Το πρόβλημα με το σχόλιο «πιο πολλά φίλτρα και από το φίλτρο του καφέ» που γίνεται από ενήλικες
Το θέμα δεν είναι η Χ παρουσιάστρια ούτε τα φίλτρα. Το πρόβλημα αρχίζει όταν συνειδητοποιήσεις ότι αυτά τα σχόλια τα γράφουν ενήλικες. Μάλιστα, κάποιοι από αυτούς είναι και γονείς. Άνθρωποι που απαιτούν από τα παιδιά τους ενσυναίσθηση, σεβασμό, αξίες. Η ψυχολογία το λέει καθαρά: προβολή. Προβάλλεις στον άλλον ό,τι δεν αντέχεις στον εαυτό σου. Είναι το μίσος για την ηλικία, για το γυναικείο σώμα όταν δεν συμμορφώνεται στο 90-60-90, για ό,τι μας θυμίζει ότι η τελειότητα είναι ψευδαίσθηση. Είναι η λεζάντα «η Ελληνίδα Μπελούτσι» κάθε φορά που η φωτογραφία δείχνει μια γυναίκα που δεν έχει το σώμα της Μπελούτσι. Είναι τα σάιτ που επιλέγουν προσεκτικά τη φωτογραφία, όχι την καλή. Ποτέ την καλή, αλλά κείνη που θα τσιγκλίσει την ανάγκη του κοινού για χλεύη. Είναι μια μέθοδος που, εκτός από αντιδεοντολογική, είναι και παλιακή.
Υπάρχει κάτι σχεδόν ανθρωπολογικά ενδιαφέρον στο πώς μια ολόκληρη διαδικτυακή ομάδα βρίσκει κοινή ικανοποίηση να γράφει ξανά και ξανά την ίδια φράση κάτω από φωτογραφίες μιας Χ Ελληνίδας παρουσιάστριας: «πιο πολλά φίλτρα και από το φίλτρο του καφέ». Κι αν επρόκειτο για αυθόρμητο χιούμορ, για ένα στιγμιαίο πείραγμα, θα περνούσε στα ψιλά. Όμως δεν είναι αυτό. Είναι η ίδια πρόταση, copy-paste, κουρασμένη όσο κι εκείνοι που την πληκτρολογούν, ένα σύνθημα που μοιάζει με συνωμοτικό νεύμα ανάμεσα σε ενήλικες που θέλουν να πιστεύουν ότι μόλις έκαναν την αποκάλυψη του αιώνα: ότι μια γυναίκα μετά τα πενήντα μπορεί να χρησιμοποιεί φίλτρα.
Αλλά το θέμα δεν είναι η παρουσιάστρια ούτε τα φίλτρα. Το πρόβλημα αρχίζει όταν κοιτάξεις ποιοι το γράφουν. Ενήλικες. Και κάποιοι γονείς. Άνθρωποι που κουβαλούν ρόλους σοβαρότητας, που απαιτούν από τα παιδιά τους ενσυναίσθηση, σεβασμό, αξίες. Οι ίδιοι άνθρωποι που αφήνουν το πληκτρολόγιο να στάζει δηλητήριο κάτω από μια φωτογραφία μιας γυναίκας που ούτε γνωρίζουν ούτε πρόκειται να γνωρίσουν. Και η ερώτηση γίνεται αναπόφευκτη: γιατί;
Η ψυχολογία το λέει καθαρά: προβολή. Προβάλλεις στον άλλον ό,τι δεν αντέχεις στον εαυτό σου. Την αγωνία σου για το πέρασμα του χρόνου, για την απώλεια της γοητείας, για την ιδέα ότι κάποτε κι εσύ θα κοιτάξεις τον καθρέφτη και δεν θα αναγνωρίζεις το πρόσωπο που σε κοιτάζει πίσω. Όμως είναι πιο εύκολο να το φτύνεις στους άλλους. Homo homini lupus: ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος. Από τον καιρό του Πλαύτου το ξέραμε.
Κι όμως, εδώ υπάρχει μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Τα σάιτ που στήνουν αυτά τα πανηγύρια το ξέρουν καλά. Επιλέγουν προσεκτικά τη φωτογραφία. Όχι την καλή. Ποτέ την καλή, αλλά εκείνη που θα τσιγκλίσει την ανάγκη του κοινού για χλεύη. Η μέθοδος είναι εκτός από αντιδεολογική είναι και παλιακή.
Τα μισαναπηρικά σχόλια ύπουλα «σκοτώνουν» και οι Ζωντανοί Νεκροί ήταν ραπ μπάντα του '97
«Διπλάσια έγινε», λένε όσοι συγκρίνουν τη Nelly Furtado με τον εαυτό της, 20 χρόνια πριν
Η Cameron Diaz έγινε 53 και επιμένει να λέει πως δεν θέλει να μοιάζει 25 διότι δεν έχει κανένα νόημα
Panem et circenses. Άρτος και θεάματα. Το ήξερε ο Ιουβενάλης στη Ρώμη, το ξέρει και το ελληνικό ίντερνετ
Δώσε στον όχλο μια ρυτίδα μεγεθυμένη με zoom κι αυτός θα κάνει τη δουλειά για σένα. Θα βρει αστείο στην ηλικία, θα ξεράσει ρατσισμό εκεί που υπάρχει σώμα εκτός προτύπων, θα νομίζει πως κάνει κριτική ενώ απλώς ξορκίζει τον ίδιο του τον φόβο για φθορά.
