Αν αποσυνθέσεις τη μουσική σού απομένουν ένας Μάνος, ένας Μίκης, ένας Νιόνιος: 100 χρόνια Χατζιδάκις
Η ιστορία της δημόσιας σύγκρουσης Μάνου και Διονύση είναι εύκολος στόχος για όποιον θέλει να στήσει δικαστήρια. Ο Χατζιδάκις δεν χάιδευε κανέναν, υπερασπίστηκε όμως ένα δικαίωμα που κάνει τον πολιτισμό πράξη πολιτική και όχι παιχνίδι εξουσίας. Υπήρξαν υπερβολές, αχαριστίες, στιγμές σκληρής κριτικής αλλά και γενναιοδωρίας. Με την επιστολή του στην Ελευθεροτυπία ο Μάνος στάθηκε δημόσια απέναντι στον Σαββόπουλο για τηλεοπτική ειρωνεία, ο Σαββόπουλος, χρόνια αργότερα, παραδέχτηκε το λάθος του χωρίς περιστροφές: «Ήμουν αγενής. Το ’παιξα αφ’ υψηλού και “εναλλακτικός”». Κι όμως, ο ίδιος ο Μάνος, σε άλλες στιγμές, ήταν εκείνος που τον υπερασπίστηκε, όταν όλοι γύριζαν την πλάτη. Ποια είναι, όμως, η θέση του Θεοδωράκη σε ένα κείμενο που εστιάζει στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Χατζιδάκι και στον θάνατο του Νιόνιου; Προφανώς και είναι ο άξονας που κρατά την εξίσωση όρθια. Γιατί χωρίς αυτόν η συνομιλία μένει μισή.
Παραφράζοντας Ελύτη, το μόνο βέβαιο σήμερα είναι πως αν αποσυνθέσεις τη μουσική σού απομένουν ένας Μάνος, ένας Μίκης, ένας Νιόνιος. Παράφραση όχι επετειακή για να 'χαμε να λέγαμε, αλλά οδηγός χρήσης για το πώς η μουσική φτιάχνει συνείδηση σε πραγματικό χρόνο.
Στις 23 Οκτωβρίου 1925 γεννήθηκε στην Ξάνθη ο Μάνος Χατζιδάκις και στις 15 Ιουνίου 1994 έφυγε από τη ζωή, στις 29 Ιουλίου του '25 γεννήθηκε στη Χίο ο Μίκης Θεοδωράκης και έφυγε στις 2 Σεπτεμβρίου 2021, στις 2 Δεκεμβρίου του '44 γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο Διονύσης Σαββόπουλος και έφυγε από τούτο τον κόσμο στις 21 Οκτωβρίου του '25. Οι δύο πρώτοι υπήρξαν συνομήλικοι, ο τρίτος στάθηκε ο νεότερος που μπήκε στη λίστα που πρεσβεύουν αυτά τα μεγαθήρια.
Ένα Όσκαρ στο χιλιοειπωμένο Καληνύχτα Κεμάλ του Μάνου & τον κόσμο του Χατζιδάκι που δεν άλλαξε ποτέ
Ίσως κάθε 100 χρόνια γεννιέται ένας Μίκης Θεοδωράκης: Μια αιωνιότητα πατρίδας, επανάστασης, μουσικής
Και το ημερολόγιο, πολύ συχνά πιο διορατικό από την ανάλυση, θέλησε η είδηση του θανάτου του Νιόνιου να σκάσει δυο ημέρες πριν από τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου, ώστε το σήμερα να μας υποχρεώσει να δούμε πάλι την τριπλή γραμμή που ενώνει και χωρίζει, να μετρήσουμε με ακρίβεια τι έμεινε, τι κέρδισε βάθος, τι ζητάει ακόμη δουλειά.
