Θέμις Μαρσέλλου: «Δεν έχει κανένα νόημα, αν δε δουλεύεις στο θέατρο με χαρούμενους ανθρώπους»

Κατερίνα Μπούσιου
Θέμις Μαρσέλλου: «Δεν έχει κανένα νόημα, αν δε δουλεύεις στο θέατρο με χαρούμενους ανθρώπους»

Η «βασίλισσα» των μιούζικαλ στην Ελλάδα, σκηνοθετεί τη μεγάλη επιτυχία του θεάτρου «Αθηνά», «Όλα...λάθος!». Ένα έργο με διεθνή επιτυχία, κάνει το απόλυτο sold out του καλοκαιριού. 

Η Θέμις Μαρσέλλου, συνδυάζει πολλές μορφές της τέχνης ως ιδιότητες και αυτό την καθιστά μοναδική για τα ελληνικά δεδομένα. Είναι μουσικός, ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφράστρια, την έχουμε συνηθίσει να την αποκαλούμε ως τη «βασίλισσα» του μιούζικαλ στην Ελλάδα, με υπερπαραγωγές που έχουν αγαπηθεί.

Και όλα αυτά τα κάνει με περίσσεια αγάπη και πάθος για τη δουλειά της, γιατί όπως μας δηλώνει στη συνέντευξή μας στο Queen.gr, κρατά πάντα στο μυαλό της, τη συμβουλή που της έδωσε στα 20 της χρόνια ο Μάνος Χατζιδάκις: «Ό,τι κάνεις, να το κάνεις στο εκατό, όχι λιγότερο».

Φέτος όμως έχει κάνει την απόδοση κειμένου και σκηνοθετεί μία παράσταση που αγάπησε πολύ όταν την είδε για πρώτη φορά στο Λονδίνο. Και έχει γίνει η sold out επιτυχία του καλοκαιριού στο θερινό θέατρο «Αθηνά».

Η παράσταση «Όλα… Λάθος!» (The Play that Goes Wrong), που έχει κάνει διεθνή επιτυχία, είναι μία σύγχρονη, γρήγορη κωμωδία καταστάσεων, που αφορά στον κόσμο του θεάτρου.

Ένα έργο, έξι φιλόδοξοι ηθοποιοί, δυο φιλότιμοι τεχνικοί και μια πρεμιέρα που πρέπει να πραγματοποιηθεί με επιτυχία! Παρά τις συνεχείς προσπάθειες τους, η τύχη φαίνεται να μην είναι με το μέρος τους και οι απρόβλεπτες καταστάσεις διαδέχονται η μία την άλλη, δημιουργώντας μία σειρά από ανατρεπτικές, τραγελαφικές και απολαυστικά λάθος καταστάσεις.

https://www.instagram.com/p/DJ8lr-jMlXG

«Αν δεν δουλεύεις με χαρούμενους ανθρώπους, έχεις αποτύχει»

Η παράσταση «Όλα… Λάθος!» (The Play that Goes Wrong) είναι η επιτυχία του καλοκαιριού. Ένα σύγχρονο έργο, με 30 διεθνή βραβεία, μία κωμωδία καταστάσεων πολύ διαφορετική. Απαρνηθήκατε για λίγο τα μιούζικαλ, για να αφοσιωθείτε σε ένα έργο, που γνώρισε μεγάλη επιτυχία, αρχικά στο Λονδίνο το 2012 και το Broadway το 2017 και είναι η νέα μεγάλη επιτυχία στο θερινό θέατρο «Αθηνά». Πώς προέκυψε η ιδέα και πόσο δύσκολη ήταν η υλοποίησή της;

Είδα για πρώτη φορά την παράσταση όταν πήγα στο Λονδίνο για να επισκεφτώ τον γιο μου που σπουδάζει, από τους ίδιους τους δημιουργούς της, τον Henry Lewis, τον Jonathan Sayer και τον Henry Shields. Γιατί αρχικά το έργο το έγραψαν για να παίξουν οι ίδιοι. Εγώ που δεν γελάω τόσο εύκολα, είχα «γονατίσει» από το γέλιο βλέποντας την παράσταση και τότε ευχήθηκα, κάποια στιγμή να καταφέρω να την κάνω και στην Ελλάδα. Αν και το εγχείρημα ήταν πολύ δύσκολο γιατί έχει καθαρά αγγλικό χιούμορ, που δεν είναι εύκολο να μεταφερθεί σε άλλη γλώσσα.

Είναι μία σύγχρονη κωμωδία καταστάσεων και αυτό που προσπάθησα να μεταφέρω στους πολύ καλούς ηθοποιούς της παράστασής μας, είναι πως η ίδια η συνθήκη του έργου έχει ιδιαιτερότητες και όρια. Αν προσπαθήσεις να φανείς μέσα από αυτήν ή να παρέμβεις χωρίς να προσέξεις, την έχεις καταστρέψει. Είναι διαφορετικός ο δικός μας υποκριτικός κώδικας και έχω δει πολλές φορές να «πειράζουν» τα έργα και στο τέλος τα καταστρέφουν. Παρόλα αυτά όμως εμείς ότι τα καταφέραμε, γιατί πηγαίναμε μαζί χέρι – χέρι, όλοι οι ηθοποιοί μαζί, ο Θανάσης Τσαλταμπάσης, η Παρθένα Χοροζίδου, ο Αργύρης Αγγέλου, ο Στράτος Λύκος, ο Γιώργος Χατζής, η Κατερίνα Σούσουλα, ο Βαγγέλης Πιτσιλός και ο Ζήσης Ρούμπος. Και χαίρομαι πάρα πολύ γιατί το χιούμορ, το οποίο σεβαστήκαμε, καταφέραμε να το επικοινωνήσουμε, στον κόσμο, που έχει αγαπήσει πολύ την παράστασή μας.

https://www.instagram.com/p/DKTw6AHOamb

Αναζητούμε λίγο περισσότερο την κωμωδία ως κοινό τα τελευταία χρόνια ως μία διέξοδο στις δύσκολες κοινωνικές συνθήκες;

Στις δύσκολες εποχές, ναι, την αναζητούμε την κωμωδία. Και είναι πολύ ελληνικό στοιχείο αυτό που θα σας πω, γιατί το ελληνικό θέατρο πήγε πολύ καλά για παράδειγμα, την εποχή της οικονομικής κρίσης. Παρόλο που είχαμε capital controls οι θεατές, αγόραζαν ακόμη και τα ακριβά εισιτήρια γιατί είχαν πραγματική ανάγκη να περάσουν καλά. Οι κωμωδίες λειτουργούν όπως οι κλασσικές ελληνικές ταινίες. Σου δίνουν ζεστασιά, ανεμελιά.

Τι χαρακτηριστικά έχουμε ως θεατρικό κοινό;

Έχω πολλές φορές ακούσει διάφορα για το κοινό που έρχεται στο θέατρο, κάποια κλισέ που αφορούν στο δήθεν ποιοτικό ή το εμπορικό θέατρο και αντίστοιχα για τους θεατές που τα παρακολουθούν. Δυστυχώς αυτές τις «ταμπέλες» τις υιοθετούν ακόμη και οι άνθρωποι της δικής μας δουλειάς και αυτό είναι το δραματικό για εμένα. Δεν πιστεύω τίποτε απ’ όλα αυτά. Πιστεύω μόνο στο καλό και στο κακό θέατρο. Το κοινό ξέρει πολύ καλά να επιλέγει το καλό θέατρο και να απορρίπτει το κακό.

Έχετε δικαίως χαρακτηριστεί ως η «βασίλισσα» του μιούζικαλ στην Ελλάδα με περισσότερες από 20 παραγωγές των κορυφαίων ανά τον κόσμο, έργων. Επιλέξατε ένα δύσκολο θεατρικό είδος, το οποίο δεν έχει απλά υψηλό κόστος ως παραγωγή. Απαιτεί και πολύ καλή γνώση του αντικειμένου και συντονισμό.

Το μιούζικαλ, περιλαμβάνει τρία είδη τέχνης. Έχει χορό, έχει τραγούδι με μουσική και μάλιστα με ζωντανή ορχήστρα και υποκριτική. Δεν μπορεί κάποιος να υπηρετήσει αυτό το είδος, αν δεν ξέρει καλά και τα τρία αυτά είδη. Είμαι μουσικός, έχω σπουδάσει θέατρο, έχω ασχοληθεί πολύ με τον χορό, δίχως όμως να έχω υπάρξει ποτέ χορεύτρια. Το έχω μελετήσει, το έχω σπουδάσει το μιούζικαλ για αυτό και έχω άποψη και στα τρία αυτά επίπεδα. Είναι ένα είδος που έχω αγαπήσει πολύ.

Έχετε έναν μοναδικό τρόπο χειρισμού στα μιούζικαλ με τα παιδιά. Και προσωπικά το έχω διαπιστώσει σε κάποιες πρόβες σας. Πόσο δύσκολο είναι να τα βάλετε σε ένα ορισμένο πλαίσιο κανόνων και πειθαρχίας, που απαιτεί η παρουσία τους πάνω σε μία σκηνή;

Δεν τη θεωρώ δύσκολη τη συνεργασία μου. Με τα ταλαντούχα αυτά παιδιά που ξεχωρίζουν μέσα από μεγάλες οντισιόν και τα περισσότερα από αυτά έχουν και μία συγκεκριμένη παιδεία στο αντικείμενο, μα πάνω απ’ όλα αγάπη για αυτό που κάνουν, η δουλειά γίνεται πολύ εύκολη. Γιατί τα παιδιά στην κανονική τους ζωή, ακόμη και ως παιχνίδι, υποδύονται πολύ εύκολα ρόλους, φτιάχνουν καταστάσεις με σοβαρότητα. Εμείς οι ενήλικες έχουμε απομακρυνθεί από αυτή τη διαδικασία. Σε ένα παιδί όμως, αν του εξηγήσεις τι πρέπει να κάνει, αν το καθοδηγήσεις και το κατανοήσει, μπαίνει πολύ εύκολα στη διαδικασία για να το υλοποιήσει.

Τα παιδιά, γίνονται πιο επαγγελματίες, από τους επαγγελματίες, γιατί παίζουν σοβαρά. Ακόμη και αν ζητήσεις για παράδειγμα από ένα παιδί να κάνει μία σκηνή και να κλάψει, αν του την εξηγήσεις σωστά, όχι απλά θα την κάνει, αλλά θα σε τρομάξει και με τον τρόπο που θα την κάνει, χωρίς καν να τραυματιστεί από την εμπειρία. Θα γυρίσει αυτόματα χαμογελώντας να σε ρωτήσει «Το έκανα καλά;». Τα παιδιά στις παραστάσεις μου με έχουν σώσει από λάθη ενηλίκων που έπαιζαν σε αυτές.

Τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά μπορεί να αποτελέσουν τη νέα γενιά ηθοποιών ή τραγουδιστών;

Αυτό ειλικρινά δεν μπορώ να το προβλέψω. Κάποια παιδιά που έπαιζαν για παράδειγμα στο Grease ως έφηβοι, είναι οι περισσότεροι γνωστοί πια και πετυχημένοι ως ηθοποιοί. Κάποια άλλα παιδιά, στην πορεία ασχολήθηκαν μόνο με τη μουσική.

Ίσως γιατί ο χώρος της υποκριτικής, τους τρομάζει περισσότερο, επειδή έχει μία επαγγελματική αβεβαιότητα;

Η αλήθεια είναι πως κανένας γονιός δεν ενθουσιάζεται όταν το παιδί του πει ότι θέλει να γίνει ηθοποιός.

Όμως από την εμπειρία μου οι άνθρωποι που κάνουν αυτή τη δουλειά, χωρίς δίχτυ ασφαλείας, είναι αυτοί που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, γιατί δεν μπορούν να μην είναι ηθοποιοί.

Πιστεύω πως όλοι όσοι είμαστε στον ευρύτερο χώρος της τέχνης, είμαστε, γιατί δεν μπορούμε να «αναπνεύσουμε» με άλλον τρόπο. Ακόμη και όταν πέφτεις, ακόμη και όταν δεν «ανοίγουν» οι πόρτες διάπλατα.

1d8a3204.jpg

Πέσατε πολλές φορές στο ξεκίνημά σας;

Και έπεσα πολλές φορές και «έφαγα» πολλές πόρτες!

Εξαρτάται η πορεία που θα έχει κάποιος στην καριέρα του και στην τύχη, αλλά και στους ανθρώπους που θα βρεθούν στο διάβα του και μπορεί να σταθούν πολύτιμοι για την πορεία του; Ή μέσω της ενθάρρυνσης που θα του παρέχουν, ή μέσω ευκαιριών που θα του δώσουν;

Είχα την ευλογία και τη μεγάλη τύχη στα 20 μου χρόνια, να ξεκινήσω την πορεία μου, με τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Νίκο Γκάτσο και να συνεργαστώ μαζί τους, όταν ο μεγάλος συνθέτης παρουσίασε τα τραγούδια μου στον Σείριο. Εκείνη την εποχή, ήθελα απλά να τους ακούω και να μην μιλάω. Ήταν και οι δύο, οι πιο απλοί, οι πιο καταδεκτικοί, οι πιο γενναιόδωροι άνθρωποι που έχω γνωρίσει στη ζωή μου.

Θυμάμαι πως μου έλεγε ο Χατζιδάκις πως: «Όλα μπορείς να τα κάνεις, φτάνει να το θέλεις στο εκατό. Όχι ενενήντα εννέα, αλλά εκατό». Αυτή η διαφορά μεταξύ του ενενήντα εννέα και του εκατό, θυμάμαι πως με είχε προβληματίσει αρκετά στην αρχή. Κατάλαβα όμως στη συνέχεια πως είναι τεράστια η απόσταση.

Αν το θέλεις κάτι στο εκατό, δεν ξεφεύγεις από τον στόχο σου, γίνεσαι πάντα καλύτερος, μαθαίνεις να μην είσαι μονομανής. Μεταφέρεις εσύ το όραμά σου στους άλλους, δεν τους αφήνεις να το καταλάβουν μόνοι τους. Είτε αυτός είναι ο παραγωγός που θα επενδύσει σε εσένα, είτε είναι ο μικρότερος ηθοποιός που θα χρειαστεί να το υπηρετήσει και να σου δώσει τον καλύτερό του εαυτό, για να είναι χαρούμενος μέσα σε αυτό που κάνει.