Γεράσιμος Σκιαδαρέσης: «Είμαστε δέσμιοι ενός συστήματος. Η τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο»

Αν και πιστεύει πως θα ήταν ευχής έργον αν γινόταν μία μικρή επανάσταση για να αλλάξει ο κόσμος μας, ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης μιλώντας στο Queen.gr μας ρίχνει ένα φως στην πιο ρεαλιστική πλευρά της ζωής. Δείχνοντας εμπιστοσύνη, όπως κάνει και με τα δικά του παιδιά, στη νέα γενιά.
Όσο και αν στη μνήμη σου τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση τον έχεις ταυτίσει με τον τηλεοπτικό ρόλο του Βαγγέλη Φατσέα στο «Καφέ της Χαράς», οι θεατρικοί του ρόλοι αλλά και οι λίγο πιο σκοτεινοί κινηματογραφικοί, του έχουν προσδώσει μία ταυτότητα μοναδικότητας.
Φέτος κάνει ξανά, 8 χρόνια μετά την πρώτη πρεμιέρα του έργου, έναν συγκλονιστικό μονόλογο στο «Εκτός ύλης» (θέατρο Μιχάλης Κακογιάννης) το βραβευμένο έργο του Κώστα Λεϊμονή, στον ρόλο ενός πολιτικού που στο βήμα της Βουλής παραιτείται και σε μία σπάνια κρίση συνείδησης, θίγει όλα τα κακώς κείμενα της κοινωνίας μας και μιλά για τη συλλογική και την ατομική ευθύνη.
Τον απολαμβάνουμε όμως και ως τον Χρόνη Κομνηνό τον δικό μας Πουαρό στο τηλεοπτικό Grand Hotel, ρόλο που όπως μας εξομολογείται στο Queen.gr του έδωσε μεγάλη χαρά, λόγω και της αγάπης που έχει για τις αστυνομικές περιπέτειες. Έχοντας στα χέρια του μίας άλλης μορφής εξουσία από εκείνη που στηλιτεύει στο θέατρο.
Grand Hotel, ανατροπή: Σε δίκη για φόνο η Κυβέλη αλλά ποιος τελικά την πρόδωσε;
Αυτοί οι δύο διαφορετικοί κόσμοι και ο κόσμος στον οποίο ζούμε τον απασχολούν πολύ συχνά και ως πατέρα. Όπως και το μείζον για εκείνον ζήτημα της αξιοπρέπειας. Πρόσφατα αντέδρασε για μία ακόμη φορά σε μία άκομψη ερώτηση ενός δημοσιογράφου που αφορούσε στις δύο του κόρες, την Όλγα και Νίκη που ασχολούνται με τη μουσική. Και μας εξηγεί τον βαθύτερο λόγο της αντίδρασής του.
«Δεν γίνονται αλλαγές δίχως κόστος. Τίθεται πια, θέμα αξιοπρέπειας»
Η αλόγιστη εξουσία, οι εκτός ηθικών φραγμών εκπρόσωποί της, η αλαζονεία, η απώλεια συνείδησης και η σήψη της κοινωνίας είναι διαχρονικά θέματα στη ζωή και στην τέχνη. Πόσο αυτός ο θεατρικός σας μονόλογος «ακουμπά» στη σύγχρονη ελληνική μας πραγματικότητα;
Πιστεύω ότι την «ακουμπά» πολύ, αλλά η εποχή μας καταφέρνει και κινείται ακόμη πιο γρήγορα, ξεφεύγει από αυτές τις έννοιες. Μας προλαβαίνουν οι εξελίξεις, τα νέα γεγονότα που προκύπτουν που σε κάνουν να αναρωτιέσαι: «Έχει και άλλο;». Συμβαίνουν όλα αυτά γύρω μας και παγκοσμίως και λες: «Αν είναι δυνατόν υπάρχουν και χειρότερα;». Είναι ένας θεατρικός μονόλογος αγωνίας ενός ανθρώπου και όχι μόνο πολιτικού για το τι συμβαίνει γύρω μας, για τις ευθύνες που έχουμε εμείς οι ίδιοι, αλλά και τη δυνατότητα που έχουμε για να αλλάξουμε αυτό που ζούμε.
Σας απογοητεύουν οι νέοι πολιτικοί που δεν κομίζουν κάτι διαφορετικό από τους προηγούμενους; Που δε δίνουν την αίσθηση ότι πραγματικά έχουν τη διάθεση να αλλάξουν την κοινωνία στην οποία ζούμε;
Μοιάζει σα να αποδεχόμαστε μία κατάσταση και φαίνεται πως ούτε και οι νεότεροι μπαίνουν στην πολιτική με όραμα για να αλλάξουν κάτι ή να δημιουργήσουν κάτι καλύτερο. Μπαίνουν στην πολιτική, απλώς για να πετύχουν σε επίπεδο καριέρας, κοιτώντας μόνο την τσέπη τους και τον εαυτό τους. Αυτό δημιουργεί ακόμη περισσότερα προβλήματα. Αισθάνομαι ότι παλαιότερα υπήρχαν και εκείνοι που ακολουθούσαν τον δρόμο της πολιτικής με λίγο πιο αγνές προθέσεις. Ανεξάρτητα αν στη συνέχεια μεταλλάχθηκαν λόγω εξουσίας, λόγω της σταδιακής φθοράς που προκαλείται.
Τώρα δεν υπάρχουν πια οι καλές προθέσεις αλλά και το μορφωτικό επίπεδο που είχαν κάποιοι πολιτικοί. Η μόρφωση δεν είναι προαπαιτούμενο για την πολιτική.

Μπορεί να γίνει μία καθολική αλλαγή από τον τρόπο που εμείς συμπεριφερόμαστε, σαν μία σιωπηρή μικρή επανάσταση με πιο ατομικά χαρακτηριστικά;
Θα ήταν ευχής έργον, αλλά δεν μπορεί να γίνει δυστυχώς, τουλάχιστον σε πιο μαζικό επίπεδο. Αισθάνομαι ότι είμαστε δέσμιοι ενός συστήματος. Αν δεν καταλάβουμε ότι χρειάζεται να αντιδράσουμε συλλογικά, δεν βλέπω κάποια ελπίδα για το μέλλον.
Η τέχνη δεν εμπεριέχει και την αλλαγή στον τρόπο σκέψης, άρα και την αλλαγή σε κοινωνικό επίπεδο;
Η τέχνη δυστυχώς, δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο μας. Με την έλλειψη της παιδείας που εντέχνως εδώ και χρόνια μας καλλιεργείται, ο κόσμος αυτός, δεν έχει πια και την απαιτούμενη κρίση για να καταλάβει τι συμβαίνει γύρω του. Τουλάχιστον στη μεγάλη του πλειοψηφία του.
Πρόσφατα αντιδράσατε λέγοντας πως μόνο οι trash ειδήσεις πουλάνε, όταν ένας δημοσιογράφος, μετά την πρεμιέρα σας στο θέατρο, δεν σας ρώτησε για την παράσταση, αλλά κυρίως για τις κόρες σας που ασχολούνται με τη μουσική. Απαντήσατε ευγενικά, αλλά εκφράσατε και την ενόχλησή σας. Είναι και η πρώτη φορά που σας είδαμε να έχετε αυτή την αντίδραση. Την οποία και δικαιολογώ για να μην αποποιηθώ και των ευθυνών που έχουμε εμείς (ορισμένοι) ως δημοσιογράφοι.
Πραγματικά αισθάνομαι ντροπή, όχι για μένα, αλλά για αυτόν που έχω απέναντί μου. Δεν υπάρχει ένας στοιχειώδης σεβασμός; Θα πρέπει και εσείς οι δημοσιογράφοι να επιλέξετε τι είναι το πιο σημαντικό. Πολεμήστε και εσείς από τη δική σας πλευρά, να έχει τελικά σημασία μόνο το σημαντικό.
Δεν μας αξίζει αυτή η δημοσιογραφία και συμπεριφορά. Και αν δεν μας αξίζει, ας την κάνουμε να μας αξίζει. Μπορεί και στις δύο πλευρές να μας κοστίσει. Και σε εμένα να μην «παίζω» ως θέμα και σε εσάς. Αλλά δεν γίνονται οι αλλαγές χωρίς να υπάρχει ένα κόστος. Τίθεται πια, θέμα αξιοπρέπειας.