Ο ίδιος ο Σαββόπουλος, στο τελευταίο κείμενο που υπέγραψε πριν φύγει για την ειδική έκδοση του Βήματος για τα εκατό χρόνια του Χατζιδάκι, δεν κρυβόταν πίσω από γενικότητες
«Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι, όπως κατά σύμπτωση και του Μίκη Θεοδωράκη. Το 1925 γεννήθηκαν και οι δυο. Ιούλιο ο ένας, Οκτώβριο ο άλλος. Μόνο τρεις μήνες διαφορά. (...) Τον λατρεύω τον Μάνο Χατζιδάκι. Με είχε μαγεμένο από παιδί». Μιλώντας για τη λατρεία στον Μάνο, σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να φτιάξει αγιογραφία. Ήθελε μόνο να περιγράψει με ακρίβεια το εκτόπισμα του Μάνου που διαμόρφωσε μουσικές ταυτότητες, άσκησε επιρροή και οργάνωσε την πολιτισμική μας συνείδηση. «Ο Χατζιδάκις ήταν μια ιδιοφυΐα. Ένας αξιολάτρευτος μάγος που ήρθε και άλλαξε το αφτί μας».
Τι σημαίνει να μιλάμε για τρεις δημιουργούς για να καταλαβαίνουμε τον κοινό μας βίο μέσα από τη μουσική τους;
Σημαίνει ότι πρέπει να δούμε τον Μάνο όχι μόνο ως τον άνθρωπο που μελοποίησε ποιητές αλλά ως τον καλλιτέχνη που έδωσε υπόσταση στο τραγούδι ως κύριο φορέα πολιτισμού και δημόσιου λόγου. Σημαίνει ότι πρέπει να δούμε τον Μίκη όχι μόνο ως πολιτικό σύμβολο αλλά ως συνθέτη που έπλασε συλλογικό ρυθμό και γλώσσα αναπνοής για μια κοινωνία που έβγαινε από πολέμους και δικτατορία. Σημαίνει ότι πρέπει να δούμε τον Νιόνιο όχι μόνο ως τον ικανό μιμητή δυτικών επιρροών που πάστωσε το ροκ με τα βαλκανικά και τα λαϊκά, αλλά ως τον άνθρωπο που έστησε μπροστά μας το δύσκολο καθήκον της αυτοκριτικής και της ειρωνείας στην εποχή της ευκολίας και της βεβαιότητας. Το ερώτημα τότε γίνεται πιεστικό. Θέλουμε όντως να διδαχθούμε από αυτούς, ή προτιμάμε να ανακυκλώνουμε αποσπάσματα για να στηρίζουμε το ήδη γνωστό προφίλ μας;
Η σχέση Μάνου και Διονύση δεν υπήρξε ποτέ απλή
Υπήρξαν στιγμές υπερβολής και αχαριστίας, στιγμές κακής συμπεριφοράς, στιγμές σκληρής κριτικής και στιγμές γενναιοδωρίας. Η ιστορία δεν χρειάζεται ωραιοποίηση αλλά αλήθεια. Ο Μάνος με επιστολή του στην Ελευθεροτυπία στάθηκε δημόσια απέναντι στον Σαββόπουλο για τηλεοπτική ειρωνεία περί άρθρωσης (του «ρ«) και ζήτησε ρητά να μην αναφέρεται ούτε το όνομά του. Η διατύπωση ήταν σκληρή, ακριβής, αφοπλιστική. Ο Σαββόπουλος χρόνια μετά παραδέχθηκε το λάθος χωρίς περιστροφές. «Ήμουν αγενής. Εν ονόματι της ανεξαρτησίας του πνεύματος και της νεότητος, το ’παιξα αφ’ υψηλού και “εναλλακτικός”». Και η αλήθεια είναι ότι δεν έμεινε στη φόρμα της μετάνοιας. Περιέγραψε και το δυσάρεστο ψυχολογικό υπόστρωμα, το πώς ο νεότερος πολλές φορές επιλέγει την πόζα του ισότιμου αντί για την καθαρή δήλωση θαυμασμού, το πώς χάνεις την ευκαιρία για πάντα να πεις αυτό που χρωστάς, γιατί νομίζεις ότι πρέπει να επιβεβαιώνεις διαρκώς την αυτοτέλειά σου. Η ερώτηση είναι τι μαθαίνεις από αυτό. Μαθαίνεις ότι ο σεβασμός δεν ακυρώνει την κριτική και ότι η κριτική χωρίς σεβασμό καταλήγει σε φτηνό νούμερο. Μαθαίνεις επίσης ότι ο παλιότερος που θυμώνει δικαιολογημένα δεν γίνεται μικρός από τον θυμό του, αν η επόμενη σελίδα γράφεται με περιεχόμενο και όχι με εμπάθεια.
