι προαιρετική.
Πόσες αποδείξεις χρειάζεται μια κοινωνία για να δεχτεί ότι μια γυναίκα που βιντεοσκοπείται παρά τη θέλησή της και διασύρεται επί οκτώ χρόνια είναι θύμα και όχι θύτης στην ίδια της την ιστορία;
Άκουσον - άκουσον
Η υπόθεση της Ιωάννας Τούνη δεν είναι viral επεισόδιο, δεν είναι lifestyle αφήγημα, δεν είναι test αντοχής της δημοσιότητάς της, δεν είναι δημοψήφισμα για το πόσο συμπαθής ή αντιπαθής είναι κάθε μέρα στο timeline μας.
Είναι μια επίμονη, κουραστική, εξουθενωτική, βασανιστική διεκδίκηση δικαιοσύνης που διαρκεί οκτώ χρόνια, και που αυτά τα οκτώ χρόνια έχουν ένα τεράστια κόστος. Η ίδια, στις πιο πρόσφατες δηλώσεις της είπε: «Νιώθω ότι έχει βιαστεί ο ψυχισμός μου κι απλά ζητάω δικαιοσύνη για μένα και για κάθε γυναίκα που δεν είχε τη δύναμη να φτάσει μέχρι τα δικαστήρια».
Αυτά λοιπόν είναι τα λόγια ενός ανθρώπου που εξαντλήθηκε. Κι όμως, πρέπει διαρκώς να αποδεικνύει ότι είναι το θύμα, παρόλο που αυτό θα έπρεπε να είναι το αυτονόητο σημείο εκκίνησης.
Επί οκτώ χρόνια ψάχνει δικαίωση για ένα βίντεο που τραβήχτηκε χωρίς γνώση, χωρίς συναίνεση, χωρίς στοιχειώδη σεβασμό
Επί οκτώ χρόνια βλέπει τους άλλους να χρησιμοποιούν την εικόνα της σαν πειστήριο δήθεν ενοχής. Επί οκτώ χρόνια δέχεται τις συνέπειες πράξεων που …έγινε η ταυτότητά της. Επί οκτώ χρόνια πρέπει να κάνει κάτι ακόμη πιο ταπεινωτικό από την αναμονή μιας δίκης. Να αντέχει την κοινή γνώμη. Καθημερινά. Αδιάκοπα. Απομυζητικά. Σκληρά.
Υπάρχει ένα σημείο που ενοχλεί βαθιά: δεν αρκεί που ήταν θύμα παράνομης καταγραφής και διαρροής ιδιωτικών στιγμών. Δεν αρκεί που διασύρθηκε σε κάθε πλατφόρμα της χώρας. Δεν αρκεί που έπρεπε να εξηγήσει στα media, στον περίγυρο, στον κάθε άσχετο, το πιο προσωπικό της τραύμα. Η ελληνική διαδικτυακή κουλτούρα της ζήλιας, των συγκρίσεων, του δήθεν ηθικού πλεονεκτήματος, της ανωριμότητας και της βλακώδους αυταπάτης ότι «τα θέλε και τα ‘πάθε», την τοποθέτησε στη θέση του κατηγορούμενου. Όχι στη δικαστική αίθουσα, εκεί θα φανεί η ουσία. Στα σχόλια. Στα stories άλλων. Στην ανάγκη μιας μερίδας να γελάσει με την πτώση μιας γυναίκας που δεν είχαν ποτέ το θάρρος να αναγνωρίσουν την αξία της.
