Η Φρόσω Φωτεινάκη θα μας βοηθήσει να χτίσουμε ως γονείς μία νοοτροπία ανοχής στην ματαίωση

Η Φρόσω Φωτεινάκη θα μας βοηθήσει να χτίσουμε ως γονείς μία νοοτροπία ανοχής στην ματαίωση

Ένα παιδί που δεν «πιάνει τον στόχο του», δεν είναι ένα project που δεν φέραμε εις πέρας στη δουλειά. Είναι μία συνθήκη αμφισβήτησης που καλλιεργείται στο μυαλό του και ως μαμάδες πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να την αντιμετωπίσουμε.

Η Φρόσω Φωτεινάκη είναι ψυχολόγος - συγγραφέας και ο άνθρωπος που θα απαντήσει με ψυχραιμία και ειλικρίνεια στο άγχος της διάκρισης και της τελειότητας που διέπει πρώτα εμάς ως γονείς και στη συνέχεια τα παιδιά μας. Το να είμαστε ο εαυτός μας και να θέτουμε, πρώτα εμείς οι ίδιες, εφικτούς στόχους είναι κάτι που μπορούμε να «περάσουμε» και στο παιδί χωρίς κανένα εξτρά βαρίδι στους μικρούς του ώμους. Στην ερώτηση, λοιπόν, «μαμά γιατί απέτυχα» μία είναι η απάντηση «για εμένα είσαι τέλειος/α». Η αυτοαγάπη μαθαίνεται και βρίσκεται στον πυρήνα όλων των ουσιαστικών σχέσεων, πρώτα σε αυτήν με τον ίδιο μας τον εαυτό.

«Μαμά γιατί απέτυχα;» Tι απαντάμε στα παιδιά μας όταν νιώθουν ανεπαρκείς, όταν δεν καταφέρνουν να εκπληρώσουν έναν στόχο που εμείς, το σχολείο ή ακόμα και τα ίδια έθεσαν στον εαυτό τους;

Η πιο συχνή παγίδα στην οποία πέφτουμε οι γονείς είναι πως ανησυχούμε για το τι απάντηση θα δώσουμε, τι λύση θα βρούμε, πώς θα εξαφανίσουμε τη δυσφορία του παιδιού μας. Το παιδί μας πρώτα και πάνω από όλα έχει ανάγκη να μας νιώσει κοντά του, να ανασαίνουμε δίπλα του όσο πονάει, να μοιραζόμαστε μαζί του το συναίσθημά του. Έπειτα, μια νοοτροπία ανοχής στην ματαίωση δε θα χτιστεί σε μια στιγμή αλλά σε μια καθημερινότητα, όπου εμείς οι ενήλικες πρώτα αντέχουμε να αποτυγχάνουμε, αντέχουμε το παιδί μας να μην είναι “τέλειο”, αποφεύγουμε να το συγκρίνουμε με άλλα παιδιά, έχουμε οι ίδιοι αποκτήσει ανθεκτικότητα στην ματαίωση. Στη φωλιά μας καλλιεργούμε μια νοοτροπία που εστιάζει στην προσπάθεια και όχι στο αποτέλεσμα, μόνο όταν γνήσια και αυθεντικά εμείς οι ενήλικες ενσαρκώνουμε μια τέτοια νοοτροπία και όχι όταν ζητάμε από τα παιδιά μας να είναι θωρακισμένα απέναντι στις αποτυχίες.

Tα social media είναι ακόμα ένα αχαρτογράφητο τοπίο για την επιστήμη σας; Κάνετε ψυχοθεραπεία εφήβων, πώς πιστεύετε ότι τους καλλιεργεί η έκθεση και η επικοινωνία σε διάφορα apps την αίσθηση της αποτυχίας και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό; Nα τους τα απαγορεύσουμε, πχ.;