Και η επόμενη σελίδα γράφτηκε. Το 1988, ο Μάνος κάλεσε τον Διονύση στον Σείριο
Πράξη που αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση ότι ο διάλογος μπορεί να ξαναστηθεί πάνω στο μόνο έδαφος που αντέχει, δηλαδή τη μουσική. Η ζωντανή ηχογράφηση με τον τίτλο «Ο κ. Σαββόπουλος ευχαριστεί τον κ. Χατζιδάκι και θα ’ρθη οπωσδήποτε» είναι πολιτισμικό τεκμήριο ότι η εκτίμηση μπορεί να υπερβεί τη μικρότητα και το τυχαίο, ότι ο παλιότερος γίνεται συνομιλητής και ο νεότερος παύει να είναι έφηβος που ψάχνει να κερδίσει πόντους με φτηνά πυροτεχνήματα. Σε εκείνη την περίοδο ο Μάνος στήριξε δημόσια τον Σαββόπουλο όταν χρειαζόταν στήριξη, είτε απέναντι στην τηλεφωνική οργή υπουργού για το «Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Νίκο», είτε απέναντι στις επιθέσεις που συνόδευσαν το «Κούρεμα» και τους «Κωλοέλληνες». Η φράση «Υπουργέ, είσαι βλαξ» δεν χρειάζεται ρητορική ανάλυση. Δείχνει τι σημαίνει να έρχεσαι στην πράξη υπέρ της ελευθερίας της τέχνης και της ευθύνης που τη συνοδεύει. Ο Χατζιδάκις δεν χάιδευε κανέναν. Υπερασπίστηκε όμως ένα δικαίωμα που κάνει τον πολιτισμό πολιτική υπόθεση και όχι πολιτικάντικο παιχνίδι.
Πώς συνυπάρχει η κριτική του Μάνου στον νεότερο με την υπεράσπισή του
Συνυπάρχει διότι ο Χατζιδάκις είχε συνεκτική ιδέα για την τέχνη και τη δημόσια σφαίρα. Η μουσική κατά τη δική του αντίληψη δεν είναι περιτύλιγμα για να πακετάρεις ιδεολογίες. Είναι ένας τρόπος να κρατάς όρθιο τον εσωτερικό σου κόσμο και να τον προσφέρεις στην κοινότητα με τόλμη και ευθύνη. Είχε περιγράψει τον εαυτό του με καθαρότητα που σήμερα μοιάζει δυσεύρετη. Δημοκράτης αστός, ουμανιστής και αναθεωρητής της δεξιάς, χωρίς αντικομμουνιστικό μένος, με ικανότητα να περιέχει τον αριστερό χωρίς να ζητά από εκείνον να τον περιέχει. Αυτή η περιγραφή δεν είναι σήμα κατατεθέν, είναι πλαίσιο. Από εδώ ερμηνεύεις την επιμονή του να μην υποκύπτει σε βραβεία και σε προσκλήσεις, από εδώ καταλαβαίνεις και την επιλογή του να κάνει το Τρίτο Πρόγραμμα μοχλό καλλιέργειας αντί για άνετο σαλόνι, από εδώ αναγιγνώσκεις και την επιμονή του να αξιοποιεί την προφορική λυρική μας παράδοση ως ισότιμη με τη δυτική κληρονομιά.
