Η ηθοποιός Ναταλία Καποδίστρια είναι η τελευταία απόγονος του Καποδίστρια-Η επιλογή να ζει «αθόρυβα»

Ανθή Μιμηγιάννη
Η ηθοποιός Ναταλία Καποδίστρια είναι η τελευταία απόγονος του Καποδίστρια-Η επιλογή να ζει «αθόρυβα»

Η συμμετοχή της Ναταλίας Καποδίστρια στην επερχόμενη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή για τον Ιωάννη Καποδίστρια -της οποίας το τρέιλερ κυκλοφόρησε- έχει χαρακτήρα συμβολικό, διότι η τελευταία απόγονος του Κυβερνήτη βρίσκεται να συνομιλεί με την ίδια την ιστορία. Έχοντας διαδρομή που ξεκίνησε από τις μεγάλες σκηνές και μετρώντας συνεργασίες με σκηνοθέτες που άφησαν το στίγμα τους, δοκιμάστηκε επίσης στην τηλεόραση μέσα από mainstream σειρές του Χάρη Ρώμα, επέστρεψε στην Κέρκυρα με παραστάσεις, διδασκαλία και πολιτιστικές δράσεις, και τιμήθηκε με βραβεύσεις που επισφράγισαν μια στάση διακριτική και συνεπή, μακριά από τον θόρυβο και κοντά στο ουσιαστικό έργο.

Η Ελλάδα ξαναβλέπει στο σινεμά τον Ιωάννη Καποδίστρια, μέσα από την ταινία του Γιάννη Σμαραγδή. Μια μορφή που στοιχειώνει το συλλογικό μας φαντασιακό, ο Κυβερνήτης που πέθανε για μια ιδέα πιο μεγάλη από τον εαυτό του. Μέσα σε αυτή την επαναφορά του ονόματος, ξεχωρίζει η παρουσία της Ναταλίας Καποδίστρια. Όχι επειδή είναι η τελευταία απόγονος αλλα διότι το επίθετο που κουβαλά γίνεται στο έργο πηγή έμπνευσης και όχι κληρονομικό παράσημο.

Αριστούχος του Εθνικού

Γεννημένη στην Αθήνα την 1η Ιανουαρίου 1966, με σπουδές μουσικής, χορού και θεάτρου, αποφοίτησε αριστούχος από τη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Από το 1987 βρίσκεται στη σκηνή, σε μια πορεία που δεν προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το όνομα αλλά να το τιμήσει με δημιουργία. Σε πρόσφατη συνέντευξη με την Κατερίνα Γκρίτζαλη μίλησε καθαρά: «Η ζωή του κάθε καλλιτέχνη είναι μοναδική και χειροποίητη, ζυμωμένη με πολύ πόνο, μόχθο, κλάμα, ιδρώτα και αγώνα».

Μελετώντας τον πρόγονό της, αναγνώρισε την ανιδιοτέλεια, τη λιτότητα, την πίστη στη φιλία, τη δύναμη να στήνονται δίκτυα εμπιστοσύνης για την επίτευξη ιδανικών. Αυτές οι αξίες δεν μένουν στα βιβλία. Διαπερνούν την ίδια της τη ζωή, ακόμη κι όταν δεν τις επικαλείται ρητά.

Μια αξιόλογη πορεία

Η θεατρική της πορεία χαρτογραφείται μέσα από σκηνές που άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου. Από το «Αμφιθέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου και το «Θέατρο Τέχνης» του Καρόλου Κουν έως το Εθνικό και το ΚΘΒΕ, από τα ΔΗΠΕΘΕ Βόλου, Πάτρας και Καλαμάτας μέχρι το «La Mama Theatre of New York» και το «Festival d’Avignon», η παρουσία της δείχνει ότι η τέχνη της δεν είχε σύνορα ούτε αφοσιώθηκε σε μια μόνο σκηνή.

Έχει συνεργαστεί με κορυφαίους σκηνοθέτες, από τον Αλέξη Μινωτή και τον Γιώργο Χουβαρδά μέχρι τον J. Lassalle και τον Πέρρη Μιχαηλίδη, σε κείμενα που εκτείνονται από τον Ευριπίδη και τον Αισχύλο μέχρι τον Στρίντμπεργκ, τον Πίντερ, τον Ντοστογιέφσκι και τον Καμύ, αποδεικνύοντας ότι η θεατρική της γλώσσα είναι τόσο ευέλικτη όσο και απαιτητική.

Η ίδια διαδρομή συνεχίστηκε με τηλεοπτικές και κινηματογραφικές εμφανίσεις που ενίσχυσαν τη θέση της ως ηθοποιού με ευρύτητα και συνέπεια. Από τα «Ψάθινα καπέλα» και τη guest συμμετοχή στους «Μεν και Δεν» μέχρι τον «Κακό Βεζύρη», την «Καραμπόλα», τα «Χρώματα της αγάπης» και το «Κωνσταντίνου και Ελένης», η παρουσία της στην τηλεόραση έδειξε ότι μπορεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο εμπορικό και το απαιτητικό.