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μελετώνται και σαφώς έχουμε πολύ δρόμο για να εξάγουμε συμπεράσματα και να βρούμε τους ασφαλείς τρόπους πλοήγησης σε αυτά. Είναι σαφές πως η έκθεση σε έναν κόσμο εικόνας, υπογραμμίζει την ανάγκη για τελειότητα, μας θέτει σε σύγκριση με τους άλλους, μας απομακρύνει από τον αληθινό εαυτό και μας συστήνει έναν άλλο, πιο λαμπερό φιλτραρισμένο εαυτό. Η απαγόρευση δεν είναι λύση μιας και πρακτικά δεν είναι δυνατή. Αυτό που εδώ προτείνω είναι πρώτα από όλα η πλοήγηση του γονιού στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η γνώση του και η ενημέρωση του σχετικά με το πώς λειτουργούν. Έπειτα, να θυμόμαστε πως όλες οι λύσεις βρίσκονται μέσα στη σχέση με το παιδί μου. Ένα παιδί χωμένο και χαμένο στα social media κάτι ψάχνει, μια προσοχή, μια αναγνώριση, ένα ξεχώρισμα. Γονιέ, του το προσφέρεις εσύ; Αντί να απαγορεύσουμε, ας συνδεθούμε.

Γιατί οι συναισθηματικά ευφυείς άνθρωποι κάνουν σκόπιμα 1 πράγμα λάθος για να κάνουν πολλά σωστά;

Έχετε γράψει τρία βιβλία (Τρώγεται η ενσυναίσθηση;, Nα σε κάνω μία αγκαλιά;, Kαι η αγάπη σε ποιο σπίτι μένει;) που επικεντρώνονται στην πρόληψη του παιδικού τραύματος και στην καλλιέργεια της εξωστρέφειας, της αληθινής επικοινωνίας, της ουσιαστικής αυτοπεποίθησης. Πώς μεγαλώνουμε παιδιά που αγαπούν πρώτα τον εαυτό τους;

Για να μεγαλώσω ένα παιδί που αγαπάει τον εαυτό του δεν αρκεί να αγαπήσω εκείνο. Θα χρειαστεί πρώτα από όλα να αγαπήσω εμένα, το δικό μου εσωτερικό παιδί. Οι γονείς θεωρούν πως τα παιδιά αγαπάνε τον εαυτό τους επειδή λαμβάνουν τόνους αγάπης από τους γονείς. Και όμως. Ένα παιδί με μια μαμά που βιώνει θλίψη, μοναξιά, στερήσεις, με έναν μπαμπά που δεν απολαμβάνει, που δεν κάνει τίποτε για τον εαυτό όσο και αν παίρνουν αγάπη δεν παίρνουν αυτό το πολύτιμο μήνυμα “ο γονιός μου είναι καλά και εγώ μπορώ να είμαι ξένοιαστο και να ασχοληθώ με την δική μου φροντίδα και ανάπτυξη”. Η αυτοαγάπη είναι σκυτάλη, που δίνουμε από χέρι σε χέρι , και όχι ένα θεωρητικό μήνυμα.

jeremiah-lawrence-L_8j4sItXcU-unsplash.jpg

Λειτουργείτε συμβουλευτικά σε γονείς. Ποιο είναι το πιο συνηθισμένο «πρόβλημα» που εντοπίζετε στη σύγχρονη γονεϊκότητα;

Οι σημερινοί γονείς είναι κατά βάση γονείς ενσυνείδητοι με όρεξη να καλλιεργηθούν, να επιμορφωθούν στον γονεϊκό του ρόλο. Το “πρόβλημα” ωστόσο που εντοπίζω είναι πως η ανάγκη να μην πληγώσουμε τα παιδιά μας, όπως ίσως κάποτε πληγώθηκε το εσωτερικό μας παιδί, μας έχει οδηγήσει σε μια νευρωτική γονεϊκότητα χωρίς αυθορμητισμό, χωρίς εμπιστοσύνη στο εσωτερικό μας κριτήριο, χωρίς ελευθερία να είμαστε ο εαυτός μας. “Μήπως το είπα λάθος;”, “δεν έπρεπε να το πω έτσι!”, “η γιαγιά δεν ρώτησε πριν την κάνει αγκαλιά”. Όλα στο μικροσκόπιο, χωρίς ροή, με έναν εσωτερικό παρατηρητή αυστηρό και αμείλικτο. Χρειαζόμαστε δουλειά για να κατανοήσουμε τη διαφορά μεταξύ του φροντίζω την στάση μου ως γονέας και αγχώνομαι αφάνταστα μη τυχόν και κάνω κάποιο λάθος ως γονέας.