Γιατί ας μην γελιόμαστε. Δεν είναι τα φίλτρα. Είναι το μίσος για την ηλικία, για το γυναικείο σώμα όταν δεν συμμορφώνεται στο 90-60-90, για ό,τι μας θυμίζει ότι η τελειότητα είναι ψευδαίσθηση. Οι ίδιες φράσεις γράφονται όταν κάποια τολμά να εμφανιστεί χωρίς μακιγιάζ. Ή όταν μια γυναίκα μεγαλώνει δημοσίως. Η ίδια φράση σε παραλλαγή γράφεται κάτω από τη λεζάντα «η Ελληνίδα Μπελούτσι» κάθε φορά που η φωτογραφία δείχνει μια γυναίκα που δεν έχει το σώμα της Μπελούτσι.
Κι έτσι γεννιέται η πιο ειρωνική αντίφαση. Άνθρωποι που μεγαλώνουν παιδιά, που θα έπρεπε να χτίζουν έναν κόσμο λιγότερο τοξικό, γίνονται εργολάβοι μικρού μίσους στο διαδίκτυο. Προβολή, γιατί δεν είναι η παρουσιάστρια που ενοχλεί, είναι ο χρόνος. Δεν είναι τα φίλτρα της, είναι τα προσωπικά φίλτρα αντίληψης που θολώνουν κάθε έννοια μέτρου.
Υπάρχει και κάτι βαθύτερο, όμως. Το σχόλιο δεν είναι καν αστείο πια. Είναι τεμπέλικο. Μια κασέτα που ξαναπαίζεται, όπως οι ίδιες κακογραμμένες ατάκες σε καφενεία όταν εμφανίζεται στην οθόνη μια γυναίκα που δεν χρωστάει σε κανέναν την εικόνα της. Και πίσω του κρύβεται μια αρχαία ανάγκη: να μικρύνεις τον άλλον για να μη φανεί πόσο μικρός νιώθεις εσύ.
Vanitas vanitatum, omnia vanitas. Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης. Κι όμως, πόσο δύσκολο είναι να αντέξεις τη ματαιότητα χωρίς να την πετάξεις σαν βελάκι σε ξένο πρόσωπο;
Η Ελλάδα έχει μια περίεργη σχέση με το γήρας και τη θηλυκότητα. Από τη μια εξιδανικεύει τις «θεές» οθονών και πασαρέλας και από την άλλη, τις κατασπαράζει μόλις δείξουν σημάδια θνητότητας. Σαν να απαγορεύεται η ηλικία, σαν να είναι προδοσία να μην μένεις ακίνητη στον χρόνο. Αυτό είναι ρατσισμός. Όχι τυπικός, φυλετικός, είναι ρατσισμός απέναντι στη φθορά, απέναντι στην ανθρώπινη φύση.
Η ψυχανάλυση μιλάει για μηχανισμούς άμυνας
Η προβολή είναι ένας από τους πιο συνηθισμένους: βλέπεις στον άλλον ό,τι δεν αντέχεις στον εαυτό σου. Γελάς με τα φίλτρα της παρουσιάστριας για να μη θυμηθείς πως έχεις κι εσύ βάλει φίλτρα στη ζωή σου, όχι στο Instagram, αλλά στην αλήθεια που δεν αντέχεις να κοιτάξεις κατάματα.
Και κάπως έτσι, το ίντερνετ γεμίζει ενήλικες που συμπεριφέρονται σαν έφηβοι σε κακή μέρα. Σχόλια που θέλουν να είναι αστεία αλλά στάζουν χολή. Άνθρωποι που την ίδια ώρα μιλούν για bullying στα σχολεία, χωρίς να καταλαβαίνουν πως τα παιδιά τους μαθαίνουν πρώτα από το timeline τους τι σημαίνει χλευασμός.
Ο Φρόυντ θα χαμογελούσε ειρωνικά. Δεν είναι η φωτογραφία που σας φταίει, είναι η απώθησή σας που ζητά διέξοδο. Ο Νίτσε θα το έλεγε αλλιώς: «Όποιος παλεύει με τέρατα, ας προσέχει να μην γίνει τέρας». Κι εδώ τα τέρατα δεν είναι οι γυναίκες με φίλτρα. Είναι οι μικρές καθημερινές στιγμές κακίας που μας διαμορφώνουν.
Ο Σαρτρ θα πρόσθετε ότι «η κόλαση είναι οι άλλοι». Αλλά ίσως η κόλαση να είναι τελικά αυτό που βλέπουμε όταν κοιτάμε τον εαυτό μας μέσα από τις λέξεις που αφήνουμε πίσω. Ο Καμύ μιλούσε για το παράλογο της ύπαρξης, εδώ έχουμε το παράλογο της κακίας.
Η εποχή μας νομίζει ότι η ειρωνεία είναι εξυπνάδα. Δεν είναι. Εξυπνάδα είναι να κοιτάς την ανθρώπινη ατέλεια και να μη βιάζεσαι να τη δείξεις, να έχεις το θάρρος να μην κρύβεσαι πίσω από φθηνές ατάκες και να καταλαβαίνεις πως η πραγματική υπεροχή δεν είναι να μικραίνεις τον άλλον, αλλά να χωράς τη θνητότητα όλων μας χωρίς να χρειάζεσαι εξιλαστήρια θύματα.