Στον κινηματογράφο έχει συνεργαστεί με τον Βασίλη Βαφέα («Κόκκινη μαργαρίτα», «Κάθε Σάββατο»), τη Μαρία Ηλιού («Αλεξάνδρεια»), τον Τάσο Μπουλμέτη («Πολίτικη Κουζίνα») και τον Γιώργο Ζερβουλάκο («Λακωνίας περίπλους»), φτιάχνοντας ένα μωσαϊκό δουλειάς που ξεπερνά τα όρια μιας απλής καριέρας και καταγράφεται σαν πορεία συνέπειας και βάθους.

Και μέσα σε όλα αυτά κράτησε το σπάνιο προνόμιο να μη μετατρέψει το επάγγελμα σε εργαλείο προβολής αλλά σε αθόρυβη πράξη συνέχειας, σε μια εποχή που ο χώρος μετρά φώτα και τίτλους εκείνη προτίμησε να μετρά έργο.

Η επιλογή της επιστροφής

Το 2011 αποφάσισε να αφήσει την Αθήνα και να γυρίσει μόνιμα στην Κέρκυρα απ’ όπου κατάγεται. Δεν ήταν υποχώρηση αλλά κίνηση θάρρους. Σε συνέντευξή της στην Ευρυδίκη Κοβάνη περιέγραψε εκείνη τη στιγμή σαν «βουτιά σε μια καινούρια πραγματικότητα». Η επιστροφή δεν οργανώθηκε με ασφάλειες. Ήταν πράξη που γεννήθηκε από την ανάγκη να προστατευτεί η διαύγεια της κριτικής σκέψης.

Στην Κέρκυρα η παρουσία της δεν έχει περιοριστεί στη σκηνή, αλλά απλώθηκε σε ολόκληρο το πολιτιστικό πεδίο του νησιού, από τις εκδηλώσεις του Ιονίου Πανεπιστημίου και το Κέντρο UNESCO μέχρι τα εκπαιδευτικά προγράμματα της Πινακοθήκης του Δήμου Κερκυραίων, όπου μαζί με τη Μαρία Μελέντη έστησε το «Ένα Σάββατο – παραμύθι».

Δοκιμάστηκε στη ζωγραφική με ατομική έκθεση στην Αθήνα, συμμετοχή σε ομαδική έκθεση στη Βοστόνη και παρουσίαση έργων στην Πινακοθήκη Κερκυραίων, ενώ το 2013 τιμήθηκε από τον δήμαρχο Αμαρουσίου Γιώργο Πατούλη για την καταγωγή της. Έγραψε ποίηση («Στους Κήπους της Ψιρικότας»), παρουσίασε παραστάσεις στο εξωτερικό όπως «Η ομορφάσχημη» στο Globoteatro Festival στην Ιταλία, και σκηνοθέτησε έργα όπως ο «Καπνοκράτωρ» του Ανδρέα Στάικου και οι «Ακόλαστες Εσπερίδες», όπου ανέλαβε κοστούμια, σκηνικά και μουσική. Με τον ίδιο πολυσχιδή τρόπο υπέγραψε και παραστάσεις όπως «Ο εραστής» του Πίντερ ή ο «Εχθρός του ποιητή» του Χειμωνά με τη Μαρία Λυμπεροπούλου, δείχνοντας ότι η πολιτιστική της δράση στο νησί ήταν μια αδιάκοπη κατάθεση δημιουργικότητας, που ξεπερνούσε τα όρια του θεάτρου και άγγιζε τη ζωγραφική, την ποίηση, τη διδασκαλία και την ίδια την έννοια της καλλιτεχνικής παιδείας.

Το θέατρο ως πολιτική πράξη

Η ίδια επιμένει ότι το θέατρο είναι πολιτική πράξη. Στην Κατερίνα Γκρίτζαλη είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Το θέατρο παραδόθηκε στην κοινωνία ως εργαλείο της Δημοκρατίας». Εδώ για την ηθοποιό, δεν χρειάζονται επεξηγήσεις. Κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή, κάθε φορά που δουλεύει με μαθητές ή με κοινό, η πράξη γίνεται συλλογική. Το θέατρο αποκτά τον αρχικό του χαρακτήρα, όχι ψυχαγωγία, αλλά δημόσιο διάλογο.

Αυτή είναι και η πιο ουσιαστική σύνδεση με το όνομα Καποδίστρια. Όχι η καταγωγή, αλλά η πίστη ότι η τέχνη μπορεί να μετατραπεί σε πολιτικό γεγονός.

Η ταινία του Σμαραγδή και η συγγένεια με τον Κυβερνήτη

Η ταινία «Καποδίστριας» του Γιάννη Σμαραγδή θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες τα Χριστούγεννα, στις 25 Δεκεμβρίου 2025, και το επίσημο τρέιλερ έχει ήδη παρουσιαστεί στο κοινό.