To επόμενο βιβλίο σας τι θέμα θα έχει;

Το νέο μου βιβλίο κυκλοφόρησε στις 24 Απριλίου, από τις Εκδόσεις Διόπτρα φυσικά, με τίτλο «Το βήμα που μπορώ» και θέμα το παιδικό άγχος, την δυσκολία του προχωρήματος και της έκθεσης ενός παιδιού σε νέες συνθήκες. Είναι αλήθεια πως το παιδικό άγχος βρίσκεται παγκοσμίως σε έξαρση καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν όλο και πιο μόνα, καθηλωμένα σε οθόνες, χωρίς το οικογενειακό δίκτυο που υπήρχε άλλοτε. Ακόμη, το βίωμα του Covid 19 άφησε τις δικές του πληγές και ένα αποτύπωμα άγχους, αποκλεισμού. Το βιβλίο αυτό έρχεται να εξοπλίσει γονείς και παιδιά με ένα θεραπευτικό σκεπτικό αποδίδοντας ένα ολοκληρωτικά διαφορετικό νόημα σε όσα τα δυσκολεύουν!

Ποια είναι η πιο «δύσκολη» ερώτηση που μπορεί να κάνει ένα παιδί στους γονείς του;

Παρατηρώ στο γραφείο πως οι πιο δύσκολες ερωτήσεις για τους γονείς είναι εκείνες που αφορούν την προσωπική σχέση με τον άλλο γονιό. «Γιατί δε φιλιέστε στο στόμα με τη μαμά;», «γιατί ο μπαμπάς κοιμάται στον καναπέ;», «θα χωρίσετε;» και πολλές ακόμη. Είναι βλέπετε οι ερωτήσεις που πρώτα εμείς δυσκολευόμαστε να σχηματίσουμε, να αφουγκραστούμε και να αναλάβουμε φυσικά. Τα παιδιά με τους τόσο ευαίσθητους δέκτες τους, μυρίζονται την αλήθεια μας και μας φέρνουν αντιμέτωπους με αυτή.

Μπορεί ποτέ μία μητέρα να νιώσει ότι έκανε «καλά τη δουλειά της» ή είμαστε προγραμματισμένες να λειτουργούμε ενοχικά;

Κάθε μητέρα που προσπαθεί να φροντίζει το παιδί της και το εσωτερικό της παιδί, είναι μια επαρκώς καλή μητέρα, όπως το έθεσε ο Winnicot. Ο Erich Fromm μιλάει για την μητέρα που καταφέρνει να δώσει στο παιδί της ,όχι απλώς το γάλα αλλά το μέλι, επειδή φροντίζει να είναι η ίδια ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Η φροντίδα του εαυτού συμπεριλαμβάνει και το αγκάλιασμα του όταν δεν τα καταφέρνει, την ικανότητα να μας συγχωρούμε τις μέρες που δεν πήγαν καλά τα πράγματα, ακριβώς γιατί έχουμε όλες τις υπόλοιπες για να συνεχίσουμε να προσπαθούμε.

Με αφορμή τη σημερινή «Γιορτή της Μητέρας» τι θα συμβουλεύατε μία νέα μαμά;

Να ζητάει βοήθεια και στήριξη, να μη χρεώνεται ως αποτυχία την δύσκολη όψη της μητρότητας, να αγκαλιάζει συχνά τον εαυτό της, να έχει εμπιστοσύνη σε εκείνη και στο παιδί της πως θα βρίσκουν τα πατήματά τους, να επιλέξει κάποιες πηγές ενημέρωσης και να έχει μια φωτεινή πυξίδα σε αυτόν τον δρόμο που συχνά μας φέρνει μπροστά σε τούνελ και φυσικά, να μην αφήνει στιγμή από το χέρι αυτό το μικρό παιδί που ζει μέσα της.

ΟΙ ΑΒΟΛΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ: ΔΕΣ ΟΛΟ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΔΩ