Δεν είναι μόνο που με τα βιβλία της η Μαρία Ματσούκα ταρακουνά συνειδήσεις - Το θέμα είναι βαθύτερο
«Αλίμονο αν δεν υπήρχε καθόλου δικαιοσύνη στη ζωή. Ελπίζω και όσο ζω θα ελπίζω. Οι άνθρωποι περνάμε πολλά δεινά, όμως πρέπει να μαθαίνουμε από όσα μας συμβαίνουν και, συγχρόνως, από τα λάθη μας. Πρέπει να αναλαμβάνουμε την ευθύνη των πράξεών μας, μόνο έτσι θα εξελιχθούμε. Αν μας προκύψουν ευκαιρίες, πρέπει να τις αρπάξουμε, ακόμα κι αν μας ξεβολέψουν ή μας δυσκολέψουν. Αυτές οι ευκαιρίες μπορεί να μας σώσουν τη ζωή… Εγώ, ως συγγραφέας, θεωρώ ότι δικαίωσα τους ήρωές μου, όλοι πήραν τελικά ό,τι τους άξιζε», λέει ανάμεσα σε άλλα η Μαρία Ματσούκα στη συνέντευξή μας.
Η Μαρία Ματσούκα είναι από εκείνες τις γυναίκες που δεν μπαίνεις εύκολα στο μυαλό τους –αλλά αν τα καταφέρεις, δεν υπάρχει επιστροφή. Όσοι τη γνωρίζουν, ξέρουν πως δεν είναι τολμηρή μόνο στα γραπτά της, είναι τολμηρή στον τρόπο που υπερασπίζεται και βοηθά. Στον τρόπο που μιλά για τα social χωρίς φίλτρα –«είναι το πιο υποκριτικό πράγμα στις μέρες μας», θα πει. Δεν της αρέσουν οι γωνίες της ζωής που στρογγυλεύονται από ευγένεια. Αν πληγωθεί, δεν το ξεχνά. Αν νιώσει άδικο, δεν το προσπερνά.
Δεν είναι τύπος των υποχωρήσεων. Και για το παιδί της, το οποίο λατρεύει, λέει: «Σε ό,τι αφορά τον Ραφαέλλο, δεν κάνω καμία έκπτωση». Δεν είναι ούτε άνθρωπος του ρετουσαρίσματος. Ξέρει πως είναι αυστηρή, κυκλοθυμική, ξεχασιάρα, αναποφάσιστη –και το λέει πριν προλάβεις να της το προσάψεις. Όπως ξέρει και πως, για τον σύζυγό της, Θέμη, είναι όλα αυτά, αλλά παράλληλα είναι και η καλύτερη μαμά, σύζυγος, φίλη, είναι πειθαρχημένη, πονόψυχη, καλή μαγείρισσα. Είναι μια πολυσχιδής, σέξι γυναίκα που συνδυάζει τα πάντα. Γι’ αυτό και δεν περιμένει να της το πεις. Το έχει ακούσει ήδη από εκείνον που μετράει.
Η επιλογή της Μαρίας Ματσούκα να γράψει βιβλία δεν είναι καθόλου «Επικίνδυνη» αλλά βαθιά ανάγκη
Αν ήταν cocktail, θα είχε βότκα, πάγο και λεμόνι –δυνατή, καθαρή, με την οξύτητα που απαιτεί η αλήθεια. Κι αν της ζητούσες ένα μήνυμα για κάθε γυναίκα εκεί έξω, θα σου απαντούσε με μια προτροπή που είναι περισσότερο μανιφέστο παρά συμβουλή: «Ακούστε την εσωτερική σας φωνή. Παλέψτε για τις επιθυμίες σας με πάθος. Σας αξίζει η αληθινή ευτυχία –μη συμβιβάζεστε με τίποτα λιγότερο».
Ας πιούμε σε αυτό –και ας μιλήσουμε ανοιχτά για το νέο της βιβλίο, που από τις πρώτες του γραμμές καταλαβαίνεις τους πολλούς και ουσιαστικούς λόγους για τους οποίους αξίζει να το διαβάσεις.
