«Μαμά, στο σχολείο με κοροϊδεύουν»: Οι 3 φράσεις ασπίδα στην πολιτική ισότητας της Δόμνας Μιχαηλίδου

«Οι γονείς δεν χρειάζεται να είναι τέλειοι, χρειάζεται να είναι παρόντες», λέει η Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, Δόμνα Μιχαηλίδου, στο Queen.gr με αφορμή τη Γιορτή της Μητέρας.
Σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταμορφώνεται και απαιτεί από τους ανθρώπους να ισορροπούν ανάμεσα στο προσωπικό και το συλλογικό, η γονεϊκότητα δεν είναι πλέον απλώς ένας ιδιωτικός ρόλος αλλά πολιτική πράξη. Η Δόμνα Μιχαηλίδου, Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, αλλά και νέα μητέρα, προσεγγίζει τη μητρότητα όχι μόνο με τρυφερότητα αλλά και με θεσμική οξυδέρκεια, δίνοντας ένα καλό παράδειγμα πως η κοινωνική πρόοδος αρχίζει από το σπίτι, από τον τρόπο που αγαπάμε, ακούμε και στεκόμαστε δίπλα στους ανθρώπους που μεγαλώνουμε.
«Οι γονείς δεν χρειάζεται να είναι τέλειοι, χρειάζεται να είναι παρόντες»
Με αφορμή τη Γιορτή της Μητέρας, η υπουργός μιλά στο Queen.gr με λόγο καθαρό και ουσιαστικό, για την ανάγκη να επαναπροσδιορίσουμε τι σημαίνει γονιός: όχι ένας τέλειος κηδεμόνας, αλλά ένας παρών συνοδοιπόρος. Η υπουργός αναγνωρίζει την ανάγκη για νέες πολιτικές και κοινωνικές δομές που θα στηρίξουν τις οικογένειες. Μέσα από μια πολιτική που προτάσσει την κοινωνική συνοχή και την ισότητα, η Δόμνα Μιχαηλίδου θέτει στο επίκεντρο την ανάγκη για μια πολιτική που προστατεύει και ενδυναμώνει την ελληνική οικογένεια, χωρίς διακρίσεις. Σε μια κοινωνία που συχνά σιωπά μπροστά στο τραύμα, μάς καλεί να δώσουμε λέξεις στην ευαλωτότητα και δομές στην αγάπη κάτι που γίνεται σαφές στη συνέντευξη που ακολουθεί.
Κυρία Μιχαηλίδου, ως Υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, αλλά και πλέον ως μητέρα, πώς αντιλαμβάνεστε την ευθύνη των γονέων απέναντι σε περιστατικά σχολικού εκφοβισμού; Πόσο σημαντική είναι η συναισθηματική αγωγή στο σπίτι, πριν φτάσουμε στην εκπαιδευτική παρέμβαση στο σχολείο;
Η ευθύνη των γονιών δεν είναι να προστατεύσουν το παιδί τους από κάθε κακό. Αυτό είναι αδύνατο. Μπορούν όμως να του μάθουν να διακρίνει τη δύναμη από τη βία, να επιλέγει την αυτοπεποίθηση αντί της επιβολής.
Η συναισθηματική αγωγή στο σπίτι είναι το θεμέλιο. Αν ένα παιδί έχει μάθει ότι η φροντίδα δεν είναι αδυναμία, αλλά πράξη δύναμης, τότε θα μπορεί να σταθεί και όταν οι άλλοι προσπαθούν να το πληγώσουν.
Οι γονείς δεν χρειάζεται να είναι τέλειοι, χρειάζεται να είναι παρόντες. Να ακούν, να βλέπουν, να στέκονται δίπλα. Όταν το παιδί νιώθει ότι η αξία του δεν εξαρτάται από την αποδοχή των άλλων, τότε είναι λιγότερο ευάλωτο στη σκληρότητα του κόσμου.