Έχετε εκφράσει πολλές φορές την υποστήριξή σας στους νέους συναδέλφους σας, πάντα δουλεύετε με νέους ηθοποιούς και στο θέατρο αλλά και στη τηλεόραση. Τι σας διδάσκει αυτή η διαφορετική ματιά που έχει αυτή η γενιά για την τέχνη; Είναι μία γενιά της ουσίας και όχι του «φαίνεσθαι»;
Μου αρέσει να συνεργάζομαι με νέα παιδιά, ίσως γιατί με κάνουν να αισθάνομαι και εγώ νέος (γελάει). Παίρνω για παράδειγμα από αυτό που έκανε ο μεγάλος δάσκαλος, Γιώργος Μιχαλακόπουλος. Του άρεσε πάντα να συνεργάζεται με νέους ηθοποιούς, μέσα του αισθανόταν πάντα παιδί. Θέλω και εγώ να διαφυλάξω μέσα μου, αυτή την παιδικότητα. Διασκεδάζω μαζί τους, περνάω πολύ καλά. Όλοι μας ενδιαφερόμαστε όμως για την ουσία των πραγμάτων. Υπήρχαν και παλαιότερα εκείνοι που έδειχναν πραγματικό ενδιαφέρον για αυτή τη δουλειά και άλλοι που την έβλεπαν απλά ως ένα μέσο βιοπορισμού. Δεν πιστεύω επίσης αυτό που λέγεται, πως κάποτε είχαμε καλούς ηθοποιούς και σήμερα δεν έχουμε.
Υπάρχουν όμως περισσότερες προκλήσεις για τους νέους και πολύ εύκολα μπορεί να πέσουν στην παγίδα της υπερβολικής προβολής. Τα social media άλλωστε υποβοηθούν αυτή την κατάσταση.
Αναλογικά ναι, έχουν αυξηθεί οι ηθοποιοί που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Θεωρούν πώς μόνο η εικόνα που βγαίνει από τα Μέσα, είναι σημαντική και τίποτε άλλο. Είναι φαινόμενο της εποχής. Όσοι ξεκινούσαν παλαιότερα σε αυτή τη δουλειά, μάθαιναν από την αρχή ακόμη των σπουδών τους στη δραματική σχολή, πως χρειάζεται πολύς κόπος, πολύς ιδρώτας για να καταφέρουν κάτι, δεν υπάρχει μόνο η δόξα και τα χρήματα που κάποιοι φαντάζονταν. Αν κάποιοι τα κατάφερναν και σε αυτό, ήταν η μειοψηφία και όχι η πλειοψηφία. Υπάρχει και μία τάση που ωθεί αρκετούς στο να μπαίνουν σε αυτή τη δουλειά χωρίς να έχουν πραγματική αγάπη για αυτή. Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα.
«Η ιστορία των Γαζήδων στο Grand Hotel κρύβει πολλά ακόμη μυστικά»
Λαμβάνοντας υπόψη και τους κινηματογραφικούς σας ρόλους, αλλά και τον περσινό στη σειρά «Ναυάγιο» ως Μιλτιάδης Παντελίδης, μας δίνετε την εντύπωση ότι σας αρέσουν αυτές οι πιο dark φυσιογνωμίες. Οι ρόλοι που ξεφεύγουν από τους κωμικούς που με επιτυχία έχετε κάνει στο παρελθόν. Σε ποια κατηγορία όμως βάζετε φέτος τον ρόλο του Χρόνη Κομνηνού που υποδύεστε στο Grand Hotel;
Η αλήθεια είναι πως βαριέμαι να κάνω τους ίδιους ρόλους. Πέρασα έναν χρόνο με τον Παντελίδη και ήθελα να κάνω μία αλλαγή. Από την άλλη πλευρά, δεν είχα κάνει ποτέ αστυνομική σειρά και με ενδιέφερε πολύ αυτός ο ρόλος του Χάρη Κομνηνού, που συγκαταλέγεται σε αυτό που λέμε ως οι «καλοί». Είναι ένας κομβικός ρόλος για τη σειρά, έχει ενδιαφέρον γιατί έχει σκηνές με όλους, δεν ανήκει σε κάποιον, έχει έναν δικό του κόσμο.
Η μοιραία νύχτα του Grand Hotel: Λαμπρόγιαννη - Γεροντιδάκης εξοντώνουν τη μεγαλύτερη εχθρό τους
Είστε θαυμαστής του Πουαρό; Διαβάζατε ως νέος αστυνομικά μυθιστορήματα;
Είμαι πολύ μεγάλος θαυμαστής γενικότερα της αστυνομικής λογοτεχνίας. Και ως βιβλία αλλά μου αρέσουν και ως έργα αυτού του τύπου οι αστυνομικές περιπέτειες στον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Με την κωμωδία σας έχουμε ταυτίσει αρκετά και είναι ένα είδος που το κατέχετε πολύ καλά. Λέμε διαρκώς ότι μας λείπουν οι καλές κωμωδίες από την τηλεόραση, παρόλο που έγιναν φέτος κάποιες προσπάθειες, που δεν είχαν όλες απήχηση λόγω σεναρίου. Είμαι μείζον το καλό κείμενο για εσάς;
Όλοι οι ηθοποιοί αναζητούμε ένα καλό κείμενο, είναι η βάση των πραγμάτων και στο θέατρο αλλά και σε μία τηλεοπτική σειρά. Αλλά στο Grand Hotel ο Χρόνης έχει αρκετά κωμικά στοιχεία, αυτό το διακριτικό χιούμορ που μου αρέσει πολύ. Θέλαμε από την αρχή να φτιάξουμε εκτός από τον Χρόνη και ένα πολύ ιδιαίτερο δίδυμο με τον βοηθό του (Αλέξανδρος Σκουρλέτης) για να δημιουργήσουμε μία πολύ διαφορετική νότα μέσα στη σειρά.
Πόσο διαφορετικά προσεγγίζετε έναν τέτοιο ρόλο που ανήκει στην κατηγορία της αστυνομικής περιπέτειας; Έχει σημασία ακόμη και η παραμικρή λεπτομέρεια στις κινήσεις σας;
Δεν κάνω κάτι διαφορετικό από τη μελέτη που κάνω για κάθε ρόλο που υποδύομαι. Απλά εδώ έχω τη χαρά να κάνω έναν χαρακτήρα που έχει μία διαφορετική διάσταση, γιατί εκτός από την αστυνομική έρευνα, κάνει και ιατροδικαστική για να εξιχνιάσει και τις δολοφονίες του ξενοδοχείου. Τα ζήλευα να τα κάνω και εγώ κάποια στιγμή αυτά σε έναν ρόλο (γελάει). Είναι μπροστά από την εποχή του ο αστυνόμος. Του αρέσει να μελετά με σύγχρονες μεθόδους. Για παράδειγμα τότε που χρειάστηκε να πάρει αποτυπώματα που ήταν κάτι πρωτοποριακό και κανείς δεν το γνώριζε, από κάποιες ιστορικές έρευνες που κάναμε, μόλις εκείνη την εποχή στην οποία αναφέρεται η σειρά, καθιερώθηκαν. Εμπιστεύεται ο αστυνόμος την επιστήμη, είναι αρκετά ορθολογιστής.
Υπάρχει πάντα στο μυαλό του Κομνηνού ότι η Κυβέλη είναι είτε ο φυσικός, είτε ο ηθικός αυτουργός της κεντρικής δολοφονίας του Κωνσταντίνου Γαζή;
Ο Χρόνης ξέρει πως ζει σε ένα κόσμο που η Κυβέλη ηγείται και κινεί τα νήματα, απλά δεν έχει στοιχεία για να το αποδείξει. Δεν είναι αυτοσκοπός του να προχωρήσει δίχως στοιχεία.
Η ιστορία του Γαζή και των Γαζήδων γενικά, έχει πολύ «ψωμί» για τη συνέχεια, κρύβει και πολλά ακόμη μυστικά που θα αποκαλυφθούν.
Από τώρα έχουν αρχίσει να ξεδιαλύνονται τα επιμέρους στοιχεία και προστίθενται και ακόμη περισσότερα. Η ιστορία των προσφύγων έχει επίσης πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τη συνέχεια.