Κι εδώ δεν ενεργοποιούνται «σύνδρομα» αλλά οι βαθύτεροι μηχανισμοί μιας κοινωνίας που δεν έχει μάθει να βλέπει τη γυναίκα ως άνθρωπο με δικαιώματα πάνω στο σώμα της
Το πρώτο είναι το slut-shaming, η εμμονή ότι η σεξουαλικότητα μιας γυναίκας την καθιστά αυτόματα ύποπτη, ένοχη, εκτεθειμένη σε κάθε είδους σχολιασμό. Δίπλα του βρίσκεται το sexy-shaming, η ιδέα ότι μια γυναίκα που είναι όμορφη, ορατή, επιτυχημένη και οικονομικά ανεξάρτητη πρέπει να «πληρώσει» ένα τίμημα επειδή δεν ζήτησε την άδεια κανενός για να υπάρξει όπως θέλει. Πάνω σε αυτά χτίζεται το victim-blaming, η πιο διαβρωτική μορφή μισογυνισμού, η απαίτηση να αποδείξει το θύμα ότι δεν έφταιξε για την ίδια του την παραβίαση, λες και η ιδιωτική του ζωή ήταν πρόκληση και όχι δικαίωμα. Μετά έρχεται ο δευτερογενής βιασμός του ψυχισμού, η εξαντλητική διαδικασία της διαρκούς αμφισβήτησης, των αναβολών, των επιθέσεων, των ύβρεων, των «ξαναπες μας, ξανααποδείξου μας, ξαναυπέμεινε». Και πίσω από όλα αυτά υπάρχει ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός, άντρες και γυναίκες που εκπαιδεύτηκαν να μην αντέχουν καμία γυναίκα που τόλμησε να ξεφύγει από τον ρόλο που της έμαθαν ότι πρέπει να υπηρετεί. Μαζί και ο διαδικτυακός ηθικός σαδισμός, η παράλογη απόλαυση του εξευτελισμού της άλλης, η ευκολία να πετάς χολή από το κινητό, η ψευδαίσθηση ότι η οθόνη είναι αθωωτικό. Αυτοί οι μηχανισμοί, όχι ένα βίντεο, είναι που κατασκευάζουν οκτώ χρόνια παράτασης της κακοποίησης.
Όλα αυτά δεν είναι θεωρητικά σχήματα. Είναι η πραγματικότητα της Τούνη εδώ και οκτώ χρόνια. Είναι η πραγματικότητα κάθε γυναίκας που είδε ιδιωτικό υλικό να κυκλοφορεί χωρίς τη θέλησή της. Είναι η πραγματικότητα κάθε άντρα που δέχτηκε αντίστοιχο διασυρμό. Γιατί αυτό αφορά όλους. Το βίντεο δεν ήταν ένα lifestyle ατόπημα. Ήταν μια καταγραφή δύο ανθρώπων που κάνουν έρωτα. Έτσι απλά. Ούτε προκλητικά, ούτε παραβατικά, ούτε κρυφά. Έκαναν κάτι που κάνει οποιοσδήποτε έχει σώμα, επιθυμία και ερωτική ζωή. Η παράνομη καταγραφή και διαρροή δεν έχει χρώμα επαγγέλματος, δεν έχει φίλτρο εισοδήματος, δεν έχει κείμενο λεζάντας. Το υλικό αυτό θα μπορούσε να είναι οποιουδήποτε. Θα μπορούσε να είναι ο καθένας που σήμερα την κοροϊδεύει. Ο καθένας που γράφει τοξικό σχόλιο. Ο καθένας που παριστάνει τον άτεγκτο τιμητή των ηθών. Ο καθένας που αδυνατεί να συνειδητοποιήσει πως η συνενοχή του στη χλεύη κάνει το έγκλημα πιο βαθύ.