Q & A με τη Μαρία Ματσούκα
Κυρία Ματσούκα, στα δύο πρώτα σας έργα επιλέξατε να γράψετε ως Μαρία Μαρσέλου. Με την «Αποπλάνηση», όμως, εμφανίζεστε με το πραγματικό σας όνομα. Είναι αυτή η συγγραφική σας αποκάλυψη μία πράξη αυτογνωσίας; Βρίσκετε, δηλαδή, την ταυτότητά σας κάθε φορά που γράφετε ή την απογυμνώνετε;
Κυρία Μιμηγιάννη, δεν νομίζω ότι πρόκειται για πράξη αυτογνωσίας. Από πολύ μικρή ηλικία δουλεύω με τον εαυτό μου σε βαθύτερο επίπεδο και θεωρώ ότι έχω επίγνωση των πράξεών μου. Θα έλεγα, όμως, ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου –έπειτα από δύο κοινωνικά μυθιστορήματα των 110.000 λέξεων το καθένα– να αποκαλύψω επιτέλους, στο τρίτο μου μυθιστόρημα (επίσης 110.000 λέξεων), την ταυτότητά μου σε όλους τους ανθρώπους και κυρίως σε εκείνους που επιλέγουν να στέκονται σε ταμπέλες και στερεότυπα περασμένων εποχών.
Υπήρξατε σχεδιάστρια μόδας, ασχοληθήκατε με το τραγούδι και τώρα γράφετε. Είναι η τέχνη για εσάς ένας κοινός τόπος καταφυγής ή κάθε μορφή δημιουργίας αποτελεί μια διαφορετική μάχη με τον εαυτό σας;
Κάθε ηλικία για μένα είναι ένα ορόσημο, το οποίο ταυτίζω με την καλλιτεχνική μου έκφραση. Όταν ήμουν είκοσι ετών, παράλληλα με τις σπουδές μου στον κινηματογράφο, τραγουδούσα για ένα διάστημα. Στα τριάντα δημιούργησα την εταιρεία μου και σχεδίαζα αποκλειστικά εγώ τα μαγιό, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσα μαθήματα δημιουργικής γραφής. Με αυτόν τον τρόπο έχτισα το μέλλον μου και ανακάλυψα αυτό που με εκφράζει απόλυτα: να απομονώνομαι, να γράφω και να δημιουργώ ιστορίες μυθοπλασίας. Έτσι αισθάνομαι ευτυχισμένη και ολοκληρωμένη.
Ο τίτλος Αποπλάνηση παραπέμπει σε έναν όρο ηθικά και νομικά φορτισμένο. Τελικά, στην εποχή μας, είναι πιο επικίνδυνο να αποπλανείς ή να αποπλανάσαι;
Τι ωραία ερώτηση… Θεωρώ ότι και τα δύο είναι εξίσου επικίνδυνα, λόγω των νομικών και συναισθηματικών επιπτώσεων που συνεπάγονται. Και τα δύο εμπεριέχουν ρίσκο. Ωστόσο, όταν κάποιος αποπλανάται, βιώνει προδοσία -και αυτό είναι αρκετά τραγικό.
Ο Τζόσουα, ο ήρωάς σας, είναι ένας μετανάστης που ενώ διαθέτει ήθος, γνώσεις και αξίες, βρίσκεται στο περιθώριο. Η Ελλάδα τον «προσλαμβάνει» ως παιδί και τον απορρίπτει ως ενήλικα. Πιστεύετε πως η ενσωμάτωση είναι ακόμη μια μορφή αποπλάνησης, εφόσον είναι προσωρινή, ευάλωτη και συχνά προσχηματική;
Ναι, είναι –δυστυχώς. Συμβαίνουν πολλά γύρω μας για λόγους συγκάλυψης, εκμετάλλευσης, χρημάτων. Δυστυχώς, όλα αυτά τα παιχνίδια παίζονται στις πλάτες αθώων ανθρώπων. Δεν αφορά, όμως, μόνο τους μετανάστες, αφορά και εμάς, τους Έλληνες. Λυπάμαι που έχω φτάσει στο σημείο να θεωρώ το σύστημα διεφθαρμένο.
Τρεις γυναίκες ερωτεύονται ή παγιδεύουν τον Τζόσουα, καθεμιά για διαφορετικούς λόγους. Η Ελένη, η Στεφανία και η Μόνικα εκπροσωπούν διαφορετικές πτυχές της γυναικείας ταυτότητας. Πόσο από εσάς υπάρχει σε καθεμία; Ποια σας καθρεφτίζει πιο ειλικρινά;
Κάθε άνθρωπος δεν έχει μόνο ένα στοιχείο στον χαρακτήρα του: είμαστε όλοι μας πολύπλευροι. Κάποιοι, όμως, το κρύβουν. Θάβουν μέσα τους την πολυπλοκότητά τους, σαν να τη φοβούνται –και αυτό είναι κρίμα. Εγώ με έχω αποδεχτεί όπως είμαι. Αγαπώ όλες μου τις ηρωίδες, με τα στραβά τους και τα καλά τους. Αγαπώ όμως παραπάνω τη Στεφανία, γιατί είναι μαχήτρια. Νομίζω σας απάντησα με τον τρόπο μου.