Το ίδιο πλαίσιο σε βάζει να δεις πώς ο Μίκης και ο Μάνος έγιναν δύο παράλληλες γραμμές που συναντήθηκαν σε κομβικά σημεία της ιστορίας. Γεννημένοι το ίδιο έτος, συμμαθητές της ίδιας εποχής, φίλοι, συναγωνιστές, ανταγωνιστές, δύο μοντέλα δημόσιας παρουσίας που τροφοδότησαν και συγκρούστηκαν, χωρίς να ακυρώνουν ο ένας τον άλλον. Δεν είναι υποχρέωσή μας να επιλέξουμε τι αγαπάμε περισσότερο. Είναι υποχρέωσή μας να κρατήσουμε τα εργαλεία τους. Ο Μίκης έδειξε τι σημαίνει το τραγούδι ως κινητήριος δύναμη του συλλογικού, ο Μάνος έδειξε τι σημαίνει το τραγούδι ως ακρίβεια του προσωπικού που αποκτά κοινωνική ισχύ. Και ανάμεσα τους ο Σαββόπουλος ως ο αναγκαίος διαταράκτης της Μεταπολίτευσης, αυτός που αρνήθηκε να παίξει μόνο το έργο της νεότητας και πλήρωσε το κόστος της ειλικρίνειας.
Χρειάζεται να επιμείνουμε στη λέξη κόστος
Όταν ο Μάνος απαγόρευσε στον Διονύση να χρησιμοποιεί τη μουσική του, δεν ήταν εκδίκηση αλλά επαναστατική πράξη μέσα σε ένα αυστηρό προσωπικό πρωτόκολλο αξιοπρέπειας. Όταν αργότερα τον στήριξε, δεν ξέχασε προφανώς αλλά έκανε ιεράρχηση του σημαντικού. Και όταν ο Νιόνιος απολογήθηκε δημοσίως, δεν έριξε τον εγωισμό του άλλα έβαλε τάξη στις σχέσεις του με την ίδια του την ιστορία. Μάθημα για το πώς λειτουργεί μια πολιτιστική κοινότητα που σέβεται τον εαυτό της. Που δεν χτίζεται με κουβέντες καφενείου, ούτε με χαριτολογίες στα κοινωνικά δίκτυα. Που χτίζεται με κινήσεις που έχουν συνέπεια και που μπορούν να σταθούν ως παραδείγματα χωρίς να χρειάζονται μεσάζοντες.
Πώς να κρυφτείς απ΄τα παιδιά; Οι στίχοι του Νιόνιου (και γιατί ο Σαββόπουλος πρέπει να διδάσκεται)
Εκεί που τσαλακώνονται οι εύκολες αφηγήσεις, θα έπρεπε να στέκεται η εκπαίδευση. Για ποιο λόγο να διαβάζει ένας δεκαεξάχρονος σήμερα τον Μάνο, τον Μίκη, τον Νιόνιο. Γιατί εκεί θα βρει τρόπους να καταλάβει τον εαυτό του ως πολίτη χωρίς να χρειαστεί να παπαγαλίσει πολιτικές θέσεις. Γιατί θα αντιληφθεί ότι οι συγκρούσεις δεν είναι προϊόν αντιπάθειας αλλά συχνά αποτέλεσμα δεοντολογίας. Γιατί θα δει τι σημαίνει να δημιουργείς μέσα σε πίεση, χωρίς να τραυματίζεις τον κανόνα σου. Γιατί θα μάθει ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται, κατακτιέται και συντηρείται. Αν αποσυνθέσεις τη σχολική ύλη από περιττά φορτία και κάνεις χώρο για αυτά τα τρία σώματα έργου, αυτό που μένει είναι μια σπονδυλική στήλη δημόσιας παιδείας που αντέχει να περπατήσει στο παρόν.
