Πόση ευτυχία είναι αρκετή σε έναν τέλειο κόσμο;
Μια διεθνής μελέτη φανερώνει ότι το πόσο «ευτυχισμένοι» θέλουμε να είμαστε διαφέρει σημαντικά ανάλογα με την κουλτούρα και τη νοοτροπία κάθε κοινωνίας.
Θεωρητικά, σε έναν ιδανικό κόσμο, όλοι θα επιλέγαμε να είμαστε απόλυτα ευτυχισμένοι, απόλυτα υγιείς, απόλυτα ελεύθεροι. Σωστά; Όχι ακριβώς -σύμφωνα με μια παγκόσμια μελέτη του 2018 υπό την καθοδήγηση του Αυστραλού ψυχολόγου Matthew Hornsey.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε τις απαντήσεις 6.000 ανθρώπων από 27 χώρες, καλύπτοντας έξι ηπείρους. Οι μισοί συμμετέχοντες ήταν γυναίκες και η μέση ηλικία ήταν τα 41 έτη. Όλοι κλήθηκαν να απαντήσουν ερωτήσεις σχετικά με την «ιδανική ζωή». Ενδεικτικά:
Αν μπορούσες να επιλέξεις το επίπεδο ευτυχίας στη ζωή σου, ποιο θα διάλεγες;
Το επίπεδο ελευθερίας;
Τη νοημοσύνη σου;
Την υγεία σου;
Κατάθλιψη και τεχνολογία: Η θλιβερή γοητεία της ακινησίας
Σύμφωνα με την αρχή της μεγιστοποίησης, όταν μας δίνονται τέτοιες επιλογές, τείνουμε να διαλέγουμε το μέγιστο: όσο περισσότερη ευτυχία, εξυπνάδα ή υγεία, τόσο το καλύτερο. Όμως τα ευρήματα της μελέτης φανερώνουν κάτι εντελώς διαφορετικό. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν επέλεξαν τα ανώτατα δυνατά επίπεδα. Αντιθέτως, επέλεξαν επίπεδα που αντιστοιχούσαν περίπου στο 70% ή 80% του μέγιστου.
Ήθελαν να είναι πολύ έξυπνοι, αλλά όχι ιδιοφυΐες. Πολύ ευτυχισμένοι, αλλά όχι διαρκώς. Πολύ υγιείς, αλλά όχι αλώβητοι. Επικράτησε δηλαδή η αρχή της μετριοπάθειας: «Οι άνθρωποι θέτουν συνειδητά όρια στο πόσο από κάτι καλό επιθυμούν -ακόμη και σε έναν τέλειο κόσμο» (Hornsey et al., 2018).
Το πιο ενδιαφέρον εύρημα; Η αρχή αυτή δεν εκδηλώθηκε ομοιόμορφα παντού. Ορισμένοι πολιτισμοί, όπως εκείνοι της Κίνας, του Χονγκ Κονγκ, της Ιαπωνίας, της Ινδίας, της Νότιας Κορέας και της Σιγκαπούρης, υιοθέτησαν πιο πιστά αυτή τη μετριοπάθεια. Οι συμμετέχοντες από αυτές τις χώρες επέλεξαν ιδανικά επίπεδα κατά 9% χαμηλότερα από τον μέσο όρο των υπόλοιπων εθνών.
Μήπως ευθύνεται η αντίθεση μεταξύ ατομικιστικών και συλλογικών κοινωνιών; Όχι ακριβώς. Οι Φιλιππίνες και η Ινδονησία, δύο συλλογικές κουλτούρες, κινήθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα -παρόμοια με τις ΗΠΑ, την Αυστραλία ή το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως ο καταλυτικός παράγοντας είναι ο τρόπος σκέψης. Πιο συγκεκριμένα, η ολιστική σκέψη που χαρακτηρίζει τις χώρες με πνευματικές ρίζες στον Βουδισμό, τον Κομφουκιανισμό και τον Ινδουισμό. Αυτές οι παραδόσεις διδάσκουν πως οι αντίρροπες δυνάμεις -όπως η χαρά και η λύπη- συνυπάρχουν αξεδιάλυτα, όπως το γιν και το γιανγκ.
Η ευτυχία αποκτά νόημα μόνο όταν έχει προηγηθεί η λύπη -και αντίστροφα. Η υγεία είναι πολύτιμη επειδή απειλείται. Η ζωή είναι μεταβλητή, τίποτα δεν διαρκεί. Αν σήμερα είμαι λυπημένος, αύριο μπορεί να είμαι χαρούμενος. Αν φέτος είμαι υγιής, του χρόνου ίσως όχι.
Επιπλέον, ο ολιστικός τρόπος σκέψης περιλαμβάνει μια διασυνδεδεμένη ταυτότητα, βασισμένη στις σχέσεις και τις υποχρεώσεις προς τους άλλους. Το να επιδιώξεις τα ανώτατα επίπεδα ευτυχίας ή εξυπνάδας θα μπορούσε να εκληφθεί ως εγωκεντρισμός ή αλαζονεία.
Σε τέτοιες κοινωνίες, το «τέλειο» δεν σημαίνει το απόλυτο. Σημαίνει το ισορροπημένο.
Πόση ευτυχία είναι αρκετή σε έναν τέλειο κόσμο;
Λιγότερη απ’ όση νομίζεις. Και, σε ορισμένους πολιτισμούς, πολύ λιγότερη.
8 τρόποι για να εντοπίσεις έναν κρυφό ναρκισσιστή μέσα σε 5 λεπτά από τη συνάντηση μαζί του