Υπάρχει μια βαθιά ενσυναίσθηση στους χαρακτήρες σας. Μπαίνετε στο πετσί ανθρώπων κοινωνικά «άλλων». Σας αλλάζει η διαδικασία της γραφής ως άνθρωπο; Πιστεύετε πως γίνεστε καλύτερη μέσα από τους ήρωές σας;
Ναι, το πιστεύω ότι γίνομαι λίγο καλύτερη ως άνθρωπος όταν γράφω ένα βιβλίο. Η έρευνα που κάνω, η οποία αφορά ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, με εξελίσσει ως προσωπικότητα και, σίγουρα, καλλιεργεί την ενσυναίσθησή μου.
Η έννοια της ηθικής στον κόσμο της Αποπλάνησης είναι σχεδόν θολή. Όλοι πράττουν σύμφωνα με έναν γκρίζο ηθικό κώδικα. Πιστεύετε τελικά ότι οι άνθρωποι είναι αυτό που θέλουν ή αυτό που αντέχουν;
Συνήθως οι άνθρωποι είναι αυτό που αντέχουν.
Η αφήγηση της ιστορίας γίνεται με τη φωνή της αδερφής σας, Δήμητρας Ματσούκα. Πόσο ευάλωτο -ή ίσως απελευθερωτικό- είναι να ακούς τη συγγραφική σου ψυχή μέσα από το στόμα ενός αγαπημένου προσώπου;
Είναι μαγικό. Το να ακούω την αδελφή μου –την οποία τόσα χρόνια καμαρώνω, θαυμάζω και απολαμβάνω μέσα από τις ερμηνείες της σε μεγάλους ρόλους– να διαβάζει το βιβλίο μου, μου προκαλεί βαθιά συγκίνηση και ευγνωμοσύνη.
Η Στεφανία είναι ίσως ο πιο σκοτεινός χαρακτήρας του βιβλίου, αλλά είναι και η πιο διαυγής. Την παρουσιάζετε ως «χειρότερη εκδοχή» του εαυτού της. Υπάρχει για εσάς αυτός ο φόβος; Ότι αν πληγωθείτε αρκετά, μπορεί να γίνετε και εσείς η πιο επικίνδυνη εκδοχή σας;
Όταν κάποιος πληγωθεί πάρα πολύ, μπορεί να φτάσει στα άκρα. Δεν μου έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο, επομένως δεν μπορώ να ξέρω πώς θα αντιδρούσα. Όμως θα είμαι ειλικρινής: την κατανοώ. Αν και αντιλαμβάνομαι την έννοια της συγχώρεσης –και πράγματι είναι το πιο απελευθερωτικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε για τον εαυτό μας– την ίδια στιγμή είμαστε άνθρωποι. Και ναι, τη δικαιολογώ.
Η Αθήνα, ως φόντο, είναι σκοτεινή, πολύβουη, φθαρμένη. Είναι όμως και ένας οργανισμός. Πόσο σας επηρεάζει η πόλη σας όταν γράφετε; Είναι η Αθήνα ένας ζωντανός χαρακτήρας για εσάς;
Φυσικά και είναι ένας ζωντανός χαρακτήρας! Με επηρεάζει απόλυτα. Άλλωστε, η ίδια η Αθήνα μού έδωσε την ιστορία που έγραψα. Ήταν σαν να μου μίλησε η πόλη. Η σύλληψη της ιδέας συνέβη όταν επισκέφτηκα το κέντρο για μια προσωπική μου υπόθεση. Και τότε ήταν σαν να συνέβη μια επιφοίτηση. Η πόλη, η ατμόσφαιρα που κουβαλά και η ενέργειά της παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ιστορία και την εξέλιξή της.