Τα πιο πρόσφατα λόγια της το αποτυπώνουν καθαρά: «Αν εγώ έχω υποστεί όλον αυτό τον διασυρμό για ένα βίντεο που τραβήχτηκε παρά τη θέλησή μου, χωρίς να το γνωρίζω, το οποίο βρέθηκε αναρτημένο πραγματικά σε ό,τι Μέσο υπάρχει στην Ελλάδα, αν για κάτι τέτοιο δεν έχω καταφέρει εδώ και 8 χρόνια να δικαιωθώ, δεν μπορώ να φανταστώ με όλη αυτή τη μάχη που δίνω τόσα χρόνια και σκεπτόμενη ότι μπορεί να θεωρείται ότι έχω κάποια επιρροή, μια κοπέλα που βλέπει αυτό το πράγμα και μένει στην επαρχία με τους γονείς της, είναι 18 χρονών, δεν έχει οικονομικούς πόρους, δεν έχει ψυχική δύναμη, πραγματικά τι ελπίδα μπορεί να έχει αν εγώ παλεύω ακόμα να αποδείξω ότι είμαι το θύμα σε αυτή την υπόθεση;».
Αυτό είναι το κέντρο της υπόθεσης
Όχι το αν κάποιος τη συμπαθεί. Όχι το αν το feed της ενοχλεί. Όχι το αν βγάζει χρήματα από το Instagram. Όχι το αν έχει «επιρροή». Όχι το αν κάποιες γυναίκες τη φθονούν επειδή ανεξαρτητοποιήθηκε οικονομικά με τρόπους που δεν καταλαβαίνουν. Όχι το αν κάποιοι άντρες τη θέλουν μόνο για να τη μειώσουν. Ούτε το αν οι δυο πλευρές βρίσκουν βολικό να ρίχνουν λάσπη αντί να δουν το αληθινό έγκλημα. Το θέμα είναι η επιβίωση της αξιοπρέπειας ενός ανθρώπου που παραβιάστηκε.
Η δίκη πήρε αναβολή για άλλη μια φορά. Οκτώ χρόνια προσμονής, μνήμης, εξάντλησης, εσωτερικής φθοράς. Οκτώ χρόνια που δεν μπορείς να διαγράψεις. Ο δικηγόρος της, ο Μιχάλης Δημητρακόπουλος, έκανε λόγο για απειλές που δέχεται. Απειλές σε υπόθεση revenge porn. Απειλές επειδή κάποιος υπερασπίζεται το θύμα και το θύμα υπερασπίζεται το αυτονόητο δικαίωμά του. Απειλές επειδή κάποιοι δεν θέλουν να υπάρξει δικαιοσύνη. Η σήψη δεν είναι μεταφορά. Η σήψη είναι γεγονός.
Αυτό που είπε στο τέλος του δικού της δημόσιου πρόσφατου ξεσπάσματος είναι ίσως ο πυρήνας των συναισθημάτων της: «Όσο χαρούμενη κι αν δείχνω, πρέπει να το κρύβω πίσω από συγκαλυμμένα χαμόγελα και να προσποιούμαι ότι είμαι καλά ενώ δεν είμαι». Αυτή η φράση είναι η καρδιά του δεύτερου εγκλήματος. Το πρώτο το έκαναν κάποιοι χωρίς συναίνεση. Το δεύτερο το κάνει η κοινωνία. Όχι μια αφηρημένη κοινωνία. Συγκεκριμένοι άνθρωποι. Συγκεκριμένα σχόλια. Συγκεκριμένες γυναίκες που δεν της συγχωρούν ότι ζει όπως θέλει. Συγκεκριμένοι άντρες που δεν της επιτρέπουν να υπάρχει χωρίς να τη σεξουαλικοποιήσουν ή να τη γελοιοποιήσουν. Συγκεκριμένοι χρήστες που κρύβονται πίσω από οθόνες και πιστεύουν ότι η χυδαιότητα είναι δικαίωμα.
Το υπόβαθρο αυτής της υπόθεσης δεν είναι η δημοσιότητα της Τούνη. Δεν είναι η επιτυχία της. Δεν είναι η εικόνα της. Δεν είναι ο τρόπος ζωής της. Το υπόβαθρο είναι ότι ένας άνθρωπος παραβιάστηκε και το περιεχόμενο της παραβίασης έγινε δημόσια προβολή. Αυτό είναι το έγκλημα. Αυτό είναι το θέμα. Αυτό είναι που θα έπρεπε να μας νοιάζει. Αυτό είναι που παρατείνεται με κάθε αναβολή, με κάθε απειλή, με κάθε σχόλιο χολής, με κάθε αμφισβήτηση του αυτονόητου.