Η ιστορία της δημόσιας σύγκρουσης Μάνου και Διονύση είναι βολικός στόχος για όποιον θέλει να φτιάξει μικρά δικαστήρια
Είναι όμως πολύ πιο γόνιμη αυτή η ιστορία ως κλειδί για την ενηλικίωση του κοινού. Ο δημιουργός δεν είναι αθώος. Ούτε ο κριτής του. Η συνάντηση του 1988 είναι για να απαιτούμε από τον εαυτό μας ανάλογη ικανότητα υπέρβασης όταν χρειάζεται. Το ίδιο ισχύει και για τις μεγάλες δημόσιες παρεμβάσεις του Μάνου. Δεν ήταν προκλήσεις για την πρόκληση αλλά αναγκαίες καταγραφές ορίων σε μια χώρα που αγαπά να λειτουργεί με υπαινιγμούς και να αποφεύγει την ευθεία πρόταση. Όταν ο Μάνος είπε «Υπουργέ, είσαι βλαξ», δεν άδειασε έναν άνθρωπο, όριο έβαλε στο πού σταματά η ισχύς του αξιώματος πάνω στην αυτονομία του πολιτισμού.
Οι 6 εποχές του Διονύση Σαββόπουλου στη νέα εκπομπή «Long play» είναι μία όαση αισθητικής στην TV
Ο Διονύσης Σαββόπουλος έφυγε από τη ζωή στα 81 του χρόνια: Ο Νιόνιος πέταξε ψηλά στη Συννεφούλα του
Από την Μπέλλου στον Μενιδιάτη: Οι αντισυμβατικές συνεργασίες του Σαββόπουλου & η συναυλία του '83
Ποια είναι η θέση του Μίκη σε ένα κείμενο που εστιάζει στον Μάνο και στον Διονύση;
Είναι ο άξονας που κρατά την εξίσωση όρθια. Γιατί χωρίς αυτόν η συνομιλία μένει μισή. Ο Μίκης έφερε την πολιτική μέσα στη μουσική ως ηθική πράξη, ο Μάνος κράτησε την τέχνη όρθια απέναντι στη δημαγωγία κι ο Νιόνιος τόλμησε να ειρωνευτεί και τους δύο, για να θυμίσει πως η ελευθερία δεν έχει ευσεβείς τρόπους. Αυτή η τριβή παράγει ισορροπία κι ίσως αυτό να είναι το πιο τίμιο πρόσωπο της δημοκρατίας μέσα στη μουσική.
Ποιο είναι το ζητούμενο στα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου;
Το ζητούμενο είναι να κάνουμε λιγότερη φασαρία για τα βραβεία και περισσότερη δουλειά πάνω στο πώς τα τραγούδια αυτά διατυπώνουν συλλογικές αξίες. Ο ίδιος είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θέλει να τον ορίζουν τίτλοι. Επέλεξε να μην πάρει μέρος στην τελετή ενός Όσκαρ που το πήρε ερήμην του. Πράξη ουσίας και μάθημα ότι η αποδοχή δεν πρέπει να καταπίνει την ελευθερία. Αυτό αξίζει να το θυμόμαστε, ειδικά όταν επιλέγουμε να γιορτάζουμε με τυμπανοκρουσίες ενώ έχουμε αφήσει τον καθημερινό πολιτισμό μας χωρίς υποδομές και χωρίς θεσμική προστασία.
Έτσι κλείνει και ο κύκλος της σημερινής ημέρας - Δεν έχουμε ανάγκη από μνημόσυνα
Αν αποσυνθέσεις τη μουσική σού απομένουν ένας Μάνος, ένας Μίκης, ένας Νιόνιος. Εκατό χρόνια Χατζιδάκις σήμερα, έναν αιώνα μετά γεννημένος, παρών. Και δυο ημέρες πριν, ο Νιόνιος που έφυγε, επίσης παρών. Το ζητούμενο είναι να σταθούμε στο ύψος της παρουσίας τους. Να τους κρατήσουμε όχι στις τελετές μας, αλλά στις αποφάσεις μας. Να τους βάλουμε ξανά μέσα στον τρόπο που διδάσκουμε, που διαφωνούμε, που συγκροτούμε κοινότητα. Να μη φοβηθούμε την αυστηρότητά τους, να μη ντραπούμε για την αγάπη μας. Να καταλήξουμε χωρίς κορώνες, με πρόταση.
Αν αποσυνθέσεις τη μουσική σού απομένουν ένας Μάνος, ένας Μίκης, ένας Νιόνιος. Και με αυτό να συνεχίσεις.