Ο έρωτας στο βιβλίο σας δεν εξιδανικεύεται. Είναι συνδεδεμένος με επιβίωση, τακτική και μερικές φορές, επιβολή. Είναι αυτή η πραγματικότητα ή μια μορφή ωμής αλήθειας που προτιμάτε να δείχνετε για να πονέσει και να ξυπνήσει τον αναγνώστη;
Ο έρωτας στο βιβλίο εμφανίζεται σε όλες του τις μορφές -κάποιες φορές είναι ψεύτικος, επιφανειακός, αγοραίος: άλλες φορές, όμως, είναι αληθινός και βαθύς. Τα περισσότερα μηνύματα που έλαβα από τους αναγνώστες μου αφορούσαν αυτήν την ταύτιση με τον αληθινό έρωτα -εκείνον που ένιωσαν κάποτε, αλλά εγκατέλειψαν από φόβο. Ο έρωτας υπάρχει γύρω μας, παντού. Ήθελα, ανάμεσα στα άλλα, να ταρακουνήσω τον αναγνώστη: να τον κάνω να σταθεί απέναντι στις δικές του επιλογές και να αναρωτηθεί: "Εγώ τι θα έκανα;" ή "Μήπως το έζησα κι εγώ αυτό, αλλά το άφησα να φύγει;".
Υπάρχει κάτι απελπισμένα υπαρξιακό στο ερώτημα: «Τι κάνει έναν άνθρωπο να ξεπερνά τον φόβο και να παρανομεί;» Γράφοντας τον Τζόσουα, νιώσατε ποτέ ενοχή, οίκτο ή έναν βαθύ θυμό απέναντι στις κοινωνίες που δημιουργούν εγκληματίες από ανάγκη;
Για τον Τζόσουα ένιωσα αρχικά σεβασμό, εκτίμηση και στη συνέχεια αγάπη… Αισθάνθηκα πολλά συναισθήματα: λύπη, απελπισία, θυμό, αδικία. Υπάρχουν πολλοί Τζόσουα εκεί έξω. Οι ηθικοί άνθρωποι παρανομούν και παίζουν κορώνα γράμματα τη ζωή τους μόνο για έναν λόγο -επειδή πρέπει με κάθε τρόπο να επιβιώσουν. Κάποιοι δεν έχουν επιλογές. Κάποιοι δεν έχουν καθόλου επιλογές. Θα ήθελα να μπορούσα να βοηθήσω όλους τους ανθρώπους που έχουν αδικηθεί. Μέσα από το βιβλίο μου ταρακουνώ συνειδήσεις και κάνω τους αναγνώστες να δουν τα πράγματα από μια διαφορετική οπτική. Δεν είναι όλα μαύρα ή άσπρα, δεν είναι όλοι καλοί ή κακοί…
Υπάρχει έντονη θεατρικότητα στην πλοκή και στους διαλόγους. Θεωρείτε ότι η γραφή σας έχει κάτι από το ρυθμό του θεάτρου ή ακόμη και από το σινεμά; Έχετε φανταστεί κάποιο έργο σας να μεταφέρεται στην οθόνη;
Επειδή έχω σπουδάσει σκηνοθεσία κινηματογράφου και σενάριο, θεωρώ ότι τα βιβλία μου έχουν τον ρυθμό του σινεμά. Έχω ονειρευτεί τα βιβλία μου να γίνουν σίριαλ ή να μεταφερθούν στη μεγάλη οθόνη. Ειδικά η Αποπλάνηση θα μπορούσε να γίνει κινηματογραφική ταινία και να συμμετάσχει σε διεθνή φεστιβάλ. Το θέμα είναι τόσο σύγχρονο αλλά και διαχρονικό, που μας αφορά όλους, σε κάθε δυτική χώρα.
Πιστεύετε πως υπάρχει δικαιοσύνη στη ζωή ή μόνο στη λογοτεχνία; Και αν ναι, η δική σας Αποπλάνηση λειτουργεί ως τιμωρία ή ως λύτρωση για τους ήρωές σας;
Αλίμονο αν δεν υπήρχε καθόλου δικαιοσύνη στη ζωή. Ελπίζω και όσο ζω θα ελπίζω. Οι άνθρωποι περνάμε πολλά δεινά, όμως πρέπει να μαθαίνουμε από όσα μας συμβαίνουν και, συγχρόνως, από τα λάθη μας. Πρέπει να αναλαμβάνουμε την ευθύνη των πράξεών μας, μόνο έτσι θα εξελιχθούμε. Αν μας προκύψουν ευκαιρίες, πρέπει να τις αρπάξουμε, ακόμα κι αν μας ξεβολέψουν ή μας δυσκολέψουν. Αυτές οι ευκαιρίες μπορεί να μας σώσουν τη ζωή… Εγώ, ως συγγραφέας, θεωρώ ότι δικαίωσα τους ήρωές μου, όλοι πήραν τελικά ό,τι τους άξιζε.