Μπορεί μια κοινωνία να απαιτεί από ένα θύμα να ξαναζεί το έγκλημα για να πείσει τους άσχετους ότι είναι θύμα; Μπορεί να το απαιτεί, αλλά δεν είναι δικαιοσύνη αυτό. Είναι παράταση της βίας.
Και επειδή ο χρήστης-Νόμος4000 δεν πείθεται, ας καταλάβει τουτο: η δυσπιστία του δεν είναι ένδειξη ευφυΐας.
Είναι ένδειξη αναλγησίας. Όταν η ίδια η Τούνη λέει από πάντα «δεν αξιώνω ούτε 1 ευρώ», δεν το λέει για να κερδίσει τις εντυπώσεις. Το λέει για να δείξει πως εκεί που κάποιοι βλέπουν χρήμα, εκείνη βλέπει μόνο αξιοπρέπεια.
Η δίκη αυτή αφορά όλους
Αφορά κάθε άνθρωπο που έχει ιδιωτική ζωή και σώμα. Αφορά κάθε άνθρωπο που έχει βρεθεί ερωτευμένος, γυμνός, εκτεθειμένος, ευάλωτος, συναισθηματικά και σωματικά. Αφορά κάθε άνθρωπο που κάνει έρωτα χωρίς να σκέφτεται ότι κάποιος μπορεί να τον καταγράψει. Αφορά κάθε άνθρωπο που νομίζει ότι είναι ασφαλής. Αφορά κάθε γυναίκα που δεν έχει χρήματα για δικηγόρο. Αφορά κάθε άντρα που μπορεί να γίνει στόχος εκείνος ή κάποια γυναίκα από την οικογένειά του. Αφορά κάθε παιδί που μεγαλώνει σε έναν κόσμο που η παραβίαση γίνεται περιεχόμενο.
Γι’ αυτό η υπόθεση δεν κλείνει με trending hashtags. Κλείνει με δικαστική απόφαση. Κλείνει με δικαίωση. Κλείνει με μια τελεία που χρειάζεται η ψυχή της. Και μέχρι να τελειώσει, η μόνη ερώτηση που μένει ανοιχτή είναι η σημαντικότερη: πόσο ακόμη πρέπει να παλέψει ένα θύμα για να αναγνωριστεί ως θύμα; #Φτάνει!
Κι έτσι φτάνουμε στο σημείο που δεν χωράει άλλη ωραιοποίηση γιατί, όποια κι αν είναι η απόφαση του δικαστηρίου, η μισή ζημιά έχει ήδη γίνει από όσους έφτυσαν χολή στα social, από όσους γέλασαν με έναν διασυρμό, από όσους μίλησαν σαν να είχαν δικαίωμα πάνω στο σώμα μιας γυναίκας που δεν γνώρισαν ποτέ, από όσους έβρισαν για να νιώσουν λίγο ανώτεροι, από όσους πίστεψαν ότι το bullying είναι άποψη και ότι η βαρβαρότητα είναι δικαίωμα. Αυτοί είναι συνένοχοι. Αυτοί στήριξαν την παράταση της κακοποίησης. Αυτοί έδωσαν χώρο στο έγκλημα να συνεχιστεί χωρίς κάμερα αλλά με σχόλια. Κι αν δυσκολεύονται να το καταλάβουν, ας κοιτάξουν μια απλή αλήθεια: από γυναίκα γεννήθηκαν, μπορεί να έχουν αδερφή, ίσως μια μέρα να γίνουν πατέρες. Πόσο εύκολο θα τους ήταν να αντέξουν το ίδιο;
Κάτσε να σκεφτώ.