Ο σκηνοθέτης αναδεικνύει τον Ιωάννη Καποδίστρια ως μορφή που αφιέρωσε τη ζωή του στην Ελλάδα, θυσιάζοντας την προσωπική του ευτυχία για ένα ιδανικό. Η παρουσία της Ναταλίας αποκτά έναν διπλό συμβολισμό, καθώς η ίδια φέρει και τη γενεαλογική συνέχεια του ονόματος.

Η ίδια έχει περιγράψει με σαφήνεια αυτή τη συνέχεια. Ο πατέρας της, Βιάρος-Αυγουστίνος Καποδίστριας, υπήρξε ο τελευταίος άρρεν απόγονος του συγκεκριμένου κλάδου της οικογένειας. Σε παλαιότερη συνέντευξή της στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» είχε πει:

«Η Διαμαντία Γονέμη και ο Αντωνομαρίας Καποδίστριας, οι γονείς του Κυβερνήτη, έκαναν 10 παιδιά. Το μόνο από τα αγόρια τους που άφησε απογόνους ήταν ο Γεώργιος, ο μικρότερος αδελφός του Ιωάννη. Τέσσερις γενιές έχουν “τρέξει” από τότε. Ο πατέρας μου υπήρξε ο τελευταίος άρρεν απόγονος του συγκεκριμένου κλάδου της οικογένειας. Σε μια γραμμή, λοιπόν, αρρενογονίας, πράγματι -ως η μικρότερη από τις τρεις κόρες του πατέρα μου- είμαι η τελευταία απόγονος της οικογένειας Καποδίστρια».

Η Ναταλία Καποδίστρια συνηθίζει να θυμάται την ανιδιοτέλεια του προγόνου της, επιμένοντας πως ο Ιωάννης Καποδίστριας δεν έβγαλε ποτέ χρήματα από την πολιτική ή τη διπλωματική του πορεία αλλά, αντίθετα, έδωσε όλη την περιουσία του για την πατρίδα, κι αυτή η εικόνα διαπερνά ακόμη και σήμερα τον τρόπο με τον οποίο εκείνη αντιλαμβάνεται τη θέση της στην κοινωνία.

Αναγνωρίζει πως το να κουβαλάς ένα τέτοιο όνομα σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, με τις ιδιοτροπίες και τις πληγές της, είναι άλλοτε προνόμιο κι άλλοτε βάρος, κι αυτό το βάρος δεν είναι θεωρητικό αλλά υπαρξιακό, καθώς μεγαλώνοντας μέσα στη δικτατορία και βιώνοντας τις αντιφάσεις της Μεταπολίτευσης είδε πώς η κοινωνία επιστρέφει συχνά σε ατομικισμούς και αδιέξοδα.

Άλλες φορές ανατρέχει σε μορφές σαν του προγόνου της για να αντλήσει ελπίδα, άλλες βυθίζεται στη θλίψη που αφήνει το κενό τους, κι έτσι η μελέτη του βίου του Ιωάννη Καποδίστρια γίνεται για εκείνη όχι απλώς ιστορική έρευνα αλλά εσωτερική συνομιλία με έναν Έλληνα που παρέμεινε ανιδιοτελής εκεί όπου οι περισσότεροι επέλεξαν το προσωπικό συμφέρον.

Δραστήρια - πειθαρχημένη - δημιουργική

Οι φίλοι της συμφωνούν πως αυτές είναι τρεις λέξεις που συνθέτουν τη φιλοσοφία της. Δραστήρια γιατί δεν σταμάτησε να κινείται μέσα στον πολιτισμό, πειθαρχημένη γιατί έμεινε σταθερή στις επιλογές της, δημιουργική γιατί κάθε βήμα της συνδέθηκε με την τέχνη. Σε αυτές τις τρεις λέξεις χωράει μια ολόκληρη πορεία που δεν χρειάστηκε επιφάνεια για να σταθεί.

Η Ναταλία Καποδίστρια δεν πούλησε ποτέ το όνομά της

Η γνωστή ηθοποιός το έκανε διαβατήριο. Ούτε άλλοθι, ούτε τίποτα. Το κράτησε και εξακολουθεί να το κρατάει ως αφετηρία και όχι ως εμπορικό σήμα, κι αυτό από μόνο του είναι μια πράξη αντίστασης σε μια εποχή που όλα μπορούν να γίνουν εμπόρευμα. Γι’ αυτό και η στάση της εξακολουθεί να είναι διακριτική, σχεδόν αθόρυβη, με την ίδια συνέπεια που ένας καλλιτέχνης επιλέγει να δίνει βάρος στο έργο του αντί να κυνηγάει το θόρυβο, με την πεποίθηση πως το αποτύπωμα χτίζεται στη διάρκεια και όχι στη φθορά του θεάματος.