Τι θα απαντούσατε εσείς σήμερα –ως μαμά και ως θεσμικό πρόσωπο– σε ένα παιδί που γυρίζει από το σχολείο και λέει: «Μαμά στο σχολείο με κοροϊδεύουν, τι να κάνω, δεν θέλω να ξαναπάω»; Πώς μπορεί ένας γονιός να σταθεί δίπλα στο παιδί του χωρίς να εντείνει τον φόβο ή να αγνοήσει την πληγή;
Πρώτα απ’ όλα, θα του έλεγα: «Σε ακούω. Σε πιστεύω. Και δεν είσαι μόνος/μόνη». Αυτές οι τρεις φράσεις, ειπωμένες με ειλικρίνεια, μπορούν να γίνουν ασπίδα. Όταν ένα παιδί πληγώνεται, η πρώτη μας δουλειά ως γονείς είναι να το στηρίξουμε χωρίς όρους. Να του δείξουμε ότι η αξία του δεν καθορίζεται από τη σκληρότητα των άλλων ή τις λέξεις που εκστομίζουν.
Το επόμενο βήμα είναι να δράσουμε. Ήρεμα, υπεύθυνα, με τη συνεργασία του σχολείου. Τα παιδιά χρειάζονται έμπρακτα τη στήριξη των γονιών τους, χρειάζεται να νοιώθουν ότι οι γονείς του βρίσκονται πάντα δίπλα τους και ότι χειρίζονται τις δυσκολίες με ψυχραιμία.
Όταν ένα παιδί ρωτάει: «Γιατί με κοροϊδεύουν», «Γιατί μου φέρονται άδικα;», ποια είναι η πρώτη αξία που πρέπει να του μεταδώσει ένας γονιός και πώς μπορεί να το κάνει χωρίς να το πληγώσει;
Χωρίς να ωραιοποιούμε ή να κρύβουμε τη σκληρότητα του κόσμου, μπορούμε να του διδάξουμε ότι η καλοσύνη είναι επιλογή και πως οι άνθρωποι που πληγώνουν, συνήθως κουβαλούν κάτι άλυτο μέσα τους. Όχι ως δικαιολογία, αλλά ως εξήγηση που δεν αφήνει το παιδί να εσωτερικεύσει την απόρριψη. Και κυρίως, να του δείχνουμε με την συμπεριφορά μας ότι είναι αγαπητό και άξιο, να ενισχύουμε την αυτοεκτίμηση του και να του δείξουμε την αξία της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης.
«Mαμά γιατί δεν με πιστεύεις»; Πόσο εύκολο είναι να χτίσουμε ξανά την εμπιστοσύνη με το παιδί μας
Πώς μπορεί η πολιτεία να ενισχύσει τον ρόλο των γονέων ως συναισθηματικών οδηγών μέσα στην οικογένεια; Πιστεύετε ότι χρειαζόμαστε νέες δομές υποστήριξης γονέων, ή και ένα «νέο λεξιλόγιο» για να μιλήσουμε για το bullying με τρόπους που δεν αναπαράγουν ντροπή και ενοχή;
Και με τους δύο! Οι γονείς δεν γεννιούνται έτοιμοι, χρειάζονται στήριξη, ενημέρωση και κοινότητες όπου δεν θα νιώθουν μόνοι, θα μοιράζονται τα βιώματά τους και θα προσπαθούν για το καλύτερο. Αν θέλουμε τα παιδιά μεγαλώνοντας να αναπτύξουν ενσυναίσθηση και συναισθηματική ευφυία, πρέπει οι γονείς να έχουν τη γνώση και τα εργαλεία για να το καταφέρουν. Χρειαζόμαστε και σχεδιάζουμε θεσμούς συμβουλευτικής γονέων που θα τους βοηθούν να κατανοούν, να συζητούν και να πείθουν τα παιδιά τους, αντί να επιβάλλουν χωρίς εξήγηση το λεγόμενο «σωστό». Η συναισθηματική ευφυία χρειάζεται πρότυπα για να αναπτυχθεί και μια άλλη πολιτισμική προσέγγιση όπου η συμπερίληψη μπαίνει στην θέση της ντροπής και το δίκαιο στη θέση της ενοχής. Το bullying δεν είναι απλώς «μια δύσκολη φάση». Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που αφορά όλους μας και αλλάζει μόνο όταν τολμάμε να μιλήσουμε ειλικρινά, χωρίς φόβο και χωρίς στιγματισμό.
