Τα σοκαριστικά αποτελέσματα που αποκαλύπτει μια νέα έρευνα σχετικά με τον ύπνο

Τα σοκαριστικά αποτελέσματα που αποκαλύπτει μια νέα έρευνα σχετικά με τον ύπνο

Πότε ήταν τελικά η τελευταία φορά που κοιμηθήκαμε καλα;

Ύπνος! Μια από τις μεγαλύτερες απολαύσεις του ανθρώπου. Είναι η στιγμή που ο οργανισμός μας θέλει να κάνει restart, να φορτίσει τις μπαταρίες του για να μπορέσει να ανακτήσει τις δυνάμεις του για την επόμενη ημέρα.

Αλήθεια όμως, πόσοι από εμάς κοιμόμαστε πραγματικά καλά το βράδυ; Τα αποτελέσματα μιας νέας αμερικανικής έρευνας είναι αποθαρρυντικά. Το 60% των ενηλίκων δηλώνουν ότι έχουν να κοιμηθούν καλά, χωρίς να διακόπτεται ο ύπνος τους από τίποτα, από την εφηβική τους ηλικία.

Σύμφωνα με την έρευνα το σύνδρομο του ανεπαρκούς ύπνου είναι η αδυναμία να κοιμηθούμε όσες ώρες χρειαζόμαστε, όχι εξαιτίας κάποιας διαταραχής ύπνου αλλά εξαιτίας συνειδητών επιλογών, οι περισσότερες από τις οποίες σχετίζονται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής και πολλές φορές δεν μας αφήνουν ουσιαστικά περιθώρια αντίδρασης.

Σε μια νέα μελέτη, οι ερωτηθέντες ανέφεραν ότι λαμβάνουν σήμερα μόνο 5 ώρες βραδινού ύπνου, κάτι που απέχει πολύ από τις 7-9 ώρες που συνιστάται για τους ενήλικες. Ο COVID-19 έχει επίσης επηρεάσει την ηρεμία των γονέων, με περισσότερους από 6-10 ερωτηθέντες να αναφέρουν ότι είχαν αυξημένη δυσκολία στον ύπνο από την έναρξη της πανδημίας μέχρι και σήμερα.

Η έρευνα διεξήχθη από την OnePoll εκ μέρους της SugarBear Sleep, και εξέτασε τις πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτών των διαφορετικών τύπων «αϋπνίας ανά έτη». Όταν οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν, αναδρομικά, για την περίοδο της ζωής τους κατά την οποία ένιωθαν ότι χρειάζονται περισσότερο ύπνο, σχεδόν 4 στους 10 (38%) ανέφεραν την εποχή που βρίσκονταν στις σχολές τους και το 15% ανέφεραν τον χρόνο τους ως νέοι γονείς.

Κατά μέσο όρο, οι ερωτηθέντες δήλωσαν ότι η ποιότητα του ύπνου τους άρχισε να μειώνεται περίπου στην ηλικία των 23 ετών. Η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι οι ερωτηθέντες ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν ότι είχαν να κοιμηθούν καλά από τα πρώτα χρόνια που άρχισαν να εργάζονται (μετά το Πανεπιστήμο), με περισσότερους από τους μισούς (54%) να αναφέρουν ότι μπορούσαν να μένουν ξύπνιοι για μια ολόκληρη νύχτα σε αυτήν την περίοδο της ζωής τους.