Ποιος σας διαβάζει όταν γράφετε; Υπάρχει μέσα σας ένα φανταστικό αναγνωστικό βλέμμα -μια γυναίκα, ένα παιδί, ένας ξένος- που σας καθοδηγεί όταν δομείτε τις ιστορίες σας;
Έχω μια μικρή ομάδα εκλεκτών ανθρώπων που διαβάζουν τα βιβλία μου όταν τα ολοκληρώνω. Η καλύτερή μου φίλη, η Άννα, η μητέρα μου και η αδελφή μου είναι ανάμεσα σε αυτούς. Όμως όσο γράφω, δεν μοιράζομαι τίποτα, δεν ξέρουν απολύτως τίποτα! Θέλω να υπάρχει το στοιχείο της έκπληξης, να μη γνωρίζουν καθόλου τις ανατροπές που συμβαίνουν στο βιβλίο. Χρειάζομαι αντικειμενική άποψη και όλοι τους, πιστέψτε με, είναι δύσκολοι αναγνώστες. Δεν μου χαϊδεύουν τα αυτιά. Έχω ανάγκη τη σκληρή αγάπη όσον αφορά τη δουλειά μου -έτσι εξελίσσομαι.
Ποια φράση ή σκέψη από το βιβλίο σας σάς κυνηγάει ακόμη και τώρα που έχει τελειώσει; Υπάρχει μια εσωτερική πρόταση που δεν ειπώθηκε, αλλά σας καθόρισε όσο γράφατε;
«Για να πετύχεις, πρέπει να μη ντρέπεσαι, να μη φοβάσαι, να μη λυπάσαι», είναι η συμβουλή που δίνει κάποιος στον ήρωά μου. Μια συμβουλή σκληρή, σχεδόν απάνθρωπη. Κρύβει μέσα της έναν τρομακτικό κυνισμό, που υπονοεί πως για να πας μπροστά πρέπει να εξαφανίσεις κάθε ίχνος ευαισθησίας, ενοχής ή συνείδησης. Ουσιαστικά, τον παρακινεί να πατήσει επί πτωμάτων για να επιβιώσει. Δεν θα σχολιάσω αν αυτή η αντίληψη είναι σωστή ή λάθος. Θα αφήσω τους αναγνώστες να αποφασίσουν. Εκείνοι θα κρίνουν αν αυτή η «συμβουλή» αντικατοπτρίζει τη νοοτροπία της εποχής μας.
Ποιος χαρακτήρας σάς λύγισε την ώρα της συγγραφής; Ποιος σας ζήτησε κάτι που εσείς, ως συγγραφέας, δυσκολευτήκατε να του αρνηθείτε;
Με λύγισε ο Τζόσουα. Η ιστορία του είναι σπαραξικάρδια. Η Στεφανία μού ζήτησε κάτι που δεν μπόρεσα να της αρνηθώ, γι’ αυτό άλλαξα το τέλος του βιβλίου. Οι ήρωες πήραν σάρκα και οστά και με οδήγησαν εκεί που ήθελαν εκείνοι. Εγώ απλώς ήμουν το μέσο για να διηγηθώ τη δική τους ιστορία.
Κυρία Ματσούκα, αν το μικρό σας αγόρι διαβάσει μια μέρα το βιβλίο σας, τι θα θέλατε να καταλάβει για τη μητέρα του μέσα από αυτό; Και τι θα θέλατε να του μάθει η έννοια της «αποπλάνησης», πέρα από το κυριολεκτικό της νόημα;
Το παιδί μου θέλω, όταν μεγαλώσει, να διαβάσει όλα μου τα βιβλία. Ήδη του έχω μιλήσει για το τι κάνω, και μάλιστα μου έχει πει ότι κι εκείνος ανυπομονεί να μάθει να γράφει, για να ξεκινήσει τις δικές του ιστορίες. Το βράδυ, πριν κοιμηθούμε, διαβάζουμε και σκαρώνουμε καινούργια παραμύθια. Το μόνο που θέλω να ξέρει το παιδί μου για μένα είναι ότι είμαι καλός και αισιόδοξος άνθρωπος και ότι πάντα για μένα η νούμερο ένα προτεραιότητά μου σε ό,τι κάνω είναι εκείνος -και το εννοώ. Προσπαθώ κάθε μέρα να είμαι η καλύτερη μαμά που μπορώ.