Πώς αλλάζει ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι την πολιτική ευθύνη όταν γίνεσαι η ίδια μητέρα; Γίνεται πιο προσωπική η έννοια της «κοινωνικής συνοχής»;
Ίσως σε ένα βαθμό να προσωποποιείται! Σίγουρα όμως δεν γίνεται προσωπική. Όταν μια μητέρα ή ένας πατέρας πολιτικός καλείται να λάβει αποφάσεις για την βελτίωση της προσχολικής αγωγής ίσως να έχει στο μυαλό του την εικόνα του παιδιού του, όμως οι επιλογές του γίνονται με βάση το βέλτιστο συμφέρον των παιδιών γενικά. Αλίμονο αν οι πολιτικές αποφάσεις επηρεάζονταν από τις ιδιότητες ή τα βιώματα των πολιτικών που τις παίρνουν.
Η μητρότητα συχνά συνοδεύεται από ενοχές: για το χρόνο, τις επιλογές, τις προτεραιότητες. Πώς απαντάς εσωτερικά στη φωνή που ρωτά: «Είμαι αρκετή»;
Ζούμε σε μια εποχή όπου ειδικά εμάς τις γυναίκες μας ζητούν να είμαστε και ήρεμες και αποτελεσματικές, και τρυφερές και δυναμικές, και γονείς και επαγγελματίες, όλα ταυτόχρονα. Οι εργαζόμενες μητέρες, εκ των πραγμάτων, δεν αφιερώνουν τον ίδιο χρόνο στα παιδιά τους και αυτό μπορεί να εκφράζεται με ένα αίσθημα ενοχής.
Προσωπικά προσπαθώ να θυμίζω στον εαυτό μου ότι η επάρκεια δεν μετριέται με το πόσο χρόνο αφιερώνεις στο παιδί σου και πόσα κάνεις γι αυτό. Ένα παιδί δεν χρειάζεται μια «τέλεια» μητέρα, χρειάζεται μια μητέρα που το κοιτάζει στα μάτια και του λέει: «Είμαι εδώ. Σε βλέπω. Σε αγαπώ.» Αν μπορώ να το κάνω αυτό, τότε ναι. Είμαι αρκετή.
Η κοινωνία μας συχνά ζητά από τις μητέρες να είναι ηθικά πρότυπα, συναισθηματικά άτρωτες και πρακτικά αλάνθαστες. Πώς αντιμετωπίζεται αυτός ο πολλαπλός ρόλος χωρίς να εξαντλείται η γυναίκα;
Το πρότυπο είναι κατά τη γνώμη μου λάθος! Ένα στερεότυπο που κρατάει τις γυναίκες πίσω. Πιστεύω βαθιά ότι δεν είναι αδυναμία να ζητάς βοήθεια, ούτε αποτυχία να λες «δεν τα καταφέρνω σήμερα». Γι' αυτό τα όρια μας τα ορίζουμε και διεκδικούμε από την πολιτεία και τους θεσμούς της να κινηθούμε μέσα σε αυτά. Υπερασπιζόμαστε τη μητρότητα, όχι όμως κόντρα στην εργασία και τα επαγγελματικά σχέδια των γυναικών που είναι μητέρες.
Ποια είναι η δική σας παιδική ανάμνηση που σας διαμόρφωσε ως γυναίκα –και τώρα ως μητέρα;
Η μητέρα μου. Πάντα είχε και εξακολουθεί να έχει χρόνο να με κοιτά στα μάτια και να με ρωτήσει πώς είμαι. Αυτό μου έμαθε ότι η φροντίδα χρειάζεται παρουσία. Αυτό θέλω να δώσω κι εγώ στο παιδί μου.
