Δεν με παίζουν οι φιλενάδες μου

Δεν με παίζουν οι φιλενάδες μου

Όταν η ταμπέλα «ζευγάρι» ή η έλλειψη αυτής αναστατώνει τη σχέση σου με τους φίλους σου.

Μυρόεσσα, η double

Κλαίνε οι χήρες κλαίνε και οι παντρεμένες, θα μου πείτε, που τολμώ να κάνω και γκρίνια για τη «μοναξιά» μου και να παραπονεθώ πως δεν με παίζουν οι φιλενάδες μου. «Μα αφού εσύ έχεις non stop παρέα» γράφει το συννεφάκι των σκέψεων πάνω από το κεφάλι τους. Τις βλέπω να ξεφυσούν μανιασμένες κάθε φορά που τολμώ να ξεστομίσω το δικό μου πρόβλημα και αρχίζουν τις αυθαίρετες συγκρίσεις που καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα ούτε και καμία θέση στην καθημερινότητα της κοινωνικότητας έκαστης εξ ημών.

Το κυριότερο επιχείρημα που διαθέτουν στη φαρέτρα τους για να μου αποδείξουν πως βρίσκονται εκείνες σε πιο δυσμενή θέση από τα δεσμευμένα κορίτσια είναι πως όταν βγαίνουν με ζευγάρια νιώθουν πως στο τσαντάκι τους πρέπει να κουβαλάνε και ένα φανάρι, να το κρατήσουν στη συνάντηση. Μα που τον διάβασαν τον κανόνα αυτόν που θέλει τα κορίτσια που συνοδεύονται στη συναισθηματική τους ζωή να συνοδεύονται απαραιτήτως και στις δημόσιες εμφανίσεις τους; Και το μεγαλύτερό τους παράπονο πως εξαφανίστηκα όσο καιρό περνούσα την to know us better φάση μου. Και είναι αλήθεια πως οι 24 ώρες μου μειώθηκαν σαφώς μα δεν εξανεμίστηκαν τελείως.

Αμόρε απέκτησα, όχι σιαμαίο εραστή. Σχέση έχω, δεν έκανα λοβοτομή. Δεν μεταλλάχθηκα, με το που ερωτεύτηκα, σε μια περσόνα χωρίς προσωπική ζωή, επιθυμίες, χώρο και χρόνο. Το σπίτι μου μοιράζομαι και άνοιξα μια θέση ακόμα στην καρδιά μου. Δεν αφιέρωσα στο αγόρι μου κάθε νανοσεκόντ της ύπαρξής μου. Όχι απλώς μπορώ μα και επιθυμώ διακαώς να κυκλοφορώ και σόλο και εσύ να είσαι το άλλο μου μισό. Και το ότι με καταχώρησες, αυτομάτως, στην κατηγορία «ζευγάρι» και άρα με έσβησες από τη λίστα των συνοδών σου για early ή late drinks, εκδρομές και περιπέτειες, girls (και boys) nights out και όλων όσων κάναμε ΜΑΖΙ ώσπου να μου κολλήσεις το ταμπελάκι «δεσμευμένη» περίοπτα στο κούτελο με κάνει να νιώθω όχι μόνο παραμελημένη αλλά και αδικημένη. Περιθωριοποιημένη και ανασφαλής, καταδικασμένη να ζήσω στον πλανήτη των ζευγαριών, εκεί όπου οι άνθρωποι κυκλοφορούν δυο δυο, σαν τους Χιώτες, και πέρα από τον αγαπημένο τους το βλέμμα δεν ξεμακραίνει.

Μα δεν είμαι αυτή εγώ. Έτσι με γνώρισες; Έτσι με έζησες; Το ότι έχω να υπολογίζω και έναν ακόμα άνθρωπο και δεν μπορώ να είμαι διαθέσιμη 24/7 δεν με κάνει δυσπρόσιτη και ανύπαρκτη. Εδώ είμαι και θέλω να είσαι και εσύ μαζί μου, όπως ήσουν πάντα. Ους ο Θεός συνέζευξε, άνθρωπος μη χωριζέτω, θυμάσαι; Και η δική μας σχέση ήταν ανέκαθεν θεϊκή.

Κρίστη, η single

Θυμάμαι ακόμα το χαμόγελό σου πίσω από τα μεταλλικά σιδεράκια που σε έκαναν να σφυρίζεις το «σ» προκαλώντας ακατάσχετο γέλιο σε όλη την τάξη. Σκουντήγματα κάτω από το θρανίο, σκονάκια που μαζί κρύψαμε, στίχοι από τις «Τρύπες» που γράψαμε με ανεξίτηλο μαρκαδόρο στο εξώφυλλο των λατινικών και των αρχαίων και ο έρωτάς μου με τον Kurt Cobain που μας άφησε λίγο πιο νωρίς από ότι υπολογίζαμε. Το «για πάντα» και το «ποτέ» των φίλων είναι σαν αυτό των ερωτευμένων. Μέχρι να το ξεστομίσεις έχει σχεδόν πάψει να υφίσταται.

Δεν είχα φανταστεί τη ζωή μου χωρίς εσένα. Ακόμα και τα τηλεφωνήματά μας αργά τη νύχτα ήταν ένας συμβιβασμός αναγκαίος, μέχρι να σε ξανασυναντήσω από κοντά για να ξαναπούμε όλα αυτά τα χαζά, κοριτσίστικα που μας κρατούσαν συντροφιά μέρες, μήνες, χρόνια. Το σχολείο, όμως, το τελειώσαμε εδώ και κάμποσα χρόνια, στο πανεπιστήμιο κάναμε το πέρασμά μας και τώρα που μεγαλώσαμε και γίναμε γυναίκες το θρανίο αντικαταστάθηκε από τη δουλειά που φοβάμαι μη χάσω, τα κοινόχρηστα που δεν έχω να πληρώσω, το αγόρι που ντρέπομαι να παραδεχτώ πως γουστάρω.

Δεν σε αποφεύγω και δεν σε κρίνω που τερμάτισες πρώτη στην κούρσα ανεύρεσης του άλλου μας μισού. Περήφανη είμαι που η φιλενάδα μου είναι ευτυχισμένη, που έμαθες να φοράς επιτέλους το κραγιόν σου σωστά και να ισορροπείς στα ψηλά τακούνια, κι ας μην είναι της μαμάς σου. Μη μου ζητάς να είσαι το πρώτο μου τηλεφώνημα το πρωί και το τελευταίο το βράδυ, καθώς μαζί με τις δικές σου προτεραιότητες άλλαξαν και οι δικές μου.

Δε με ρώτησες με ποιον έπινα ένα χρόνο τα early drinks όσο εσύ γνώριζες καλύτερα το καινούριο σου αγόρι σε κάποιο μακρινό προορισμό, χωρίς ρεύμα και τηλέφωνο. Δεν αναρωτήθηκες ποτέ πόσες φορές σε έψαξα και δε σε βρήκα. Δεν απόρησες με την αλλαγή στα μαλλιά μου, το κορμί μου που αδυνάτισε, το σπίτι μου που ανακαινίστηκε. Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες απουσίας δεν έσβησαν την αγάπη μου για σένα, αλλά σίγουρα τον αριθμό του κινητού σου από τις ταχείες μου κλήσεις.

Δεν σε απορρίπτω, σε διεκδικώ γιατί μου λείπεις και θέλω να σηκώσεις το τηλέφωνο, να ακούσεις τη φωνή μου και να φωνάξεις, «μπορεί να άργησα ένα χρόνο σε αυτό το ραντεβού, αλλά πότε θα με πας για εκείνο το ποτό που μου χρωστάς;».