Πώς οι κριτικοί «άδειασαν» το πολυαναμενόμενο «The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes»

Τζένη Ντεμιράι
Πώς οι κριτικοί «άδειασαν» το πολυαναμενόμενο «The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes»
© 2023 Lionsgate

To «The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes» δεν φαίνεται να άρεσε σε αρκετούς κριτικούς, παρά το γεγονός ότι το κοινό αναμένει πώς και πώς την προβολή της ταινίας τον Νοέμβριο του 2023.

Οχτώ χρόνια μετά την τελευταία ταινία της σειράς ταινιών «The Hunger Games» ήρθε η ώρα για την μεγάλη επιστροφή το 2023, με μία spin-off ταινία που υπόσχεται να μας κάνει να δούμε με μία διαφορετική ματιά τον «κακό» Coriolanus Snow, ο οποίος στα νιάτα του δεν φαίνεται να ήταν τόσο τυραννικός όσο ο μετέπειτα Πρόεδρος της Πανέμ.

Πρόκειται για ένα prequel στο οποίο τα πουλιά και τα φίδια συμβολίζουν την ομορφιά και τη μοχθηρή απιστία, μεταφέροντας μας στην ιστορία της καταγωγής του προέδρου του κράτους, του Coriolanus Snow, τον οποίο αρχικά υποδύθηκε ο Donald Sutherland.

Εξήντα τέσσερα χρόνια πριν από τα γεγονότα της πρώτης ταινίας, ο νεαρός Κοριολανός (τον οποίο υποδύεται ο Tom Blyth) είναι γόνος μιας άθλιας-προνομιούχου διακεκριμένης οικογένειας και σε αυτό το στάδιο είναι ένας νεαρός με αξιοπρεπείς προθέσεις που πρέπει να «καθοδηγήσει» έναν από τους καταπιεσμένους διαγωνιζόμενους στους σκληρούς αγώνες. Aυτή η καθοδήγηση είναι μια πρωτοποριακή καινοτομία της τηλεόρασης που αποσκοπεί στην αύξηση της τηλεθέασης.

The Hunger Games 2023: Ποια είναι η υπόθεση

Η ιστορία ακολουθεί τον νεαρό Coriolanus Snow (Tom Blyth), ο οποίος στην προσπάθειά του να σώσει τον εαυτό του αλλά και την οικογένειά του δέχεται απρόθυμα τον ρόλο του μέντορα της Lucy Gray Baird (Rachel Zegler) — του Φόρο της φτωχής Περιοχής 12 — στους 10ους Αγώνες Πείνας.

Ο Snow θα βρεθεί αντιμέτωπος με τα συναισθήματα του για την Lucy ενώ η ταινία επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτόν τον κακό, πριν γίνει κακός, όταν ακόμα ήταν νέος, απελπισμένος και γοητευτικός.

Ο Snow θα αποτελέσει το μοναδικό κοινό σημείο ανάμεσα στην Lucy Gray Baird και την Katniss Everdeen (Jennifer Lawrence), η οποία είχε προσφερθεί εθελοντικά να συμμετέχει στους αγώνες, παίρνοντας τη θέση της μικρότερης αδερφής της στην πρώτη ταινία του 2012.

Πώς οι κριτικοί «άδειασαν» το πολυαναμενόμενο blockbuster

Ο κριτικός κινηματογράφου του The Guardian, Peter Bradshaw, έγραψε μία απογοητευτική κριτική για την ταινία «The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes», ισχυριζόμενος ότι το prequel «στερείται έμπνευσης». O Bradshaw θεωρεί ότι η ταινία δεν έχει κανέναν λόγο ύπαρξης, αφού απλώς επαναλαμβάνει όσα ήδη έχουν πει με μεγάλη επιτυχία οι τέσσερις προηγούμενες ταινίες που κυκλοφόρησαν από το 2012 έως το 2015, με πρωταγωνίστρια την Katniss Everdeen (Jennifer Lawrence).

Η κριτικός του The Independent, Clarisse Loughrey, υποστηρίζει ότι στο μυθιστόρημα της η Collins είχε στόχο να δείξει τον τρόπο με τον οποίο ένας ορφανός και δυστυχισμένος νέος θα μπορούσε να μετατραπεί στον απόλυτα κακό ηγέτη, ωστόσο, η ταινία δεν φαίνεται να καταφέρνει να «περάσει» το ίδιο μήνυμα με την ίδια επιτυχία. Ο Tom Blyth, κατά την Loughrey, δεν μοιάζει να έχει καμία ουσιαστική κακία ή σκληρότητα στην προσωπικότητά του, η οποία θα μπορούσε να δικαιολογήσει ότι αυτός ο άνθρωπος έξι δεκαετίες αργότερα θα βασάνιζε και θα δηλητηρίαζε ανθρώπους.

O Peter Debruge, Επικεφαλής κριτικός κινηματογράφου για το Variety, έγραψε μεταξύ άλλων για την ταινία «The Hunger Games: The Ballad of Songbirds and Snakes» ότι καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα στη δράση, την απειλούμενη νεανική αγάπη και ένα αυξημένου επιπέδου πολιτικό σχολιασμό, που σέβεται τη νοημοσύνη του νεανικού κοινού.

Με μήνυμα την αναγνώριση του τρόπου με τον οποίο τα συστήματα χρησιμοποιούν την ψυχαγωγία για να αποσπάσουν την προσοχή και να διασκεδάσουν τις μάζες, η Rachel Zegler (Lucy Gray Baird) γίνεται με επιτυχία μία φωνή αντίστασης, κατά τον Debruge. Μάλιστα, καταφέρνει να ενσαρκώσει έναν χαρακτήρα με στοιχεία από την ηρωίδα της Jennifer Lawrence, Katniss Everdeen, την Esmeralda της φαντασίας του Βίκτωρος Ουγκώ, αλλά και ένα pop είδωλο της σύγχρονης εποχής.

Στα αρνητικά του Debruge είναι η διάρκεια της ταινίας (2 ώρες και 38 λεπτά), η οποία ευθύνεται για τις «απογοητευτικές ασάφειες», όπως τόνισε ο ίδιος χαρακτηριστικά, προς το τέλος της προβολής.

Εμείς, το μόνο που μένει να κάνουμε είναι να δούμε την ταινία που κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις 16 Νοεμβρίου και να διαπιστώσουμε αν συμφωνούμε ή όχι με το «άδειασμα» των κριτικών.