Αν μπορούσατε να θεσπίσετε έναν νέο «κοινωνικό θεσμό» για τις μαμάδες του 21ου αιώνα, τι μορφή θα είχε και τι θα προστάτευε πάνω απ’ όλα;
Στον 21ο αιώνα αυτό που χρειαζόμαστε εμείς οι εργαζόμενες μαμάδες είναι να μην είμαστε υποχρεωμένες να επιλέγουμε ανάμεσα στην οικογένεια και την καριέρα. Στον 21ο αιώνα είναι αναχρονισμός να θεωρούμε ότι οι φιλοδοξίες των γυναικών πρέπει υποχωρούν, να αναβάλλονται ή μα ματαιώνονται μπροστά την προοπτική της μητρότητας. Συνεπώς δεν μιλάμε για ένα νέο Θεσμό, αλλά για την διεύρυνση και την ενδυνάμωση της στήριξης προς τις εργαζόμενες μητέρες που ήδη προσφέρει η πολιτεία. Ιδανικά θα ήθελα κάθε μητέρα να έχει χρόνο για τον εαυτό της, χωρίς να αισθάνεται ένοχη, να έχει πρόσβαση σε ευκαιρίες για επαγγελματική ανάπτυξη, εκπαίδευση και υποστήριξη χωρίς να χρειάζεται να θυσιάσει τη σχέση της με τα παιδιά της.
Αναλαμβάνοντας το Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας τον Μάρτιο του 2025, ποιους θεωρείτε τους πιο κρίσιμους στόχους για την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικογένειας; Σε μια εποχή που η έννοια της συνοχής δοκιμάζεται, πώς οραματίζεστε τη στήριξη των πιο ευάλωτων αλλά και την ενδυνάμωση της γονεϊκότητας με όρους ουσιαστικούς και χωρίς στερεότυπα;
Να σταθούμε κοντά στις οικογένειες! Να κάνουμε την καθημερινότητα των γονιών πιο βιώσιμη. Να δώσουμε στα παιδιά ίσες ευκαιρίες.
Να ενισχύσουμε το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της οικογένειας ώστε οι γονείς να έχουν την δυνατότητα να εκπληρώνουν τον γονεϊκό τους ρόλο όχι τυπικά αλλά επί της ουσίας.
Ταυτόχρονα, όμως, πρέπει να επικεντρωθούμε στην υποστήριξη των πιο ευάλωτων οικογενειών, προσφέροντας υπηρεσίες που είναι προσιτές και προσβάσιμες για όλους. Και να μην ξεχνάμε ότι ενδυνάμωση της γονεϊκότητας δεν σημαίνει μόνο την οικονομική ενίσχυση, αλλά και τη δημιουργία μιας κουλτούρας ισότητας και αλληλεγγύης, στην οποία κάθε γονιός, ανεξαρτήτως φύλου ή κοινωνικής θέσης, μπορεί να αισθάνεται ικανός να προσφέρει το καλύτερο για τα παιδιά του.
Η Φρόσω Φωτεινάκη θα μας βοηθήσει να χτίσουμε ως γονείς μία νοοτροπία ανοχής στην ματαίωση
Κυρία Μιχαηλίδου, το υπουργείο σας φέρει τη σπουδαία λέξη «Οικογένεια». Ποια είναι η πιο ουσιαστική πολιτική πράξη που μπορεί να στηρίξει τις μητέρες του σήμερα –όλες, χωρίς εξαιρέσεις;
Εμείς θέλουμε η Οικογένεια ως θεσμός να λειτουργεί χωρίς στερεότυπα και προκαταλήψεις. Θέλουμε να αποτελεί κύτταρο ανάπτυξης και προόδου για κάθε μέλος της, όχι μόνο για την αλλά και για κάθε μέλος της. Όμως για να το πετύχουμε πρέπει να συνδυάσουμε πολιτικές αποφάσεις και πράξεις που αγγίζουν πολλές πτυχές της πολιτικής και κοινωνικής μας ζωής. Ενδυνάμωση της ισότητας, πρόσβαση σε ευέλικτες εργασιακές πολιτικές, επαρκή άδεια μητρότητας, προσιτές υπηρεσίες παιδικής φροντίδας και οικονομική ενίσχυση που να καλύπτει τις ανάγκες της καθημερινότητας. Συνεπώς δεν υπάρχει μια κορυφαία πολιτική πράξη, αλλά ένα σύνολο πράξεων που η κάθε μια θα μας φέρνει πιο κοντά στο στόχο μας.
ΟΙ ΑΒΟΛΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ: ΔΕΣ ΟΛΟ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΔΩ